TOP

ΕΛΠΙΔΑ ΡΙΚΟΥ:‘’… ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΙΣΩΣ, ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ, ΘΕΩΡΗΘΕΙ ΑΞΙΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΡΩΤΗΣΗΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΩΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΠΙΒΙΩΝΟΥΝ ΜΟΡΦΕΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΠΟΥ ΑΣΚΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΕΜΦΑΝΩΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΟΥ…

Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου

Η Ελπίδα Ρίκου είναι, PhD Κοινωνικής Ψυχολογίας, ανθρωπολόγος, εικαστικός , με ερευνητικό έργο πάνω σε θέματα τέχνης σε συνδυασμό με τις ανθρωπιστικές επιστήμες, την πολιτισμική πολιτική, την καθημερινή διαβίωση στην πόλη, το σώμα και την ψυχική υγεία. H Ελπίδα Ρίκου (γενν.1963, Αθήνα) σπούδασε κοινωνιολογία (Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα), κοινωνική ψυχολογία (D.E.A. και Doctorat, E.H.E.S.S., Παρίσι), κοινωνική ανθρωπολογία (D.E.A., Université Paris V-Sorbonne, Παρίσι) και εικαστικές τέχνες (Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας). ‘Εχει παρακολουθήσει εκπαιδευτικά σεμινάρια στην ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία (C.F.R.P. και S.P.F., Παρίσι, 1994-1997), έχει μετεκπαιδευτεί στην θεραπεία μέσω τέχνης (οκτάμηνο stage Université Paris VII-Denis Diderot, Παρίσι, 1997) και έχει διεξάγει έρευνες στο χώρο της ψυχιατρικής σε συνδυασμό με την τέχνη (εθελοντική συμμετοχή σε προγράμματα του 18ΑΝΩ, κά.).

Από το 1998 ως σήμερα έχει διδάξει κοινωνική ψυχολογία και κοινωνική ανθρωπολογία σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο σε διάφορα πανεπιστήμια (Αθηνών, Πάντειο, Κρήτης, Θεσσαλίας, Ε.A.Π.), όπως και σε προγράμματα βιωματικής μάθησης (Πράξη «Ακαδημία Πλάτωνος»).  Από το 2007 ως το 2022 δίδαξε Ανθρωπολογία και Σύγχρονη Τέχνη στο Τμήμα Θ.Ι.Σ.Τ.Ε. της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, ενώ μεταξύ 2011 και 2013 δίδαξε επίσης στο Μεταπτυχιακό Εικαστικών Τεχνών (Μ.Ε.Τ.) της ίδιας σχολής. Από το 2016 ως το 2022 πρότεινε και συντόνισε το Εργαστήριο Σύγχρονης Τέχνης του Δήμου Χαλανδρίου (σε συνεργασία με την εικαστικό Σ.Γρηγοριάδου). Από το 2019 ως το 2022 ερεύνησε  την εξέλιξη της καλλιτεχνικής έρευνας στην Ελλάδα (για το 2019-2020, σε συνεργασία με την  ιστορικό τέχνης Κ.Κωνσταντίνου και την υποστήριξη του Κέντρου ‘Ερευνας για τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες).

Οι δημοσιεύσεις της περιλαμβάνουν την εισαγωγή και επιμέλεια της συλλογής κειμένων  Ανθρωπολογία και Σύγχρονη Τέχνη (2013, Αλεξάνδρεια), της μετάφρασης του βιβλίου του M. Augé Για μια ανθρωπολογία των σύγχρονων κόσμων (1999, Αλεξάνδρεια), του τόμου Φωνές/Fonés με κείμενα και έργα καλλιτεχνών και κοινωνικών επιστημόνων (2016, νήσος, μαζί με τον Π.Πανόπουλο), καθώς και της μετάφρασης του βιβλίου του Α.Gell Τέχνη και Δράση (Μ.Ι.Ε.Τ., 2022 σε συνεργασία με τον Π.Πανόπουλο), του τόμου Αξία με κείμενα και έργα καλλιτεχνών και θεωρητικών (2018, νήσος, μαζί με Ε.Γιαλούρη και Α.Λαμπρόπουλο), ειδικού αφιερώματος The Art of Research Practices Between Art and Anthropology του ηλεκτρονικού περιοδικού Field. A Journal of Socially Engaged Art Criticism (issue 11, 2018, μαζί με Ε.Γιαλούρη) και ειδικού αφιερώματος στο ερευνητικό πρόγραμμα Learning from documenta στο ίδιο περιοδικό (issue 18-19, 2021, μαζί με Ε.Γιαλούρη και Α.Λαμπρόπουλο). ‘Εχει δημοσιεύσει άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους, καταλόγους εκθέσεων και στον ημερήσιο τύπο.

Το καλλιτεχνικό της έργο περιλαμβάνει ζωγραφική, video και συμμετοχικές δράσεις. Από το 2010 συντονίζει  καλλιτεχνικά και ερευνητικά projects με διεπιστημονικό χαρακτήρα, στα οποία συμμετέχει και η ίδια ως ανθρωπολόγος και εικαστικός. Από το 2014 είναι ιδρυτικό μέλος του TWIXTlab (Α.Μ.Κ.Ε.), ερευνητικού, εκπαιδευτικού και δημιουργικού εγχειρήματος που τοποθετείται μεταξύ τέχνης, ανθρωπολογίας και καθημερινής ζωής. Το 2021 άνοιξε το or.artspace στο Κουκάκι, ένα εργαστήριο όπου δημιουργούνται (από την ίδια και συνεργάτιδες/ες της), εκτίθενται και πωλούνται έργα σύγχρονης τέχνης.

– Έχετε ασχοληθεί εκτενώς με την ανθρωπολογία και τη σύγχρονη τέχνη. Αν σας ρωτούσα να μου πείτε δυο λόγια για αυτό το δίπολο ποια θα ήταν;

Σε γενικές γραμμές, ο συνδυασμός σύγχρονης τέχνης και ανθρωπολογίας υποβοηθά την κριτική σκέψη και την ανατρεπτική και δημιουργική δράση σε επείγοντα ζητήματα πολιτισμού και πολιτικής (όπως η κλιματική αλλαγή, η αποαποικιοποίηση, η μετανάστευση, οι έμφυλες ταυτότητες και άλλα). Πρόκειται, πράγματι, για ένα δίπολο που έχει έρθει στο προσκήνιο τις τελευταίες δεκαετίες λόγω των αναζητήσεων εκατέρωθεν και έχει δώσει πολλά ενδιαφέροντα πρότζεκτς που έχουν καλλιτεχνική, θεωρητική και πολιτική σημασία (ειδικά κατά τη δεκαετία του 1990 με την “εθνογραφική στροφή” στην τέχνη). Ωστόσο, δεν είναι εύκολη και ούτε πάντα παραγωγική αυτή η διασύνδεση γιατί πολλά φέρνουν κοντά τους δύο τομείς, αλλά είναι σημαντικά και αυτά που τους διαφοροποιούν.Υπάρχουν πολλές συνεργασίες που διαρκούν ελάχιστα και όπου μόνο τυπικά γίνεται η αναφορά στο έτερο πεδίο.

Θα ευχόμουν, πάντως, να μη νοείται και να μην παραμείνει η εν λόγω σχέση ως δίπολο αφ’ενός διότι τα δίπολα δεν βοηθούν την κριτική σκέψη και αφ’ετέρου γιατί η διασύνδεση τέχνης και ανθρωπολογίας θα μπορούσε να μην αφορά μόνο κάποιες τάσεις της τέχνης ή κάποιες αναζητήσεις της ακαδημίας, αλλά μια ουσιαστικότερη ανάγκη για παραγωγή πολιτισμού σε νέες κατευθύνσεις, με αυτεπίγνωση και θάρρος ώστε να γίνουν ρήξεις με την καθεστυκία τάξη πραγμάτων που είναι πλέον επικίνδυνη για την ίδια την επιβίωση του ανθρώπινου και να βρεθούν βιώσιμες εναλλακτικές μέσα από μια δημιουργική σύμπραξη. Νομίζω ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο εφόσον οι δύο αυτές δραστηριότητες απεμπλακούν, εν μέρει τουλάχιστον, από τις αντίστοιχες θεσμικές τους δεσμεύσεις – οι οποίες τις διαφοροποιούν μεταξύ τους, προσδίδουν ισχύ και κύρος στις ταυτότητες, ενώ οδηγούν και σε ανταγωνισμό και συγκρούσεις- και συνδεθούν με ευρύτερες κοινωνικές, όπως και προσωπικές, ανησυχίες και διεκδικήσεις.

– Η ανθρωπολογία είναι μια κριτική επιστήμη του πολιτισμού και ο κριτικός της προσανατολισμός στηρίζεται κυρίως στην ευρύτατη εποπτεία των ανθρώπινων πολιτισμών. Τι πιστεύετε θα ερευνούσαν περισσότερο οι ανθρωπολόγοι του μέλλοντος από τον δικό μας πολιτισμό;

Αν δοκιμάσω αυτήν την άσκηση φαντασίας, θα υποθέσω κατ’αρχάς ότι σε ένα μακρινό μέλλον εκλείπουν οι ίδιοι οι ανθρωπολόγοι διότι οι κοινωνικές επιστήμες έχουν συρρικνωθεί ή συγχωνευτεί και μια νέα σύνθεση έχει προκύψει, ή ακόμα διότι έχει διαπιστωθεί ότι δεν έχει νόημα να διαχωρίζεται το ανθρώπινο από το μη ανθρώπινο, κ.ό.κ. ‘Οσο για τον πολιτισμό το “δικό μας” (αφού προσδιορίσουμε το πώς οριοθετείται και πώς ανήκουμε εμείς σε αυτόν -κάτι που ήδη δημιουργεί πολλά ερωτήματα- και αν δεχτούμε, έστω,ότι αναφερόμαστε σε κάποιες περιοχές της Ευρώπης και της Αμερικής), αυτό που ίσως, μελλοντικά, θεωρηθεί άξιο έρευνας και αναρώτησης είναι το πώς συνεχίζουν να επιβιώνουν μορφές εξουσίας που ασκούνται από ελάχιστους και είναι εμφανώς καταστροφικές για τις κοινωνίες και τον πλανήτη στο σύνολό του.

– Τι είναι  αυτό που κάνει κυρίως τις μη-δυτικές κοινωνίες αντικείμενο μελέτης και ανάλυσης  σε σχέση με τις κοινωνίες που ζούμε;

Αυτό που κατέστησε τις μη δυτικές κοινωνίες αντικείμενο μελέτης της ανθρωπολογίας στις απαρχές της τουλάχιστον – γιατί σήμερα δεν θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε το ίδιο- ήταν, σε γενικές γραμμές, το ίδιο το φαινόμενο της αποικιοκρατίας, εντός του οποίου εδραιώθηκε και η ανθρωπολογία ως επιστήμη, η οποία όμως χρησίμευσε στη συνέχεια και ως εργαλείο κριτικής του. Οι αντιλήψεις περί “πρωτόγονου” με την αμφισημία που εμπεριέχουν, του κατώτερου αλλά και του πρωτογενούς, θεμελιώδους ή εξωτικού, όπως και οι πεποιθήσεις περί “αντικειμενικότητας” της επιστήμης που επέβαλε κάποιου είδους αποστασιοποίηση, οδήγησαν τους πρώτους ανθρωπολόγους να απομακρυνθούν από τα οικεία τους περιβάλλοντα και να οριοθετήσουν ένα μη δυτικό “άλλο” ως αντικείμενό τους. Σήμερα, η κατάσταση στην ανθρωπολογία είναι πολύ διαφορετική, αλλά ίσως έχει παραμείνει κάτι από τις απαρχές ως διαχρονικό χαρακτηριστικό, με την έννοια ότι η ανθρωπολογία θα μπορούσε να θεωρηθεί διαρκής άσκηση- όχι πάντα επιτυχημένη- συνδιαλλαγής με την ετερότητα, εντός και πέραν του εαυτού μας.

– Τι είναι αυτό που κάνει ένα έργο ανθρωπολογικό;

Πιθανόν η αναφορά στη μέθοδο, την ιστορία και το παρόν της ανθρωπολογικής σκέψης, και ίσως ένα γενικότερο άνοιγμα στην ετερότητα (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό)

– Το πρότζεκτ  TWIXTlab, στο οποίο είστε ιδρυτικό μέλος, για ποιο λόγο δημιουργήθηκε και ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του; Σε ποιους απευθύνεται και πώς μπορεί κανείς να εισχωρήσει στον κόσμο του;

To TWIXTlab (https://twixtlab.com/) ιδρύθηκε το 2014, εν μέσω της λεγόμενης “κρίσης” στην Ελλάδα, με στόχο να διαμορφώσει μια μακροχρόνια προοπτική συνεργασίας ανθρωπολόγων και καλλιτεχνών όσον αφορά την έρευνα, τη δημιουργία έργων, την κοινωνικοπολιτική παρέμβαση αλλά και απλά, την επαγγελματική επιβίωση. Κατά τη διάρκεια της δεκαετούς λειτουργίας της ως σήμερα, η ομάδα του TWIXTlab ( που την αποτελούν η Σοφία Γρηγοριάδου, φιλόλογος, ανθρωπολόγος και εικαστικός, ο Γιώργος Σαμαντάς, ανθρωπολόγος και sound designer, η Ευγενία Βακαλοπούλου, φυσικός και περφόρμερ, και η γράφουσα, κοινωνική ψυχολόγος, ανθρωπολόγος και εικαστικός) έχει διοργανώσει και συμμετάσχει σε ερευνητικά πρότζεκτς, εργαστήρια, διαλέξεις, προβολές και διάφορες άλλες δράσεις και εκδηλώσεις.Το TWIXTlab είναι Α.Μ.Κ.Ε., σε μεγάλο ποσοστό αυτοχρηματοδοτούμενη, ενώ και οι χρηματοδοτήσεις που αναζητά είναι κατά κύριο λόγο δημόσιες. Ως το καλοκαίρι του 2023 είχε έδρα σε ενοικιαζόμενο χώρο στην οδό Εμπεδοκλέους στο Παγκράτι και σήμερα έχει μεταφέρει την έδρα της στο Χαλάνδρι και οι δράσεις της φιλοξενούνται σε διάφορους χώρους, με κεντρικό το or.artspace (https://orartspace.com/) που ίδρυσα στο Κουκάκι το 2021, στην ίδια περίπου προοπτική με το TWIXTlab, με μεγαλύτερη όμως έμφαση στην τέχνη (τη δημιουργία, την έκθεση και πώληση έργων σύγχρονης τέχνης).Tο TWIXTlab, όπως και το or.artspace (όπου και εκεί, εκτός από εκθέσεις, πραγματοποιούνται εργαστήρια και φιλοξενούνται καλλιτεχνικά πρότζεκτς), απευθύνονται τόσο σε πρόσωπα που εξειδικεύονται στις τέχνες και τις επιστήμες, όσο και στο ευρύ κοινό που δεν έχει προηγούμενη επαφή με τη σύγχρονη τέχνη, σε κάθε άτομο, δηλαδή, που έχει διάθεση να εμπλακεί βιωματικά και να διερευνήσει, θεωρητικά αλλά και έμπρακτα, ζητήματα που απασχολούν την καθημερινότητά του με τα εργαλεία που δίνουν η τέχνη και οι κοινωνικές επιστήμες.

–  Παράλληλα με όλα τα παραπάνω, έχετε ασχοληθεί και με την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία. Πόσο κοντά είναι ανθρωπολογία, τέχνη και ψυχανάλυση και ποιο είναι το κοινό τους στοιχείο;

Αν μπορούμε να βρούμε ένα κοινό στοιχείο στις τρεις αυτές δραστηριότητες -ανάλογα, βέβαια, πώς τις αντιλαμβάνεται κανείς και πώς τις ασκεί, γιατί υπάρχουν πολλοί τρόποι και πολλές απόψεις σχετικά- θα λέγαμε ότι αφορούν τη σχέση μας με την ετερότητα. Στην πράξη, ο συνδυασμός δεν είναι εύκολος, γιατί υπάρχουν πολλές διαφορές που μπορούν να οδηγήσουν σε παρερμηνείες.‘Οσον με αφορά, πάντως, η ενασχόλησή μου με τα τρία αυτά πεδία υποσκάπτει, μέσα στο χρόνο, ριζικά την εντύπωση ότι γνωρίζω ή κατέχω οτιδήποτε, αφήνοντάς με σε μια συνθήκη ένδειας αλλά και αποφασιστικότητας και ελευθερίας.

–   Είναι η ανθρωπολογία ένας από τους βασικούς τρόπους να κατανοήσουμε τον κόσμο γύρω μας και να μπορέσουμε να συνυπάρξουμε αρμονικά σε ένα ουτοπικό ίσως αισιόδοξο μέλλον; Αν ναι με ποιον τρόπο;

Δε νομίζω ότι η ανθρωπολογία έχει αυτή τη δυνατότητα, από μόνη της. Σίγουρα, βοηθάει στην καλύτερη κατανόηση των κοινωνικών σχέσεων και στην κριτική σκέψη. Αυτό που μετράει για εμένα, όσον αφορά την ανθρωπολογία, δεν είναι η επιστήμη καθαυτή, η ακαδημαϊκή γνώση και το κύρος που ενδεχομένως τη συνοδεύει, αλλά η εμπειρία των ανθρωπολόγων στο πεδίο, που παραμένει εν μέρει άρρητη ή ίσως τείνει να ενδιαφέρει λιγότερο από την θεωρία, δηλαδή η ζωή “μαζί” με τους άλλους, η βιωμένη επαφή και απόπειρα συνδιαλλαγής με “άλλα” άτομα, κοινότητες, γλώσσες, με διαφορετικούς τρόπους ζωής και σύλληψης του κόσμου. Αυτή η εμπειρία (όπως και η καλλιτεχνική δημιουργία και η ψυχαναλυτική διαδικασία) επιτρέπει να μην θεωρήσουμε αυτό που ζούμε σήμερα ως δεδομένο, να φανταστούμε και να αγωνιστούμε για κάτι διαφορετικό.

Ευχαριστώ ιδιαίτερα την Ελπίδα Ρίκου.

Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου

Η Αγγελική Κερπιτσοπούλου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη.

Σπούδασε Θεωρητικός & Ιστορικός της τέχνης στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας και το πρώτο μεταπτυχιακό της στην Ψηφιακή Κουλτούρα & Νέα Μέσα στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης.

Πρόσφατα απέκτησε το δεύτερο Μεταπτυχιακο της Δίπλωμα στη Μουσειολογία & Διαχείριση Πολιτισμού του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Κύρια ερευνητικά της ενδιαφέροντα είναι τόσο η κοινωνική αλλαγή μέσα από την τέχνη, όσο και αλληλεπίδραση των νέων τεχνολογιών σε αυτή και στο Νέο Μουσείο.