TOP

“ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΚΙ ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ” -ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ “ΤΕΤΑΡΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ” ΣΕ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΠΟΛΥΞΕΝΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Κριτική:Ανδριάνα-Άννα Τσιότσιου

Ενώ έχουμε αρχίσει να μετράμε αντίστροφα για την επανέναρξη των ζωντανών θεαμάτων, το Κ.Θ.Β.Ε. προσφέρει δωρεάν τις διαδικτυακές παραστάσεις του μέσα από το κανάλι του στην ιστοσελίδα vimeo.gr. Αυτή είναι μια ευκαιρία που παρά τις όποιες επιφυλάξεις μου για το αν είναι το ίδιο να παρακολουθείς μία παράσταση από τον υπολογιστή σου με το να την παρακολουθείς στην αίθουσα, δεν μπορούσα να αφήσω ανεκμετάλλευτη. Ομολογώ πως η εμπειρία είναι πολύ καλύτερη από όσο φανταζόμουν, χωρίς φυσικά, να τίθεται θέμα σύγκρισης των δύο τρόπων παρακολούθησης.

Στην Τέταρτη Διάσταση, που σκηνοθέτησε η Πολυξένη Σπυροπούλου, βασισμένη στην ομώνυμη ποιητική συλλογή του σπουδαίου Γιάννη Ρίτσου, βλέπουμε να ξεδιπλώνεται επάνω στη σκηνή ένα σύμπαν φαντασιακό, εκείνη η «τέταρτη διάσταση» που δεν ξέρουμε αν είναι αληθινή αλλά στο μυαλό μας γυρνάει η σκέψη πως ίσως να είναι η μόνη αυθεντική. Ο ποιητής, εμπνευσμένος από την ελληνική μυθολογία, κάνει το δικό του σχόλιο γύρω από τον φθαρτικό χρόνο που κάνει τους ανθρώπους να ‘μετριούνται’ με το παρελθόν και τις πράξεις τους.

Οι χαρακτήρες, μέσα από αφηγηματικούς μονολόγους, αποκαλύπτουν τις ταυτότητές τους αλλά κυρίως, δίνουν στοιχεία της ιστορίας μέσα από τις δικές τους οπτικές γωνίες, που μέχρι τώρα κανείς δεν ήξερε γιατί κανείς δεν έγραψε για αυτούς. Το φεγγάρι, είναι διαρκώς παρόν τόσο στα ποιήματα του Ρίτσου όσο και στους μονολόγους. Το φως του δημιουργεί σκιές και προκαλεί την ανάγκη για εξομολόγηση. Οι ήρωες διερωτώνται γύρω από τη ματαιότητα των θυσιών και της υποταγής τους στη μοίρα που τους όρισαν άλλοι. Δηλώνουν πρόθυμοι να μην προβούν σε πράξεις που θα αλλοιώσουν την ηθική τους και θα οδηγήσουν, σύμφωνα με τους μύθους, στην τιμωρία τους. Ο Ορέστης (Δημήτρης Καρτόκης) αναφέρει πως δεν επιθυμεί να εκδικηθεί τη μητέρα του.

Οι ενδυματολογικές επιλογές και η εικαστική επιμέλεια της Μαρίας Ξυνοπούλου,εμπνευσμένες από την ποιητική συλλογή και την επιθυμία του Γιάννη Ρίτσου να θίξει μέσα από μυθολογικά θέματα, επίκαιρα κοινωνικά ζητήματα, σε συνδυασμό με την εικαστική επιμέλεια της Μαρίας Ξυνοπούλου, περιγράφουν πολύ περιεκτικά τον εκάστοτε χαρακτήρα. Έτσι, ο πολεμιστής Αίας (Ιορδάνης Αϊβάζογλου) είναι ντυμένος στα χακί ενώ η Χρυσόθεμις (Μάρα Τσικάρα) το κορίτσι που «δεν έλεγε να μεγαλώσει» παρά το βελουτέ ταγέρ και της γόβες που μαρτυρούν την ηλικία της, παίζει με κούκλες, οι οποίες ίσως να μην είναι καν δικές της αφού πάντα έπαιρνε τις «παλιές και σπασμένες κούκλες της αδερφής της» φτιάχνοντάς τες ακόμα πιο όμορφες από πριν. Τα σύμβολα χρησιμοποιούνται και πάλι αφειδώλευτα με την Ελένη (Μελίνα Αποστολίδου) να περιγράφει πώς πέταξε πάνω από τα τείχη δύο λουλούδια σε δύο αντίπαλους στρατούς, υπονοώντας τις εμφύλιες διαμάχες κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών.

Πρόκειται για μια παράσταση συνόλου, χωρίς πρώτους και δεύτερους ρόλους, γεμάτη με παράλληλους μονολόγους. Φλερτάρει ελαφρά με το θέατρο του παραλόγου, όχι επειδή μαρτυρά κάτι τέτοιο η Τέταρτη Διάσταση, αλλά επειδή τα όρια του χώρου και του χρόνου, με σκηνικά και κοστούμια να προέρχονται από διαφορετικές εποχές είναι πολύ ρευστά, όπως και οι ίδιοι οι ήρωες που συχνά έρχονται σε φανταστικό διάλογο μεταξύ τους. Ένα παιχνίδι ρόλων επί σκηνής, με την Περσεφόνη (Πολυξένη Σπυροπούλου) να είναι πότε θεατρικό πρόσωπο και πότε σκηνοθέτις, αγγίζοντας ελαφρά τους ηθοποιούς ή δίνοντάς τους ένα σημάδι για να συνεχίσουν. Φυσικά, ακούγεται και η φράση «δεν έχουμε πια ούτε θεατές ούτε ακροατές» από την Ιφιγένεια (Αίγλη Κατσίκη) που αν ‘μεταφραστεί’ με βάση την τρέχουσα κοινωνική κατάσταση που κάνει απαραίτητη την ‘κοινωνική απόσταση’ θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως «κλείσιμο του ματιού», σαν επικαιροποίηση της παράστασης.

Η πρωτότυπη μουσική του Στέλιου Ντάρα, θέτει την ήδη ονειρική ατμόσφαιρα της παράστασης σε ένα ακόμα πιο μυστηριακό πλαίσιο. Μια παράσταση άρτια ερμηνευτικά, με εξαίρετους ηθοποιούς [Ιορδάνης Αϊβάζογλου, Μελίνα Αποστολίδου, Δημήτρης Καρτόκης, Αίγλη Κατσίκη, Άννα Κυριακίδου, Μάριος Μεβουλιώτης, Ρούλα Παντελίδου, Πολιξένη Σπυροπούλου, Στέργιος Τζαφέρης, Μάρα Τσικάρα] που έδωσαν και πάλι τον καλύτερο εαυτό τους, φορτίζοντας και αποφορτίζοντας λέξεις και κινήσεις, κινούμενοι στη σφαίρα της φαντασίας μας, πάντα με βάση τις οδηγίες της Πολυξένης Σπυροπούλου, η οποία ανταπεξήλθε με μεγάλη επιτυχία στην απαιτητική, δραματουργικά, ποίηση του Γ. Ρίτσου. Αν ξεχάσουμε την απόσταση που παρεμβάλλεται μέσα από την οθόνη και παρ’ όλο που το μοντάζ της Βαλεντίνας Κόπτη σε κάποια σημεία ‘φάλτσαρε’ αν \’επιτρέψουμε στην παράσταση να μας ταξιδέψει, εκείνη μας υποβάλλει και μας επιβάλει, θα μπορούσα να πω, ένα διακριτικό μούδιασμα μέσα στο στήθος που μετά το πέρας της μας βάζει σε σκέψεις

Κριτική:Ανδριάνα-Άννα Τσιότσιου

Ονομάζομαι Ανδριάνα-Άννα Τσιότσιου και είμαι απόφοιτος του  Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με ειδίκευση στην Δραματολογία και Παραστασιολογία. Παράλληλα με το θέατρο, ασχολούμαι από πολύ μικρή με τη μουσική παίζοντας βιολοντσέλο και τα τελευταία χρόνια ασχολούμαι με τον χορό. Απολαμβάνω το διάβασμα και το γράψιμο και ασχολούμαι με την κριτική θεατρικών παραστάσεων γιατί πιστεύω πως με την εφαρμογή αισθητικών κριτηρίων και δημιουργώντας άρτια κείμενα ακόμα και με λογοτεχνική αξία, θα μπορέσουμε να σχηματίσουμε ένα θεατρικό στερέωμα ανώτερου επιπέδου.