De Profundis η Εκ Βαθεων
Άρθρο του Παύλου Παυλίδη
Είναι μερικά πράγματα στις ζωές μας που είναι μνημειώδη. Ίσως τη στιγμή που μας συμβαίνουν, να μην μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε το μεγαλείο τους αλλά περνώντας ο καιρός, καταλαβαίνουμε τι πραγματικά συνέβη.
Μια τέτοια στιγμή είναι και η στιγμή που έπεσε στα χέρια μου το De profundis του Oscar Wilde. Θυμάμαι τη στιγμή που το πήρα στα χέρια μου και ξεκίνησα να το διαβάζω. Θυμάμαι ποιος μου το πρότεινε. Θυμάμαι την συγκριμένη έκδοση του βιβλίου, μια σπάνια και παλιά έκδοση που δεν μπορεί να βρεθεί πλέον στα βιβλιοπωλεία. Τα θυμάμαι όλα.
Και επειδή όσα και να γραφτούν για αυτό το αριστούργημα, πάντα θα υπάρχουν και άλλα τόσα να γραφτούν. Κριτικός λογοτεχνίας δεν είμαι. Ένας απλός αναγνώστης είμαι που όμως θέλω να μιλήσω για το αγαπημένο μου βιβλίο. Για την κορυφή της παγκόσμιας, λογοτεχνικής δημιουργίας.
Όσες φορές και να το διαβάσω, πάντα βρίσκω επιπλέον επιχειρήματα για να επιβεβαιώσω τις πολλαπλές αναγνώσεις του συγκεκριμένου βιβλίου. Γι’ αυτό θα γράψω την κάθε «ανάγνωση ξεχωριστά. Με εντονότερα, bold, γράμματα θα είναι αποσπάσματα από το βιβλίο. Ενώ τα αρχικά O.W. είναι η συντομογραφία του ονόματος του συγγραφέα Oscar Wilde.
Ανάγνωση 1η
Το Εκ Βαθέων είναι μια ένα κατηγορώ προς την πουριτανική βικτοριανή Αγγλία. Μέσα από το γράμμα του μπορεί κάποιος να καταλάβει την διαστρεβλωμένη εποχή που ζούσε ο Ο.W.
– Ο Μπόζυ (Άλφρεντ Ντάγκλας) είναι “φίλος” του Ο.W.
– Ο Μπόζυ θέλει να καταστρέψει τον πατέρα του και έχει ως μοναδικό σκοπό να τον τραβήξει στα δικαστήρια και να τον ταπεινώσει γιατί είναι ίδιοι. και όπως λέει “όταν υπάρχει μίσος ανάμεσα σε δύο ανθρώπους τότε υπάρχει και ένα είδος δεσμού ή αδελφοσύνης. Σιχαινόσαστε ο ένας τον άλλο όχι γιατί διαφέρετε σε κάποια πράγματα αλλά γιατί σε κάποια είστε ίδιοι” και συνεχίζει γενικεύοντας “μια τέτοια στάση μπορεί να είναι αποδεκτή και κοινή στις μέρες μας”
– Οι γυναίκες φαινομενικά είναι αδύναμες αλλά στα παρασκήνια κινούν τα σχοινιά. Χωρίς όμως να έχουν το θάρρος να βγουν στη σκηνή. Ο Μπόζυ ζητάει από τη γυναίκα του Ο.W. να μεσολαβήσει και να τον συγχωρέσει. Η μητέρα του Μπόζυ γράφει συνέχεια γράμματα στον Ο.W. ζητώντας του πράγματα για τον γιο της. Και ενώ ξέρει τα μειονεκτήματα του (ανικανότητα να μείνει μόνος, ματαιοδοξία και παντελής έλλειψη της αίσθησης των χρημάτων) παρ’ όλα αυτά δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες της “όπως εσύ έκανες ότι μπορούσες για να ρίξεις επάνω μου τις ανήθικες ευθύνες σου, έτσι και η μητέρα σου έκανε ότι μπορούσε για να ρίξει επάνω μου τις ηθικες ευθύνες της απέναντί σου”
– Οι ευγενείς αποζητούσαν την όποια προβολή με όποιο κόστος. Ο πατέρας του Μπόζυ ήταν διατεθειμένος για να συζητηθεί στον κύκλο του να κάνει φασαρία σε μια πρεμιέρα ενός θεατρικού του Ο.W. όχι γιατί ο γιος του είχε σχέση με τον O.W. αλλά απλά για να τραβήξει τα βλέμματα πάνω του.
– Οι υπόλοιποι ευγενείς που θέλανε τον Ο.W. στην παρέα του αλλά και οι θεατράνθρωποι που τον παρακαλούσαν να τους γράψει ένα θεατρικό, μόλις μπήκε στην φυλακή τον ξέχασαν. Και γι’ αυτό μιλάει για την υπέρτατη κίνηση του φίλου του Ρόμπυ που όταν τον πήγαν από τη φυλακή στο δικαστήριο Πτωχεύσεων ο Ρόμπυ τον περίμενε και μόλις πέρασε ο Ο.W. από μπροστά του αυτός έβγαλε το καπέλο και υποκλίθηκε όταν όλοι οι υπόλοιποι των περιγελούσαν.
– Ένα κατηγορώ προς την ίδια την κοινωνία η οποία μόλις βγει θα τον έχει πετάξει. Και ενώ θεωρητικά τον έχει φυλακίσει και αφού τον βγάζει θεωρεί ότι σωφρονίστηκε αυτή τον περιθωριοποιεί. “Πολλοί άνθρωποι, μετά την απόλυση τους, κουβαλούν τη φυλακή μαζί τους και την κρύβουν σαν ταπεινό μυστικό. Η κοινωνία ασκεί το διακίωμα να επιβάλει φοβερές τιμωρίες στο άτομο αλλά έχει το ελλάτωμα της επιπολαιότητας. Όταν η τιμωρία του ανθρώπου τελειώνει, τον παρατάει μοναχό του. Στην πραγματικότητα ντρέπεται για τις πράξεις της και αποφεύγει αυτόν που τιμώρησε”
Ανάγνωση 2η
Είναι ένα κατηγορώ στον Μπόζυ. ” μπήκες με το στανιό σε μια ζωή υπερβολικά μεγάλη για σένα, μια ζωή που η τροχιά της ξεπερνούσε την οπτική σου ικανότητα όσο και τη δυνατότητα εξέλιξης σου”. Ο Μπόζυ ήταν χειριστικός και κατάφερνε να κάνει ότι θέλει τους ανθρώπους γύρω του. Την μητέρα του να μην μπορεί να του μιλήσει και να τον κάνει να δει τα λάθη του. Τον πατέρα του να ξεκινάει ένα κυνήγι του Ο.W. εξαιτίας του γιού του. Και τον Ο.W. να πληρώνει την ακριβή ζωή του, τις χασούρες στα χαρτιά, τα ταξίδια στο εξωτερικό και το ύστατο λάθος κατάφερε το Ο.W. να ξεκινήσει την δίκη (για συκοφαντία) εναντίον του πατέρα του.
Ο Μπόζυ ήταν ένας άνθρωπος ό οποίος δεν μπορούσε να καταλάβει το ύψος του Ο.W. πάντα χρησιμοποιούσε όλες τις μεθόδους για να είναι δίπλα του. Ήταν φθηνός και λίγος για έναν άνθρωπο σαν τον Ο.W. αλλά πάντα μπορούσε να γυρίζει πίσω. Και όχι απολογητικά αλλά σαν θριαμβευτής και έχοντας πάντα το πάνω χέρι. Και όπως παραδέχεται ο Ο.W. αυτό ήταν το μεγαλύτερο του λάθος, ότι πάντα δεχόταν πίσω τον Μπόζυ.
Ο Μπόζυ και δεν μπορούσε να αγαπήσει αλλά και ήταν κακός λόγιος (ανεξάρτητα από τις σπουδές του στον Οξφόρδη). Στον Ο.W. δεν άρεσε η μετάφραση της Σαλώμης από τον Μπόζυ. δεν μπορούσε να εκτιμήσει την αγάπη, ούτε προς το πρόσωπο του αλλά ούτε και προς τους άλλους. Στο μονο που ηταν καλός ήταν να γράφει προσβλητικές επιστολές (απέναντι στον Ο.W., στον πατέρα του ή ακόμα και στους φίλους του Ο.W.) “Υπάρχει ένα τακτ στην αγάπη και ένα τακτ στην λογοτεχνία. Σου έλλειψαν και τα δύο”.
Το μίσος του για τον πατέρα του ήταν η μεγαλύτερη τραγωδία στη ζωή του. Γιατί ενώ θα μπορούσε μεσω της σχέσης του με τον Ο.W. να μεταμορφωθεί αυτός δεν κατάφερε τίποτα. “Το μισος μέσα σου υπήρξεπάντα ισχυρότερο από την αγαπη. Το μίσος για τον πατέρα σου ήταν ισχυρότερο από την αγάπη σου για μένα”
Αναγνωση 3η
για την Τέχνη και θρησκεία (η τέχνη είναι σύμβολο γιατί ο άνθρωπος είναι σύμβολο)
“Η αλήθεια στην Τέχνη είναι η ενότητα ενός πράγματος με τον εαυτό του. Το εξωτερικό εκφράζει το εσωτερικό. Η ψυχή παίρνει σάρκα. Το σώμα κοινωνεί με το πνεύμα”
Ως απόλυτο πρεσβευτή της τέχνης βρίσκει τον Χριστό, ο οποίος “ψάχνει πάντα την ψυχή του ανθρώπου. Την αποκαλεί βασιλεία του θεού και την βρίσκει στον καθένα”. Είναι αυτός που εκανε τους ανθρώπους να τον αγαπούν μετά το θάνατο του όσο τον αγαπούσαν και κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ορίζει τον Χριστό ως ατομιστή γιατί ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι θέλει να μετατρέψει έναν κλεφτh σε έντιμο άνθρωπο. Αντίθετα όταν έλεγε “συγχωρείτε τους εχθρούς υμών” δεν το έκανε για το καλό των εχθρών του αλλά για το δικό του καλό. ήταν χάρη προς τον εαυτό του. Επειδή η αγάπη είναι πιο όμορφη από το μίσος.
Ο Χριστός δεν ήταν μόνο ο υπέρτατος ατομιστής αλλά ήταν και ο πρώτος της ιστορίας. όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι είναι απλοί. Οι σκέψεις τους ανήκουν σε κάποιον άλλο, οι ζωές τους είναι μιμητισμός, τα πάθη τους είναι σκέτη αντιγραφή. “Η άποψη του Χριστού για τη ζωή είναι η άποψη του καλλιτέχνη που ξέρει ότι σύμφωνα με το νόμο της αυτοτελείωσης, ο ποιητής πρέπει να τραγουδήσει, ο γλύπτης να στοχαστεί πάνω στον μπρούντζο και ο ζωγράφος να κάνει τον κόσμο καθρέφτη των ψυχικών του διαθέσεων” ” Ο Χριστός δεν λέει ζείτε για τους άλλους. Δείχνει πως δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στις ζωές των άλλων και τη δική μας. Και αυτή η ματιά χαρίζει μια πλατιά και τιτάνια προσωπικότητα στον άνθρωπο” Και συνεχίζει τον παραλληλισμό της τέχνης με τον Χριστό λέγοντας “Κάθε μοναδικό έργο τέχνης είναι η μετατροπή μιας ιδέας σε εικόνα. Κάθε μοναδικό ανθρώπινο πλάσμα θα έπρεπε να είναι η πραγμάτωση κάποιου ιδανικού. Είτε στον πνεύμα του θεού είτε στο πνεύμα του ανθρώπου
Ανάγνωση 4η
Η προσωπική ευθύνη
Ενώ ξεκινάει ως ένα κατηγορώ στον Μπόζυ σχετικά με τα δεινά που του έφερε, καταφέρνει να αναγνωρίσει την ατομική του ευθύνη μέσα σε ολο αυτό. Αν και διατηρεί την αυτογνωσία του, η οποία φτάνει σε σημεία αλαζονείας, παρ’ό λα αυτά
– Θα αρχίσω με τη βεβαίωση ότι κατακρίνω τρομερά τον εαυτό μου.
– πρέπει να πω ότι μόνος μου κατέστρεψα τον εαυτό μου και πως κανένας (μικρός ή μεγάλος) δεν μπορεί να καταστραφεί παρά μόνο από το δικό του χέρι
– Εγώ έχω ντροπιάσει το όνομα μου δια παντώς. Το κατάντησα μια αγοραία βρισιά για αγοραίους ανθρώπους. Το έσυρα μέσα στον άθλιο βούρκο.
-Μισή ώρα με την τέχνη αποτελούσε για μένα πολύ περισσότερο από μια αιωνιότητα μαζί σου
-Έγινα άσωτος υιός της ίδιας της ιδιοφυΐας μου.
– “Ο κόσμος θεωρούσε τρομερό το γεγονός ότι κάθισα στο ίδιο τραπέζι με τα κακά στοιχεία της ζωής και το ότι βρήκα ευχάριστη τη συντροφιά τους. Μου έδιναν την εντύπωση ότι γλεντάω με πάνθηρες. ΑΛλά η μισή ευχαρίστηση οφειλόταν στον κίνδυνο
-Πρέπει να σε συγχωρήσω. Δε γράφω αυτό το γράμμα για να βάλω την πίκρα στην καρδιά σου αλλά για να την βγάλω από τη δική μου.
Ανάγνωση 5η
μια επιστολή γεμάτη σοφίες περί ζωής, τέχνης και αγάπης
– Μια μέρα χωρίς δάκρυα είναι μια μέρα που η καρδιά σου είναι σκληρή και όχι μια μέρα που νιώθεις χαρούμενος
-Ο χρόνος και ο χώρος είναι συνθήκες της σκέψης
– Στην τέχνη οι καλές προθέσεις δεν έχουν καμία αξία. Όλη η κακή τέχνη βασίζεται σε καλές προθέσεις.
– Η χειρότερη ταπείνωση είναι να σε θεωρήσει (κάποιος) ανάξιο να κλάψεις δίπλα του στη στεναχώρια του
– Οι αμαρτίες της σάρκας δεν είναι τίποτα. Μονάχα οι αμαρτίες της ψυχής ντροπιάζουν τον άνθρωπο.
– και όλα τα παραπάνω με bold.
Όπως, όμως, και να δει κάποιος το συγκεκριμένο έργο, το de profundis είναι μια αριστοτεχνική ύφανση όλων των παραπάνω. ένα κείμενο που ενώ ξεκινά σαν μια επιστολή σε έναν αποδέκτη, μεταμορφώνεται σε απολογία, σε θρησκευτική μαρτυρία και καταλήγει σε ένα κείμενο για δημόσια προβολή που πραγματεύεται πανανθρώπινες αξίες όπως η αγάπη, ο χρόνος, η οικογένεια, η θρησκεία, η τέχνη, η αλήθεια, η ανεκτικότητα, η διαφορετικότητα.
Ένα βιβλίο που θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία. Ένα βιβλίο που όλοι οι γονείς θα πρέπει να συζητήσουν κάποια στιγμή με τα παιδιά τους. Ένα βιβλίο μνημείο του ανθρώπινου πολιτισμού. Ένα βιβλίο που χαίρομαι που έπεσε στα χέρια μου. Ένα βιβλίο που, σίγουρα, με έκανε καλύτερο άνθρωπο.
Σύνταξη:Παύλος Παυλίδης
Γεννήθηκα στην Γερμανία (τότε Δυτική Γερμανία) το 1975. Μεγάλωσα, πήγα σχολείο και τελικά έφυγα από την Παλαιοκώμη Σερρών το 1994 για να σπουδάσω. Το 2000 τελείωσα και το ΜΒΑ και μετά από ένα σύντομο πέρασμα στον ελληνικό στρατό, βγήκα στην αγορά εργασίας. Κατέληξα για πολλά χρόνια στέλεχος σε πολυεθνική εταιρία.
Αλλά αν για κάτι είμαι περήφανος είναι γιατί μπορώ να σκέφτομαι.
Τα υπόλοιπα θα τα πουν οι άνθρωποι που με γνωρίζουν.
Αγαπημένο μου quote, από την «Ασκητική» του Καζαντζάκη:
«’Ο,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά»