ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ : ΕΝΑΣ ΥΠΕΡΜΑΧΟΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΖΩΗΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ “ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ”
Αφιέρωμα:Άννα Κάμπα
Ο Αλμπέρ Καμύ (Albert Camus) γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1913 στην Αλγερία. Ο πατέρας του ήταν Γάλλος, ενώ η μητέρα του καταγόταν από την Ισπανία. Με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο πατέρας του επιστρατεύθηκε και λίγο αργότερα έχασε τη ζωή του, τον Οκτώβριο του 1914. Ο Καμύ μεγάλωσε στερούμενος την ενεργή πατρική παρουσία. Διατηρούσε, ωστόσο, στη μνήμη του ένα πατρικό πρότυπο, την τραγική φιγούρα ενός ανθρώπου που απεχθανόταν τη βία και τον πόλεμο και που εξαναγκάστηκε να θυσιαστεί για αυτά. Τα πρώτα, λοιπόν, χρόνια της ζωής του ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Η οικογένειά του χρειάστηκε να αντιμετωπίσει αφενός την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου και αφετέρου τον πόλεμο, την ένδεια και την αδικία.
«Μεγάλωσα, όπως όλοι οι άνθρωποι της ηλικίας μου, μέσα στις τυμπανοκρουσίες του
Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και η Ιστορία μας από τότε δεν έπαψε να είναι: φόνος, αδικία, βία».[1]
Μεγαλώνοντας στο Αλγέρι εμφάνισε το πρώτο του ταλέντο. Παρά τη μετέπειτα αφοσίωσή του στη φιλοσοφία και τις θεωρητικές σπουδές, ο Καμύ είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο. Όπως συνήθιζε να αναφέρει:
«Στο ποδόσφαιρο χρωστάω όσα ξέρω για ηθική και καθήκον».[2]
Η ενασχόλησή του με τον χώρο του αθλητισμού ήταν αρκετά σοβαρή, αφού τον συνόδευσε στην ενηλικίωσή του και στην περίοδο των φοιτητικών του χρόνων. Μάλιστα, του έγινε δύο φορές πρόταση να ακολουθήσει επαγγελματική καριέρα ως ποδοσφαιριστής. Ο ίδιος απέρριψε το σενάριο αυτό. Ταυτόχρονα, οι κρίσεις φυματίωσης που αντιμετώπιζε από το 1930, δεν του επέτρεπαν να αφοσιωθεί στον χώρο του αθλητισμού.
Στις σπουδές του επέλεξε τη Φιλολογία. Εκεί συνάντησε σημαντικούς καθηγητές, όπως τον Ζαν Γκρενιές (Jean Grenier), ο οποίος τον εισήγαγε στον χώρο της φιλοσοφίας και του σύστησε το έργο του Νίτσε (Nietzsche). Σταδιακά ξεκίνησε να γράφει τα δικά του κείμενα, τα οποία δημοσίευε στο περιοδικό Sud από το 1932. Την περίοδο των σπουδών του έλαβε συμμετοχή στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Δύο, όμως, χρόνια αργότερα απομακρύνθηκε και άρχισε να διατυπώνει μια δική του προσωπική πολιτική στάση. Το 1935 ίδρυσε το Θέατρο της Εργασίας (Théâtre du Travail) προτείνοντας, έτσι, μια καινούρια συμμετοχική θεωρία θεάτρου.
Λίγο αργότερα έγραψε μερικά από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά και φιλοσοφικά του έργα. Ο Ξένος γράφτηκε το 1942 και αποτελεί ένα μυθιστόρημα φιλοσοφικού περιεχομένου. Μέσα από αυτό ο Καμύ παρουσιάζει με αφηγηματικό τρόπο τις φιλοσοφικές του ιδέες σχετικά με τη θεωρία του «παραλόγου». Την ίδια χρονιά, εκδίδεται και το δοκίμιο με τίτλο Ο μύθος του Σισύφου, το οποίο είναι μια καθαρά θεωρητική ανάλυση της φιλοσοφίας αυτής. Το 1943 προσλαμβάνεται ως εκδότης από τον εκδοτικό οίκο Callimard, ενώ ταυτόχρονα αναλαμβάνει τη διεύθυνση της εφημερίδας Combat μέχρι το 1947. Αν και νέος σε ηλικία, το 1957 βραβεύεται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Όσον αφορά την προσωπική του ζωή, ο Καμύ έκανε δύο γάμους. Ο πρώτος του γάμος ήταν βραχύς και τελείωσε άδοξα, με αμοιβαίες προδοσίες και ένα γρήγορο διαζύγιο. Ο δεύτερος, με τη Γαλλίδα πιανίστρια Φρανσίν Φορ (Francine Faure), είχε μεγαλύτερη διάρκεια και του χάρισε δύο παιδιά. Ωστόσο, η σχέση που στιγμάτισε πιο έντονα την προσωπική του ζωή φαίνεται να είναι αυτή που διατηρούσε με την πολύ νεώτερή του ηθοποιό Μαρία Καζαρές (Maria Casares).
«Πρέπει να έχει κανείς έναν έρωτα, έναν μεγάλο έρωτα, για να του εξασφαλίζει άλλοθι στις αδικαιολόγητες απελπισίες που κυριεύουν όλους μας».[3]
Η Μαρία Καζαρές ήταν, λοιπόν, το δικό του άλλοθι. Ήταν νέα και όμορφη, ταλαντούχα και ανεξάρτητη. Αν και ο Καμύ εξακολουθούσε να είναι παντρεμένος, η παράνομη αυτή σχέση του προσέφερε έναν σύντροφο με τον οποίο μπορούσε να σκεφτεί, να μιλήσει για το θέατρο, για τη φιλοσοφία, ένα πρόσωπο γοητευτικό και ισότιμο. Ο δεσμός τους ήταν πρωτίστως διανοητικός και έτσι παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Όπως προαναφέρθηκε, ο Καμύ είναι ο εισηγητής της θεωρίας «παραλόγου». Ο ίδιος υποστήριζε πως ολόκληρη η ανθρώπινη πραγματικότητα διέπεται από το παράλογο. Πρόκειται για μια μεταφυσική έννοια που προκύπτει από την αντιπαράθεση του ανθρώπου με τον κόσμο. Ενώ ο άνθρωπος αναζητά διαρκώς τη συνοχή των πραγμάτων και επιδιώκει να κατανοεί τον κόσμο με ενάργεια, εντούτοις ο τελευταίος εμφανίζεται πολύπλοκος και χωρίς λογικούς περιορισμούς. Ωστόσο, δεν είναι ο ίδιος ο κόσμος το παράλογο στοιχείο. Αντιθέτως, είναι η σχέση του με τον άνθρωπο και τη δική του αντίληψη που δημιουργεί την εικόνα αυτή.
Ως αντίδοτο στη χαοτική συνθήκη την ανθρώπινης πραγματικότητας, ο Καμύ προτείνει την «εξέγερση». Ο άνθρωπος πρέπει να συνειδητοποιήσει και να αποδεχτεί την έλλειψη νοήματος. Αφού το καταφέρει αυτό, θα μπορέσει, μέσα σε ένα απελευθερωτικό πλαίσιο, να αρνηθεί τον παραλογισμό, την αδικία και τη βία. Θα είναι πλέον σε θέση να αναγνωρίσει την ανθρώπινη φύση και τις αξίες που τη χαρακτηρίζουν. Επικεντρωμένος σε αυτές, θα οδηγηθεί σταδιακά στην ελευθερία. Η εξέγερση είναι, ουσιαστικά, η διαδικασία μέσα από την οποία ο άνθρωπος συνειδητοποιεί τον εαυτό του, στρέφεται προς τα έσω και διατηρεί τις αξίες του.[4]
Γενικά, ο Καμύ ήταν υπέρμαχος της ανθρώπινης ζωής, της ελευθερίας και της ειρήνης. Αυτά αποτελούσαν τους βασικούς πυλώνες της σκέψης του. Μάλιστα, αν και είχε πολιτική συνείδηση, εντούτοις απέρριψε σθεναρά τόσο την ιστορία, όσο και την επανάσταση, όπως εμφανίζεται μέσα σε αυτή. Αρνήθηκε κάθε δογματισμό και επικεντρώθηκε στην ανθρώπινη φύση, στο δικαίωμα της ανθρωπότητας να ευτυχεί.
«Ο άνθρωπος είναι το μόνο πλάσμα που αρνείται να είναι αυτό που είναι».[5]
Σχετικά με τη συμβολή του στο θέατρο, μέσα από την ίδρυση του Θεάτρου της Εργασίας, παρουσίασε στο κοινό μια νέα πειραματική σκηνή. Επηρεασμένος από την μπρεχτική προσέγγιση του θεάτρου και ξεκινώντας, αρχικά, από ορισμένες μαρξιστικές αντιλήψεις, ο Καμύ παρουσίασε ένα συλλογικό θέατρο, μια σκηνή που απαιτεί την άμεση συμμετοχή και εμπλοκή του κοινού. Σημαντικό ρόλο στις παραστάσεις παίζει συχνά η οπτική γωνία. Ο κάθε θεατής αντικρίζει κάτι διαφορετικό. Έτσι, μέσα από μια πλήρη αποδοχή της διαφορετικότητας, την πολυπλοκότητας και της ποικιλίας, οι καλλιτέχνες και το κοινό συνδημιουργούν, παράγουν το έργο τέχνης.
«Το να δημιουργείς είναι σαν να ζεις δυο φορές».[6]
Στις 4 Ιανουαρίου 1960, ο Αλμπέρ Καμύ έφυγε από τη ζωή μετά από αυτοκινητικό δυστύχημα. Ο ξαφνικός θάνατός του μοιάζει να επιβεβαιώνει τη θεωρία του για την έλλειψη νοήματος. Όπως ανέφεραν φίλοι του, συνήθιζε να λέει πως δεν υπάρχει «τίποτα πιο παράλογο από τον θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα».[7]
[1] Σαν σήμερα, «Αλμπέρ Καμί», <https://www.sansimera.gr/biographies/1937>, (πρόσβαση 11/2/2021).
[2] Σαν σήμερα, «Αλμπέρ Καμί», <https://www.sansimera.gr/biographies/1937>, (πρόσβαση 11/2/2021).
[3] Γνωμικολογικόν, «Αλμπέρ Καμύ», <https://www.gnomikologikon.gr/authquotes.php?auth=9>, (πρόσβαση 11/2/2021).
[4] TIESS, «Αλμπέρ Καμύ: Ένας ελευθεριακός», <https://dipke.org/%CE%B1%CE%BB%CE%BC%CF%80%CE%AD%CF%81-%CE%BA%CE%B1%CE%BC%CF%8D-%CE%AD%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%85%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CF%82/>, (πρόσβαση 11/2/2021).
[5] Γνωμικολογικόν, «Αλμπέρ Καμύ», <https://www.gnomikologikon.gr/authquotes.php?auth=9>, (πρόσβαση 11/2/2021).
[6] Ερανιστής, «Ο Αλμπέρ Καμύ, το θέατρο εργασίας και οι Αστούριες», <http://eranistis.net/wordpress/2013/04/21/%CE%BF-%CE%B1%CE%BB%CF%80%CE%AD%CF%81-%CE%BA%CE%B1%CE%BC%CF%8D-%CF%84%CE%BF-%CE%B8%CE%AD%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%BF-%CE%B5%CF%81%CE%B3%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BF%CE%B9/>, (πρόσβαση 11/2/2021).
[7] Σαν σήμερα, «Αλμπέρ Καμί», <https://www.sansimera.gr/biographies/1937>, (πρόσβαση 11/2/2021)
Αφιέρωμα:Άννα Κάμπα
Ολοκληρώνοντας τις σπουδές της πάνω στη Φιλοσοφία, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ασχολείται με την αρθρογραφία και την επιμέλεια κειμένων. Κύριος τομέας ενασχόλησής της είναι οι εικαστικές τέχνες και η λογοτεχνία. Όσον αφορά την ερευνητική της δραστηριότητα, αυτή σχετίζεται με την αισθητική και τη φιλοσοφία της τέχνης. LINKEDIN: www.linkedin.com/in/anna-kampa