ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ “ΧΟΡΕΨΕΜΕ ΜΕ ,ΠΑΤΕΡΑ” ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ
Κριτική: Ευθύμιος Ιωαννίδης
Το θεατρικό έργο “Χόρεψέ με, Πατέρα” της Κατερίνας Αντωνιάδου είναι ένα ιδιαίτερα συγκινητικό και πολυδιάστατο έργο που αγγίζει τις ανθρώπινες σχέσεις και την αναζήτηση ταυτότητας μέσα από τη σκοπιά της οικογενειακής δυναμικής και της παράδοσης. Η Αντωνιάδου δημιουργεί μια σφιχτοδεμένη αφήγηση, συνδυάζοντας στοιχεία του δράματος και του συμβολισμού, ενώ καταφέρνει να φωτίσει σημαντικά θέματα γύρω από την οικογένεια, την αποδοχή και την ανάγκη για επανασύνδεση.
To έργο
Η ιστορία επικεντρώνεται γύρω από τη σχέση ενός πατέρα και της φροντίστριας κόρης του, οι οποίοι βρίσκονται σε μια φάση αποξένωσης και απογοήτευσης. Ο γιος που υπάρχει είναι απών, αδιάφορος, ευθυνόφοβος και η μητέρα είναι αποξενωμένη, έχει διαχωρίσει τη θέση της και τη ζωή της από τον πατέρα εδώ και χρόνια, στην προσπάθειά της να επουλώσει την τραυματισμένη ταυτότητά της. Μοναδικός συνοδοιπόρος στη ζωή του πατέρα είναι η κόρη του, η οποία έχει αφιερωθεί ολοκληρωτικά στον πατέρα της. Τον επισκέπτεται καθημερινά, τον φροντίζει, έχει την απόλυτη ευθύνη του. Έχει παραμελήσει εντελώς την προσωπική της ζωή, στην ασυνείδητη εν πολλοίς ανάγκη της για συναισθηματική αποδοχή, για το βλέμμα του που στερήθηκε από παιδί. Η κόρη ως εκ τούτου, δε νιώθει μόνο συντριβή, δεν υποφέρει μόνο απ’ την άνοια του πατέρα της, την οποία ευθέως αμφισβητεί. Υποφέρει ως επί το πλείστον απ΄τη δική της μνήμη που ανασύρει σαν αρτεσιανό φρέαρ τα γεγονότα που την τραυμάτισαν στην προβληματική τους σχέση από τότε που ήταν επτά ετών. Η κόρη ανήμπορη πλέον να διαχειριστεί και την προ πολλού, κατεστραμμένη σχέση, φτάνει στο σημείο να αμφισβητήσει ακόμα και την άνοια του πατέρα της. Παρά μάλιστα τις υστερικές πιέσεις που δέχεται από την κόρη του, ο πατέρας φαίνεται να υπεκφεύγει συνεχώς από την πραγματικότητα. Δυο μυαλά, που ούτε το ένα, ούτε το άλλο είναι καλά και βρίσκονται σε σύγκρουση.
Ο πατέρας έχει διαμορφώσει την εντύπωση ότι ήταν ιπτάμενος, ενώ στην πραγματικότητα δούλευε στην τράπεζα. Αρνείται τα παιδιά του. Έχει την εντύπωση πως μπορεί να αυτοεξυπηρετηθεί και διώχνει αρειμανίως την κόρη του, την οποία θεωρεί ότι την έχει στείλει ο Δήμος για να τον φροντίσει. Τηλεφωνεί μάλιστα κάπου, όπου να ’ναι να διαμαρτυρηθεί γιατί του στείλανε αυτό το άτομο. Όταν ανακαλεί τις συγκεχυμένες παιδικές του μνήμες, αναφέρεται στα χαρούμενα παιδικά του χρόνια. Η κόρη από την άλλη θυμάται την απουσία της παρουσίας, τη συναισθηματική ακύρωση, την εγκατάλειψη απ΄τον γονέα, τον θαυμασμό που είχε γι’ αυτόν και την πυρηνική απόρριψη που βίωσε. Ο πατέρας είναι δεδομένα άρρωστος. Η φροντίστριά του από την άλλη του αποκαλύπτει και ξεδιπλώνει σιγά σιγά την «ανημποριά» που της μετέδωσε εκείνος όσο ήταν υγιής. Η κίνηση του χορού, που συχνά χρησιμοποιείται ως μέσο για να εκφραστούν συναισθήματα που δεν μπορούν να ειπωθούν με λόγια, γίνεται ένα σημαντικό σύμβολο της προσπάθειας για σύνδεση.
Η υπόθεση
ιΈνας πατέρας με άνοια και η υστερική κόρη του, προσπαθούν μάταια να επικοινωνήσουν. Ο καθένας μέσα από την δική του διαταραχή, πάλλεται μέσα του, αναζητώντας την προσωπική του λύτρωση. Η κόρη έχει αφιερωθεί ολοκληρωτικά στον πατέρα της. Τον επισκέπτεται καθημερινά, τον φροντίζει, έχει την απόλυτη ευθύνη του. Έχει παραμερίσει εντελώς την ζωή της. Αυτή η μέρα που εξελίσσεται, είναι και η μέρα έξαρσης του πατέρα. Δεν την αναγνωρίζει. Ο ίδιος, προσκολλημένος σε ένα σταματημένο ρολόι, περιορίζεται σε επαναλαμβανόμενα μοτίβα, αρνούμενος πεισματικά την αλήθεια. Αρνείται τα παιδιά του, αρνείται την δουλειά που υπηρέτησε, αρνείται την ανικανότητά του να αυτοεξυπηρετηθεί. Παρά τις υστερικές πιέσεις που δέχεται από την κόρη του, φαίνεται να υπεκφεύγει συνεχώς από την πραγματικότητα – ή τουλάχιστον έτσι σκέφτεται το μπερδεμένο μυαλό της κόρης. Μην μπορώντας κι αυτή να επικοινωνήσει με τη νέα πραγματικότητα, χάνεται. Ανίκανη πλέον να διαχειριστεί και την προ πολλού, κατεστραμμένη σχέση με τον πατέρα της, αλλά κυρίως τη σχέση της με τον εαυτό της, μπερδεύεται.
Μπερδεύεται και κατηγορεί. Φτάνει στο σημείο να αμφισβητήσει την άνοια του πατέρα της, τρομοκρατώντας τον και φωνάζοντάς του “Δε σε πιστεύω! Ένα παιχνίδι είναι αυτό που κάνεις”!
Πάντα μέσα από τη θέση του θύματος, προσκολλημένη στο παρελθόν της, το άμεσα εμπλεκόμενο με τον πατέρα της, το αναπολεί, πυροδοτώντας μνήμες άγριες και τον παρασέρνει σε έναν βίαιο χορό αισθήσεων και παραισθήσεων. Η επικοινωνία είναι ένα χαμένο παιχνίδι. Η κατανόηση και από τις δύο πλευρές ανύπαρκτη και το εγώ του κάθε ήρωα είναι τόσο μεγάλο, που δεν αφήνει περιθώρια να δούνε πέρα από τη μύτη τους.
Η άνοια και η υστερία προχωρούν, ασφυκτικά δεμένες, με άρρωστα βήματα, που τα μισά τρεκλίζουν προς αριστερά και τα άλλα μισά προς τα δεξιά.
Προορισμός δεν υπάρχει. Πάνε και οι δυο, όπου φυσάει ο άνεμος. Ένα απόγευμα. Μια παραληρηματική ημέρα, που η κάθε επόμενη μέρα, έπεται μιας άλλης, που τίποτα δεν αλλάζει.
Πάντα μέσα από ένα χιούμορ, πάντα μέσα από ένα γέλιο, πάντα μέσα από έναν κλαυσίγελο, ένα απόγευμα, πατέρας και κόρη συναντιούνται και κοιτάζονται με βλέφαρα κλεισμένα.
Η παράσταση
, Έλκοντας τη γραμματολογική του ένταξη στους πάντα γοητευτικούς αρμούς του αστικού ρεαλισμού η Κατερίνα Αντωνιάδου συστήνεται συγγραφικά, προσφέροντάς μας, ένα κοινωνικό σχόλιο με πικρό χιούμορ, ένα συγκρουσιακό δράμα που αναδεικνύει τις επιθυμίες, τα αδιέξοδα αλλά και το χιούμορ των δύο ηρώων του. Το έργο ενώνει στη σκηνή τους δύο ήρωες σε μια συνύπαρξη – ακροβασία σε τεντωμένο σκοινί, αντιπαρερχόμενοι με γλαφυρότητα τις ριζωμένες συγκρουόμενες ιδιοσυγκρασίες τους. Ρεαλιστικό και συνάμα σουρεαλιστικό, πλούσιο με τους χυμούς της ζωής αλλά ακόμη πλουσιότερο με τις αναθυμιάσεις της ελληνικής πραγματικότητας.
Ο Γιώργος Αρμένης ιμε αξιοθαύμαστη ενσυναίσθηση και ευαισθησία κατορθώνει να περάσει με κάθε λεπτομέρεια όλο το σκεπτικό της συγγραφής του έργου σε μια θεατρική σκηνή δημιουργώντας έτσι μια παράσταση απίστευτα αληθινή. Προς την κατεύθυνση αυτή συνηγορεί σαφώς και η μινιμαλιστική σκηνογραφία καθώς και τα αρμόζοντα κοστούμια που επιμελήθηκε ο Κωνσταντίνος Γιαννιώτης. Επιπλέον, οι περίτεχνοι φωτισμοί του Θοδωρή Γκόγκου, εστιάζουν στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών, μεταφέροντας τη συμπυκνωμένη ενέργειά τους! Επιπρόσθετα, η μουσική του Βασίλη Κονταξή, ανέδειξε το κείμενο.
Οι ερμηνείες
Οι ήρωες της σπουδαίας αυτής παράστασης αποδίδονται από μία άρτια, καλοκουρδισμένη και καλοδουλεμένη ομάδα με άψογη άρθρωση του λόγου, πολύ καλή καταρχήν σκηνική χημεία και πυρακτωμένη εσωτερική ενέργεια. Ακριβείς, άμεσοι και με απόλυτη συναισθηματική διαφάνεια, άπαντες οι ηθοποιοί αποδίδουν με δεξιοτεχνική ενάργεια την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα που ερμηνεύουν επί σκηνής και συναρπάζουν. Οι ηθοποιοί έχουν την ευκαιρία να αναδείξουν την ψυχολογική πολυπλοκότητα των χαρακτήρων τους. Ο ρόλος του πατέρα συχνά προσφέρεται για μια συγκλονιστική ερμηνεία που ισορροπεί ανάμεσα στη σκληρότητα και τη στοργή. Η κόρη, από την άλλη, εκφράζει με δύναμη την ευαλωτότητα αλλά και την ανάγκη της για αποδοχή και συμφιλίωση.
Ο Γιώργος Αρμένης πιο συγκεκριμένα ζωγραφίζει το πορτρέτο του πάλαι ποτέ τραπεζικού υπάλληλου, ο οποίος όντας δεσμοφοβικός κεράτωνε ασύστολα τη γυναίκα του και ήταν σιωπηλός, αδιάφορος γονέας για τα παιδιά του, με μια υποδόρια, εύθυμα ηδονική και περιπαικτική διάθεση, ποτισμένη με την αίσθηση της ασφαλούς απόστασης των γεγονότων που του προσφέρει η άνοια, αγκιστρωμένος ακούσια στη δική του ιδιαίτερη συνθήκη. Ρολίστας ευρέου φάσματος, κράτησε θαυμαστά το μέτρο και σε καμιά στιγμή δεν υπέκυψε στο δέλεαρ της εκφραστικής ευκολίας ή της υπερβολής. Κίνηση, τοποθέτηση σώματος, βλέμμα, φωνή, όλα προσανατολισμένα σε μια απόλυτα ποιοτική ευθεία. τη Παράλληλα, η σταθερή πλην απαυδισμένη φροντίστρια, ενσαρκώθηκε από την Κατερίνα Αντωνιάδου με άνεση, εκφραστικότητα και αναμφήριστη επιδεξιότητα, ανταποκρινόμενη υφολογικά πλήρως στον εκρηκτικό χαρακτήρα του πληγωμένου-καθηλωμένου παιδιού, που αντιμετωπίζει τραύμα προσκόλλησης με έντονα στοιχεία αποδιοργανωμένου δεσμού. Η ηθοποιός έχει ψυχή και αποδεικνύει το εύρος του ταλέντου της καταθέτοντας μια πυρετική και καθόλα σωστή ερμηνεία.
Συμπερασματικά
Εν κατακλείδι, στο δημοτικό θέατρο Καλαμαριάς «Μελίνα Μερκούρη» παρακολουθήσαμε μια πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση από συντελεστές που έχουν δουλέψει στο μέγιστο βαθμό, σαν ένα ακριβοθώρητο δώρο προς όλους τους όντως θεατρόφιλους. Η δύναμή του δεν έγκειται στην ποσότητα των εργαλείων που χρησιμοποιεί, αλλά στο ξάφνιασμα που προκαλεί η διαφωνία των στιλ. Πρόκειται για έργο με πολιτικό και κοινωνικό πρόσημο, δοσμένο με θέρμη και ανθρωπιά, τόσο σε σκηνοθετικό όσο και σε ερμηνευτικό επίπεδο, για μια πολυσημαίνουσα παράσταση, σε ρυθμούς πόλκας.
Συστήνεται ανεπιφύλακτα.
Ακολουθήστε μας
Καθώς και κανάλι στο youtube: : https://www.youtube.com/@thessculture-b4p με ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις αλλά και ποικίλα αφιερώματα.
Κριτική :Ευθύμιος Ιωαννίδης
Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.