“ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ:ΕΝΑΣ ΚΥΚΛΟΣ ΠΟΥ ΕΚΛΕΙΣΕ;”
Άρθρο:Ανδριάνα-Άννα Τσιότσιου
Ο Νοέμβρης αυτού του δίσεκτου έτους φτάνει προς το τέλος του. Φήμες λένε ότι και τα σχολεία θα αρχίσουν σιγά-σιγά να λειτουργούν ξανά, καθώς, όπως αποδείχθηκε, η τηλε-εκπαίδευση, με την κάθε άλλο παρά καλή σύνδεση της σχετικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, δεν απέδωσε.
Η σημερινή ημέρα, 28η Νοεμβρίου, έχει μία στενή σχέση με το σχολείο… Είναι παγκοσμίως αφιερωμένη στο Θέατρο στην Εκπαίδευση. Ποιος, όμως τη γνωρίζει; Μάλλον λίγοι… Ποιος την τιμά; Ακόμη λιγότεροι… Πιθανότατα, αυτοί που γνωρίζουν ακόμα και για τη χρήση του Θεάτρου ως εκπαιδευτικού εργαλείου, να είναι, δυστυχώς, ελάχιστοι!
Ως «θέατρο στην εκπαίδευση» δεν εννοούμε φυσικά, απλώς την διδασκαλία αρχαίων (ή και μη) δραματικών κειμένων σε θεωρητικό επίπεδο. Επίσης, δεν αναφερόμαστε μόνο στην πιο απλή μορφή εφαρμογής του θεάτρου στα πλαίσια ενός σχολικού προγράμματος, που οδηγεί, αναγκαστικά, στην παράσταση ενός ολοκληρωμένου θεατρικού έργου, μπροστά σε κοινό. Σκοπός της χρήσης των θεατρικών μεθόδων ως εκπαιδευτικών εργαλείων, δεν είναι η ανάδειξη των υποκριτικών ικανοτήτων, αλλά η ανάδειξη της σημασίας της βιωματικής εκπαίδευσης.[1] Κάτι για το οποίο δείχνει να αδιαφορεί πλήρως το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Η εκπαίδευση του θεάτρου όπως και των άλλων τεχνών, θεωρείται ως «πολυτέλεια» κι έτσι έχει «ανατεθεί» στα διάφορα ιδιωτικά Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης.
Ο Πλάτωνας, αν και αποβάλλει το θέατρο από την ιδανική Πολιτεία του, συμβουλεύει τον μαθητή του Γλαύκωνα
Ποτέ λοιπόν να μη μεταχειρίζεσαι, καλέ μου, την βίαν εις τα μαθήματα των παίδων, αλλά φρόντιζε μάλλον παίζοντες να μανθάνουν, διά να είσαι εις θέσιν και καλύτερα να διακρίνης την φυσικήν εκάστου προδιάθεσιν.[2]
Η διδασκαλία μέσω της χρήσης των θεατρικών μεθόδων, περιλαμβάνει τόσο την επίτευξη διαφορετικών εκπαιδευτικών στόχων όσο και τη χρήση του παιχνιδιού μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία που βοηθά τον (θεατρο)παιδαγωγό να αντιληφθεί την προσωπική «κλίση» του εκάστοτε μαθητή, όπως υποστηρίζει ο Πλάτωνας αλλά και τις διαφορετικές του ανάγκες.
Η έρευνα σχετικά με τη σημασία της χρήσης των διαφόρων θεατρικών μεθόδων ως εκπαιδευτικών εργαλείων αλλά και η εφαρμογή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, ξεκίνησε στην Αγγλία του 20ού αιώνα και συνεχίστηκε στην Αμερική.[3] Οι έρευνες που πραγματοποιήθηκαν, απέδειξαν πως η χρήση αυτών των μεθόδων στη διδασκαλία, οδηγεί στην ανάπτυξη των κριτικών ικανοτήτων των μαθητών, την καλλιέργεια της σκέψης, της δημιουργικότητας, της κοινωνικής ευαισθησίας και της εκφραστικότητας.[4]
Η Ελλάδα, ακολούθησε το παράδειγμα αυτών των χωρών, μόνο τα τελευταία χρόνια. Από τις διάφορες κυβερνήσεις, όμως, δεν θεσπίστηκε κανένας νόμος που να συμπεριλαμβάνει τη «Θεατρική Αγωγή» στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου. Ούτε καν του Δημοτικού… Κάποτε, βέβαια, τυπώθηκαν ανάλογα βιβλία που απευθύνονταν, όμως στις δύο τελευταίες τάξεις του. Οι μαθητές που βρέθηκαν τη «σωστή στιγμή» στο «σωστό σημείο» (τάξη) ήταν τυχεροί. Οι ίδιοι, ίσως να πρόλαβαν και παρόμοιο μάθημα στην Πρώτη τάξη του Γυμνασίου. Μετά, τίποτα…
Ποια αποτελέσματα περιμένουμε, άραγε, να έχει μια σποραδική διδασκαλία ενός μαθήματος τέχνης; Θα αντιμετωπιζόταν ποτέ με τον ίδιο τρόπο η διδασκαλία των μαθηματικών, της φυσικής ή ακόμα και των θρησκευτικών; Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που ένας μαθητής επιλέγει να ακολουθήσει πολύ συγκεκριμένα επαγγέλματα, τα περισσότερα από όσα διδάσκονται στο πλαίσιο των θετικών επιστημών σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, δεν θα χρειαστούν σε κανενός την καθημερινότητα. Τα θρησκευτικά, εφόσον δεν διδάσκονται με τη μορφή της θρησκολογίας αλλά ως απλή κατήχηση στα δόγματα της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας όπως αυτή έχει αποδοθεί από την Εκκλησία της Ελλάδος, δεν έχουν καμία συμβολή στην καλυτέρευση της καθημερινής ζωής των πολιτών ως βιοπαλαιστών. Ας μη γελιόμαστε! Απλώς τους καθιστούν ακόμα περισσότερο μοιρολάτρες!
Όλα αυτά, στελεχώνουν ένα εκπαιδευτικό σύστημα που στηρίζεται στην απομνημόνευση αμέτρητων πληροφοριών με μοναδικό σκοπό την επιτυχία στις προβιβαστικές και αποτελεί μια δωδεκάχρονη προετοιμασία για τις Πανελλαδικές εξετάσεις που θα ορίσουν αν οι εκάστοτε μαθητές είναι «ικανοί» να φοιτήσουν στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα.[5]
Το «άλλο» μάθημα, το βιωματικό, αυτό που ενισχύει τη σημασία του παιχνιδιού και της επαφής, το μάθημα που στοχεύει να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, μας μαθαίνει να αγαπάμε τον «διπλανό» μας, παραγκωνίζεται! Μάλιστα, κατά τη διάρκεια αυτού του «δ(ύ)σεκτου» έτους που διανύουμε, εξοβελίστηκε από το ελληνικό σχολείο… Αν αγαπάς, αν κρίνεις ορθά, αν σκέφτεσαι και εν συνεπεία, αν διεκδικείς το δίκιο σου, μπορεί να είσαι σωστός αλλά δεν είσαι χρήσιμος… Παρ’ όλα αυτά, τα ελληνικά Πανεπιστήμια, συνεχίζουν να εκπαιδεύουν μελλοντικούς διδάσκοντες του μαθήματος περί ου ο λόγος, οι οποίοι είναι καταδικασμένοι να μην απορροφηθούν σε κανένα σχολείο ως θεατροπαιδαγωγοί.
Η εφαρμογή θεατρικών δραστηριοτήτων μέσα στη σχολική αίθουσα, αποτελεί βασικό στοιχείο της κουλτούρας των «αυριανών» πολιτών. Εκτός από την προσφορά στην προσωπική ανάπτυξη του ατόμου και την κατανόηση και αποδοχή του εαυτού, η χρήση του θεάτρου στην εκπαίδευση, καλλιεργεί τη γλώσσα, το ομαδικό πνεύμα, τη φαντασία, την ελευθερία, την πειθαρχία αλλά και την αντιμετώπιση της κάθε είδους διαφορετικότητας με σεβασμό. Για τους λόγους αυτούς, θα έπρεπε οι θεατρικές μέθοδοι να εφαρμόζονται σε όλη τη διάρκεια της σχολικής σταδιοδρομίας, ξεκινώντας από το Νηπιαγωγείο και τελειώνοντας στην τελευταία τάξη του Λυκείου.[6]
Κλείνοντας, ακόμα και αν οι μαθητές ξεχάσουν όλες τις γνώσεις που χρειάστηκε να αποστηθίσουν, θα θυμούνται για πάντα τα συναισθήματα που βίωσαν μέσα από τις εμπειρίες που τους προσέφερε το θέατρο, γιατί. όπως αναφέρει και μια νέα αλλά πολλά υποσχόμενη θεατροπαιδαγωγός, η Φούλη Σγούρου, [Σοφία-Ευμορφία Σγούρου] «[…] τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει το βίωμα, το παιχνίδι, την αλληλεπίδραση. Το παιχνίδι μας φέρνει πάντα πιο κοντά».[7]
Ο κύκλος, λοιπόν, του Θεάτρου στην Εκπαίδευση, δεν έκλεισε. Είναι στο χέρι μας να παλέψουμε για να το καταστήσουμε ένα συστατικό εκ των ων ουκ άνευ της εκπαιδευτικής διαδικασίας, σε όλες τις βαθμίδες, σε όλα τα σχολεία όπου κι αν βρίσκονται.
[1]Η προσφορά των Κέντρων αυτών, κάθε άλλο παρά αμφισβητήσιμη είναι.
[2]Πλάτωνας, Πολιτεία, τμ. 3ος, μτφ. Ι.Ν. Γρυπάρη, Γεωργίου Φέσση, 1911, Αθήνα, σ. 56-57.
[3]Υλικό από τις διαλέξεις της Θεατροπαιδαγωγού Μυρτούς Πίγκου-Ρεπούση για το μάθημα με τίτλο «Θεατροπαιδαγωγικά Προγράμματα» που διδάχθηκε στο Τμήμα Θεάτρου του Α.Π.Θ κατά το χειμερινό εξάμηνο του ακαδημαϊκού έτους 2017-2018.
[4]Αντλώ από: Αύρα Αυδή-Μελίνα Χατζηβασιλείου, Η τέχνη του Δράματος στην Εκπαίδευση, 48 προτάσεις για εργαστήρια θεατρικής αγωγής, Μεταίχμιο, 2007, Αθήνα, πρόλογος του Νικ. Παπανδρέου.
[5]Ο.π.
[6]Ο.π.
[7]Φούλη Σγούρου, «Το κουκούλι», Πράξη τευχ. Καλοκαίρι-Φθινόπωρο 2020, Κ.Θ.Β.Ε., 2020, Θεσσαλονίκη.
Άρθρο:Ανδριάνα-Άννα Τσιότσιου
Ονομάζομαι Ανδριάνα-Άννα Τσιότσιου και είμαι απόφοιτη του Τμήματος Θεάτρου του Α.Π.Θ με ειδίκευση στη Δραματολογία Παραστασιολογία. Σπουδάζω στο Μεταπτυχιακό πρόγραμμα της Δημοσιογραφίας του Πολιτισμού και των Τεχνών, στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μ.Μ.Ε. του Α.Π.Θ. Παράλληλα με το θέατρο, ασχολούμαι ερασιτεχνικά με τη μουσική, από μικρή ηλικία παίζω βιολοντσέλο και με τον χορό.