ΑΝΝΑ ΜΥΚΩΝΙΟΥ: “ΠΑΝΤΑ ΕΒΛΕΠΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΣΑΝ ΕΝΑ ΟΠΛΟ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΜΑΣ, ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ”
Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου
Η Άννα Μυκωνίου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο ΑΠΘ. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι, στο πανεπιστήμιο Sorbonne IV, πάνω στη σύγχρονη λογοτεχνία και τη σύγχρονη τέχνη. Στη συνέχεια εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο ίδιο Πανεπιστήμιο, με θέμα την σύγχρονη ποίηση του 20ου αιώνα, την οποία υποστήριξε το 1992. Δημοσίευσε πολλές μελέτες και άρθρα πάνω στα σύγχρονα λογοτεχνικά κινήματα, πάνω στο θέατρο, καθώς και μια μονογραφία πάνω στο έργο του Οδυσσέα Ελύτη με θέμα “Ελύτης – Σουρεαλισμός, η καταγραφή μιας επίδρασης”
Μετά το τέλος των σπουδών της, από το 1992 – 2015 δίδασκε Ελληνική, Παγκόσμια και Παιδική Λογοτεχνία στο τμήμα Βιβλιοθηκονομίας του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης. Παράλληλα απασχολείται στην οικογενειακή επιχείρηση που εδρεύει στο Λάκκωμα Χαλκιδικής ως Γενική Διευθύντρια.
Από το 2015 διατελεί Πρόεδρος και Διευθύνουσα Σύμβουλος του Κέντρου Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
Από την Γαλλική φιλολογία στην σύγχρονη λογοτεχνία και τέχνη και έπειτα στην σύγχρονη ποίηση. Ποια είναι η κοινή συνιστώσα σε αυτή την διαδρομή και πως κινηθήκατε πάνω σε αυτή;
Η σύγχρονη λογοτεχνία είναι ο τομέας μου, οι σπουδές μου, ο επιστημονικός μου χώρος. Είχα την τύχη να έχω υποστηρικτικούς γονείς, που δεν επέμειναν να γίνω δικηγόρος ή γιατρός και έτσι σπούδασα στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης λογοτεχνία και υποστήριξα το Διδακτορικό μου πάνω στην ποίηση του 20ου αιώνα. Στη συνέχεια δίδαξα Ελληνική, παιδική και παγκόσμια λογοτεχνία στο Διεθνές πανεπιστήμιο, για 23 συναπτά έτη, παράλληλα με την επιχειρηματική μου ενασχόληση. Η διαδρομή μου όμως σε αυτό το χώρο καθορίστηκε από την σχέση μου με την ποίηση, που είναι σχεδόν ερωτική. Πάντα κάτι ανακαλύπτω, όσες φορές και να διαβάσω ένα ποίημα. Και αγαπώ εξίσου να μυώ κάποιον στα ποιήματα που αγαπώ.
Από το 2015 είστε Πρόεδρος, Διευθύνουσα Σύμβουλος και πρόσφατα καλλιτεχνική διευθύντρια του Κέντρου Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Πώς φτάσατε να αναλάβετε μια τόσο απαιτητική θέση και ποιες δυσκολίες συναντήσατε;
Όταν ανέλαβα το Κέντρο πολιτισμού το 2015 είχε πολλά προβλήματα, κυρίως οικονομικά, που σε συνεργασία με την Διοίκηση του περιφερειάρχη Απόστολου Τζιτζικώστα καταφέραμε και τα λύσαμε. Όταν ανέλαβα τα ήξερα τα προβλήματα, αλλά ήταν μια πρόκληση και εγώ στην ζωή μου αγαπώ τις προκλήσεις.
Σήμερα, ο φορέας πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας έχει πετύχει πολλά. Έχει εξαιρετική συνεργασία με τους μεγάλους Οργανισμούς της Βορείου Ελλάδος, έχει καθιερώσει δύο σημαντικούς θεσμούς – το «Φεστιβάλ Επταπυργίου» και τις «Βραδιές πολιτισμού στη βίλλα Αλλατίνη», παρουσιάζει δικές του παραγωγές σε πολιτιστικούς χώρους σε όλη την Περιφέρεια μας. Και περάσαμε και στην εξωστρέφεια. Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι μια παραγωγή του Φεστιβάλ Επταπυργίου, το ¨Γεννήθηκα στη Σαλονίκη» με τον Διονύση Σαββόπουλο θα παρουσιαστεί στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Το πιο σημαντικό επίτευγμα όμως της διοίκησης μου είναι η προσπάθεια αξιοποίησης, του ντόπιου καλλιτεχνικού δυναμικού. Αξιοποιούμε και αναδεικνύουμε τους καλλιτέχνες μας, γιατί αυτοί είναι η δύναμη μας.
Σύμφωνα με τον Πικάσο, η τέχνη είναι ένα εργαλείο πολέμου για να επιτίθεται, αλλά και να αμύνεται ενάντια στον εχθρό. Είναι για εσάς η τέχνη ένα εργαλείο στους δύσκολους καιρούς όπου διανύουμε, ικανή να μας υπερασπιστεί έναντι σε κάθε πρόκληση και αν ναι με ποιο τρόπο;
Πάντα έβλεπα την τέχνη σαν ένα όπλο του πολιτισμού μας, ενάντια στη βαρβαρότητα. Μόνο που ο τελευταίος αιώνας και οι παραλογισμοί του, μας έδειξαν ότι η βαρβαρότητα δεν βρίσκεται πιά έξω από τα τείχη μας. Είναι μέσα στο είδωλο μας στον καθρέφτη, που χαμογελά ειρωνικά με τις αυταπάτες μας, εκκολάπτεται στον διπλανό, τον ομοτράπεζο, φωλιάζει στις συλλογικότητες που ανήκουμε, στις κοινωνίες μας, που απατηλά θεωρούσαμε απρόσβλητες. Θεωρώ την τέχνη σαν ένα οξύ εργαλείο αυτοσυνείδησης, ατομικό και συλλογικό, ενάντια στην καθημερινότητα που αποκοιμίζει, ενάντια «στους σκοπούς που αγιάζουν τα μέσα», στον αυταρχισμό που όταν ο πολιτισμός μας πιστεύει ότι νίκησε, ξαναγεννιέται πάντα.
Το Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας κεντρικής Μακεδονίας αποτελεί ένα από τους σημαντικότερους φορείς ενίσχυσης και προαγωγής της πολιτιστικής ζωής στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Τι να περιμένουμε μελλοντικά από αυτό και πως σκοπεύει να ενισχύσει τον ήδη πρωτεύον ρόλο του σε μια διαρκώς μεταβαλλόμενη εποχή, όπως η σημερινή;
Σε δυο εβδομάδες παρουσιάζουμε το «Επίσημο Ένδυμα» με τον Νίκο Πορτοκάλογλου, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης. Προετοιμάζουμε ήδη το Φεστιβάλ Επταπυργίου του 2023 με σημαντικές συνεργασίες, αφιερώματα, βραδιές ποίησης και θεματικές βραδιές, με την συμμετοχή σπουδαίων δημιουργών. Για το άμεσο μέλλον ετοιμάζουμε μια παράσταση για παιδιά δημοτικού, που θα έχει και εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Θα είναι μια μαγική παράσταση με ζωντανή μουσική, ωραία κοστούμια και σκηνικά. Μια «μικρή όπερα για μικρούς και μεγάλους», όπως χαρακτηριστικά την περιγράφει ο δημιουργός της, Νίκος Κυπουργός «ΣΙΩΠΗ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΑΚΟΥΕΙ». Το λυρικό αυτό παραμύθι, με 16 συντελεστές επι σκηνής, θα παρουσιαστεί, σε συνεργασία με δημοτικά θέατρα και θα περιοδεύσει σε όλη την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Περισσότερα θα ανακοινωθούν το επόμενο διάστημα.
Πως θα χαρακτηρίζατε την καλλιτεχνική παραγωγή, προώθηση και αντίληψη αυτής από το κοινό στην Βόρειο Ελλάδα; Είναι το κοινό πλέον πιο εκπαιδευμένο και ανοιχτό από ότι παλαιότερα; Αυτό το πιθανό άνοιγμα ανοίγει νέους δρόμους στην έννοια του πολιτισμού;
Πιστεύω ότι ο σνομπισμός στην τέχνη είναι ότι χειρότερο υπάρχει. Η επιβλητική ομορφιά της όπερας αλλά και η δωρική λιτότητα του ρεμπέτικου ανήκουν σε όλους μας. Δεν πιστεύω στη τέχνη για λίγους και στη τέχνη για πολλούς. Εκείνο που όλοι μας οφείλουμε είναι να είμαστε εμμονικά ανοιχτοί, με αισθητήρια ευαίσθητα και αυτά τα αισθητήρια θα πρέπει να προσπαθήσει να αναπτύξει ένας οργανισμός σαν το Κέντρο Πολιτισμού.
Αγοραίες μορφές τέχνης αλλά και αυτές που θέλουν να απευθύνονται αλαζονικά σε κάποιες ελίτ υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντα. Είναι ίσως οι 2 πλευρές του ίδιου νομίσματος. Δεν τις υποτιμώ, πολλές φορές μέσα σε αυτές βρίσκεις διαμάντια, αλλά δεν είναι δική μας δουλειά να τις υπηρετήσουμε. Το κοινό μας πρέπει να το σεβόμαστε απόλυτα, αλλά όχι να το υπακούμε υποτακτικά.
Αγαπώ το κοινό της πόλης μου, είμαι άλλωστε κομμάτι του. Είναι δύσκολο, ξέρει να αντιστέκεται αλλά ξέρει και να πείθεται και να αγαπά και όταν αγαπά, αγκαλιάζει με θέρμη.
Σήμερα πλέον διαρκώς νέοι, άνθρωποι επιστήμονες και καλλιτέχνες με όραμα και θέληση ενώνουν τις δυνάμεις του για ένα κοινό στόχο, την τέχνη. Ποια θεωρείτε ότι είναι η σχέση τέχνης και επιστήμης και πως αυτοί οι δυο τομείς συνδιαλέγονται;
Επιστήμη και τέχνη είναι και τα 2 παιδιά της ίδιας μάνας, της ανθρώπινης αγωνίας για κατανόηση του κόσμου που μας περιβάλλει και της ατομικής και συλλογικής ύπαρξης μας. Ακολουθούν διαφορετικά μονοπάτια, η μία της αυστηρής ερευνητικής μεθόδου, που απωθεί μέτρο-μέτρο τα όρια της άγνοιας μας, η άλλη υπερβατική, διαισθαντική, δεν διστάζει να αλλάξει οπτικές γωνίες, να γκρεμίσει για να ξαναχτίσει. Συχνά οι δρόμοι τους συναντιούνται, συμπλέκονται με απρόσμενους τρόπους: οι προοπτικές γραμμές ενός αναγεννησιακού πίνακα, η ομορφιά του μικρόκοσμου κάτω από το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, η ακρίβεια που ανατέμνει την ανθρώπινη ψυχή ο αρχαίος τραγωδός, η κομψότητα μιας μαθηματικής έκφρασης. Δεν είναι τυχαίο ότι στο μακρύ δρόμο της ανθρώπινης ύπαρξης, επιστήμη και τέχνη ανθίζουν και παρακμάζουν μαζί, τρέφονται παρέα από την ελευθερία, απειλούνται μαζί από την βαρβαρότητα, πυλώνες και οι δυο αυτού που αποκαλούμε ανθρώπινος πολιτισμός.
Φτάνοντας στο τέλος της συζήτησης μας, αν σας ζητούσα να μου αναφέρετε μια σημαντική συμβουλή ή ένα ρητό το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πορεία σας μέχρι τώρα, ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;
Θα είναι τρεις στίχοι από την συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη «Ο μικρός ναυτίλος»
«Και ο κόσμος σού υπακούει. Εμπρός λοιπόν
Από σένα εξαρτάται. Τάχυνε την αστραπή
Πιάσε το ΠΡΕΠΕΙ από το ιώτα και γδάρε το ίσαμε το πι.»
Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου
Η Αγγελική Κερπιτσοπούλου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη.
Σπούδασε Θεωρητικός & Ιστορικός της τέχνης στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας και το πρώτο μεταπτυχιακό της στην Ψηφιακή Κουλτούρα & Νέα Μέσα στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης.
Πρόσφατα απέκτησε το δεύτερο Μεταπτυχιακο της Δίπλωμα στη Μουσειολογία & Διαχείριση Πολιτισμού του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Κύρια ερευνητικά της ενδιαφέροντα είναι τόσο η κοινωνική αλλαγή μέσα από την τέχνη, όσο και αλληλεπίδραση των νέων τεχνολογιών σε αυτή και στο Νέο Μουσείο.