TOP

ΟΝΤΡΕΙ ΧΕΠΜΠΟΡΝ – ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 4/5

Άρθρο της Άννας Ψυχογιού

Η Όντρεϊ Χέπμπορν ( Audrey Hepburn ) γεννήθηκε σαν σήμερα στις 4 Μαΐου του 1929 και ήταν Βρετανίδα ηθοποιός, μία από τις πλέον φημισμένες παγκοσμίως τον 20ό αιώνα. Βραβευμένη με Όσκαρ, Τόνυ, Έμμυ και Γκράμι εμφανίστηκε σε πολυάριθμες παραγωγές του θεάτρου, του κινηματογράφου και σε παραστάσεις του Μπρόντγουεϊ, ενώ παραμένει ένα από τα λιγοστά άτομα που έχουν κερδίσει και τα τέσσερα βραβεία. Το 1989 κατετάγη στην τρίτη θέση της λίστας των σπουδαιότερων γυναικών σταρ όλων των εποχών από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου. Επίσης αποτέλεσε για πολλά χρόνια σύμβολο της μόδας, καθώς το στιλ της ήταν παροιμιώδους κομψότητας, ενώ αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής της σε ανθρωπιστικά έργα. Από το 1986 μέχρι τον θάνατό της υπηρέτησε ως Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως της UNICEF και τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας για το έργο της.
Γεννημένη ως Όντρεϊ Καθλήν Ράστον, σε έναν δήμο των Βρυξελλών, ήταν το μοναδικό παιδί του Ιρλανδού τραπεζίτη Τζόζεφ Βίκτορ Άντονι Ράστον από τη δεύτερη σύζυγό του, την πρώην βαρόνη Έλλα φαν Χέεμστρα, μια Ολλανδέζα αριστοκράτισσα που ήταν κόρη ενός πρώην κυβερνήτη της Ολλανδικής Γουιάνας. Ο πατέρας της αργότερα προσέθεσε το επώνυμο της γιαγιάς του από την πλευρά της μητέρας του, της Καθλήν Χέπμπορν, στο οικογενειακό επώνυμο. Οπότε το επώνυμο της Όντρεϊ έγινε Χέπμπορν–Ράστον. Είχε δύο ετεροθαλείς αδερφούς από τον πρώτο γάμο της μητέρας της με έναν Ολλανδό ευγενή. Ήταν απόγονος του βασιλιά Εδουάρδου Γ’ της Αγγλίας και του Σκωτσέζου βασιλικού συζύγου της Μαρίας Στιούαρτ Τζέημς Χέπμπορν, 4ου κόμη του Μπόθγουελ, από τον οποίο ίσως να καταγόταν και η ηθοποιός Κάθριν Χέπμπορν.Το γεγονός ότι ο πατέρας της εργαζόταν σε μια βρετανική ασφαλιστική εταιρεία σήμαινε πως η οικογένεια θα έπρεπε να μετακομίζει ανάμεσα στις Βρυξέλλες, την Αγγλία και την Ολλανδία. Από το 1935 μέχρι το 1938 η Χέπμπορν φοίτησε σε μια ιδιωτική ακαδημία για κορίτσια στο Κεντ. Το 1935 οι γονείς της πήραν διαζύγιο και ο πατέρας της, που προσέκειτο στους ναζί, άφησε την οικογένεια (και οι δύο γονείς ήταν μέλη της Βρετανικής Φασιστικής Ενώσεως στα μέσα της δεκαετίας του 1930 σύμφωνα με τη Γιούνιτι Μίτφορντ, φίλη της Έλλα και οπαδού του Αδόλφου Χίτλερ). Χρόνια μετά η ηθοποιός ανέφερε αυτήν την περίοδο ως την πιο τραυματική της ζωής της. Αργότερα εντόπισε τον πατέρα της στο Δουβλίνο διαμέσου του Ερυθρού Σταυρού. Διατήρησε επαφή μαζί του και τον υποστήριζε οικονομικά μέχρι τον θάνατό του. Το 1939 η μητέρα της πήρε την απόφαση να μετακομίσει μαζί με τα παιδιά της στο σπίτι του παππού τους στο Άρνεμ της Ολλανδίας. Η Έλλα πίστευε πως η Ολλανδία ήταν ασφαλής από γερμανική εισβολή. Η Χέπμπορν φοίτησε στο Ωδείο του Άρνεμ από το 1939 μέχρι και το 1945 όπου και μυήθηκε στο μπαλέτο μαζί με τα καθημερινά της μαθήματα.

Το 1940 οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Ολλανδία. Κατά τη διάρκεια του πολέμου η Χέπμπορν υιοθέτησε το ψεύτικο όνομα Ίντα φαν Χέεμστρα, αλλάζοντας τα έγγραφα της μητέρας της γιατί ένα όνομα που ακουγόταν έντονα αγγλικό θεωρήθηκε επικίνδυνο. Αυτό δεν ήταν ποτέ επίσημο νομικά το όνομά της. Πρόκειται για απλή παράφραση του ονόματος της μητέρας της.Μέχρι το 1944 η Χέπμπορν είχε εξελιχθεί σε πολύ καλή μπαλαρίνα. Μυστικά χόρευε σε συγκεντρώσεις για να μαζέψει χρήματα για την ολλανδική αντίσταση. Αργότερα δήλωσε πως «το καλύτερο κοινό που είχα ποτέ δεν έκανε τον παραμικρό ήχο στο τέλος της παράστασής μου».Μετά την Απόβαση των Συμμαχικών Δυνάμεων στη Νορμανδία η κατάσταση δυσκόλεψε στη γερμανοκρατούμενη Ολλανδία. Κατά τη διάρκεια του λιμού το χειμώνα του 1944 οι Γερμανοί κρατούσαν την περιορισμένη τροφή και καύσιμη ύλη των Ολλανδών για τις δικές τους ανάγκες. Χωρίς θέρμανση στα σπίτια τους ούτε φαγητό, οι άνθρωποι πέθαιναν από την πείνα και το κρύο στους δρόμους. Οι Χέπμπορν όπως και αρκετοί άλλοι αναγκάζονταν να φτιάχνουν αλεύρι από βολβούς τουλίπας για να φτιάξουν πίτες και μπισκότα. Το Άρνεμ καταστράφηκε κατά τη διάρκεια αεροπορικών επιδρομών. Ο θείος και ο ξάδερφος της μητέρας της Χέπμπορν εκτελέστηκαν μπροστά της γιατί έλαβαν μέρος στην Αντίσταση. Ο ετεροθαλής αδερφός της Ίαν πέρασε κάποιο διάστημα σε γερμανικό στρατόπεδο εργασίας. Υποφέροντας από υποσιτισμό, η Χέπμπορν εμφάνισε οξεία αναιμία, αναπνευστικά προβλήματα και οίδημα.Το 1991 η Χέπμπορν είπε: «Έχω αναμνήσεις. Περισσότερες από μία φορές βρέθηκα στο σταθμό βλέποντας τρένα γεμάτα Εβραίους που μεταφέρονταν, βλέποντας όλα αυτά τα πρόσωπα από την κορυφή του βαγονιού. Θυμάμαι πολύ έντονα, ένα μικρό αγόρι να στέκεται με τους γονείς του στην αποβάθρα, πολύ χλωμό, πολύ ξανθό, να φορά ένα παλτό πολύ μεγάλο για εκείνο, και μπήκε στο τρένο. Ήμουν ένα παιδί που παρατηρούσε ένα παιδί».Η Χέπμπορν είχε επίσης πολλές ομοιότητες με την Άννα Φρανκ. «Είχα ακριβώς την ίδια ηλικία με την Άννα Φρανκ. Ήμαστε και οι δύο δέκα ετών όταν ξέσπασε ο πόλεμος και δεκαπέντε όταν έλαβε τέλος. Μου δόθηκε το βιβλίο στα ολλανδικά, το 1946 από έναν φίλο – και με καταρράκωσε. Το κάνει σε πολλούς ανθρώπους όταν το διαβάζουν για πρώτη φορά αλλά εγώ δεν το διάβαζα ως βιβλίο, αλλά σαν τυπωμένες σελίδες. Αυτή ήταν η ζωή μου. Δεν γνώριζα τι επρόκειτο να διαβάσω. Ποτέ δεν ήμουν η ίδια ξανά, με επηρέασε πολύ βαθιά».«Είδαμε αντίποινα. Είδαμε νέους άντρες να τοποθετούνται μπροστά σε έναν τοίχο και να πυροβολούνται και έκλειναν το δρόμο και μετά τον άνοιγαν και μπορούσες να περάσεις και πάλι. Αν διαβάσεις το ημερολόγιο, σημείωσα ένα κομμάτι όπου γράφει «Πέντε όμηροι εκτελέστηκαν σήμερα». Ήταν η μέρα που εκτέλεσαν τον θείο μου. Και στα λόγια αυτού του παιδιού διάβαζα αυτό που ήταν μέσα μου και ακόμη είναι εκεί. Ήταν μια κάθαρση για μένα. Αυτό το παιδί, το κλειδωμένο σε τέσσερις τοίχους, έγραψε μια πλήρη περιγραφή όσων έζησα και ένιωσα».Εκείνη η εποχή δεν αποτελείτο μονάχα από μελανά σημεία και μπόρεσε να χαρεί και κομμάτι από την παιδική της ηλικία. Φτιάχνοντας και πάλι παραλληλισμούς με την Άννα Φρανκ η Χέπμπορν είπε: «Αυτό το πνεύμα επιβίωσης είναι τόσο δυνατό στα λόγια της Άννας Φρανκ. Σε μια στιγμή γράφει «Έχω πέσει σε μεγάλη κατάθλιψη». Την επόμενη πως θα ήθελε να καβαλήσει ένα ποδήλατο. Είναι σίγουρα σύμβολο του παιδιού σε πολύ δύσκολες περιστάσεις, που είναι αυτό στο οποίο αφιερώνω όλο μου το χρόνο. Υπερβαίνει το θάνατό της».Μέρος του χρόνου της η Όντρεϊ το περνούσε ζωγραφίζοντας. Κάποια από τα σχέδιά της μπορεί να τα δει κανείς μέχρι τις μέρες μας.Όταν η χώρα ελευθερώθηκε από τις Συμμαχικές Δυνάμεις ακολούθησαν τα καμιόνια της Διαχείρισης Ανακούφισης και Αναμόφωσης των Ηνωμένων Εθνών. Η Χέπμπορν είπε σε μια συνέντευξη πως ήπιε ένα ολόκληρο τενεκεδάκι συμπυκνωμένου γάλατος και κατόπιν αρρώστησε από τα πρώτα της γεύματα γιατί έβαλε στο πιάτο της υπερβολικά πολλή ζάχαρη. Αυτές οι εμπειρίες την οδήγησαν στο να συμμετέχει στο έργο της UNICEF αργότερα στη ζωή της. 

Το 1945 μετά τον πόλεμο η Χέπμπορν άφησε το Ωδείο του Άρνεμ και μετακόμισε στο Άμστερνταμ όπου παρακολούθησε μαθήματα μπαλέτου με τη Σόνια Γκάσκελ. Το 1948 η Χέπμπορν πήγε στο Λονδίνο και παρακολούθησε μαθήματα με την αναγνωρισμένη Μαρί Ράμπερτ. Η Χέπμπορν τελικά ρώτησε τη Ράμπερτ σχετικά με το μέλλον της. Εκείνη τη διαβεβαίωσε πως αν εξακολουθούσε να δουλεύει σκληρά εκεί θα είχε μια θαυμάσια καριέρα, αλλά εξαιτίας του ύψους της και της κακής διατροφής της κατά τη διάρκεια του πολέμου δεν θα κατάφερνε να γίνει πρίμα μπαλαρίνα. Η Χέπμπορν εμπιστεύτηκε την κρίση της δασκάλας της και αποφάσισε να γίνει ηθοποιός, μια καριέρα στην οποία είχε τουλάχιστον μια ευκαιρία να πετύχει. Αφού η Χέπμπορν έγινε διάσημη, η Ράμπερτ είπε σε μια συνέντευξη πως «ήταν θαυμάσια μαθήτρια. Αν είχε θελήσει να αντέξει στο χώρο, θα γινόταν εξαιρετική μπαλαρίνα». Δυστυχώς η μητέρα της Χέπμπορν εργαζόταν ως υπηρέτρια για να στηρίζει την οικογένειά της. Η Χέπμπορν είχε ανάγκη τα χρήματα και έπρεπε να βρει δουλειά με απολαβές. Αφού όλη της τη ζωή είχε εκπαιδευτεί στο χώρο του θεάματος, η υποκριτική έμοιαζε το επόμενο λογικό βήμα. Είπε «χρειαζόμουν τα χρήματα. Με πλήρωναν τρεις λίρες παραπάνω σε σχέση με τις δουλειές μπαλέτου».

Η καριέρα της ως ηθοποιού ξεκίνησε με την εκπαιδευτική ταινία Nederlands in zeven lessen (Ολλανδικά σε επτά μαθήματα). Έπειτα εμφανίστηκε σε μουσικές παραστάσεις όπως το High Button Shoes και το Sauce Piquante. Ο πρώτος της ρόλος στον κινηματογράφο ήταν στη βρετανική ταινία One Wild Oat όπου και υποδύθηκε μια ρεσεψιονίστ. Έπαιξε αρκετούς μικρούς ρόλους στις ταινίες Young Wives’ Tale, Laughter in Paradise, Η συμμορία των εντιμότατων (The Lavender Hill Mob) και Monte Carlo Baby. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του Monte Carlo Baby η Χέπμπορν επιλέχτηκε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο του Μπρόντγουεϊ με τίτλο Gigi που έκανε πρεμιέρα στις 24 Νοεμβρίου 1951 στο Θέατρο Φούλτον και διήρκεσε για 219 παραστάσεις. Η συγγραφέας Σιντονί–Γκαμπριέλ Κολέτ την πρώτη στιγμή που την είδε αναφώνησε: «voilà! Να η Gigi μας!».  Κέρδισε ένα Βραβείο Theatre World για το ντεμπούτο της που παιζόταν με επιτυχία για έξι μήνες.

Η πρώτη αξιοπρόσεκτη εμφάνισή τη στον κινηματογράφο ήταν το 1952 στην ταινία Σκιές στην ομίχλη (Secret People) όπου και υποδύθηκε μια σπουδαία μπαλαρίνα. Όπως ήταν φυσικό η Χέπμπορν έκανε η ίδια όλα τα χορευτικά που απαιτούνταν. Ο πρώτος της πρωταγωνιστικός ρόλος και μάλιστα σε αμερικανική ταινία ήταν μαζί με τον Γκρέγκορι Πεκ στην ταινία Διακοπές στη Ρώμη (Roman Holiday). Οι παραγωγοί αρχικά ήθελαν την Ελίζαμπεθ Τέιλορ για τον ρόλο, αλλά ο σκηνοθέτης Γουίλιαμ Γουάιλερ εντυπωσιάστηκε τόσο με το δοκιμαστικό της Χέπμπορν (η κάμερα συνέχισε να γράφει και το υλικό που δείχνει τη Χέπμπορν να απαντά σε ερωτήσεις, χωρίς να γνωρίζει πως η συνομιλία καταγραφόταν, δείχνει το ταλέντο της), και την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Γουάιλερ είπε, «Είχε όλα όσα έψαχνα: Γοητεία, αθωότητα και ταλέντο. Ήταν επίσης πολύ αστεία. Ήταν απολύτως μαγευτική, και είπαμε, “Αυτό είναι το κορίτσι!”».

Η ταινία επρόκειτο να έχει το όνομα του Γκρέγκορι Πεκ πάνω από τον τίτλο με μεγάλα γράμματα, αναγράφοντας «παρουσιάζοντας την Όντρει Χέπμπορν» από κάτω. Όταν τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν, ο Πεκ κάλεσε τον ατζέντη του και, προβλέποντας σωστά πως η Χέπμπορν θα κέρδιζε το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου, ζήτησε να αλλαχτεί η συμφωνία και να γραφτεί το όνομα της ηθοποιού επίσης πάνω από τον τίτλο και σε ίδια γραμματοσειρά με τη δική του. Η Χέπμπορν και ο Πεκ έγιναν φίλοι κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, και φήμες τους ήθελαν να αναπτύσσουν ειδύλλιο. Και οι δύο το αρνήθηκαν. Η Χέπμπορν, ωστόσο, προσέθεσε, «για να πούμε την αλήθεια, πρέπει να είσαι και λίγο ερωτευμένη με το συμπρωταγωνιστή σου, και το αντίστροφο. Αν πρόκειται να απεικονίσεις την αγάπη, πρέπει να την αισθάνεσαι. Δεν μπορείς να το κάνεις με άλλο τρόπο. Μα δεν το μεταφέρεις εκτός πλατό». Εξαιτίας της άμεσης δημοσιότητας που της έφερε η ταινία Διακοπές στη Ρώμη, η εικόνα της Χέπμπορν τοποθετήθηκε στο εξώφυλλο του περιοδικού TIME στις 7 Σεπτεμβρίου 1953.

 Η ερμηνεία της Χέπμπορν δέχτηκε πολύ καλές κριτικές. Ο Α.Χ. Γουέιλερ τόνισε στους New York Times, «Παρόλο που δεν είναι ακριβώς πρωτοεμφανιζόμενη στις ταινίες, η Όντρει Χέπμπορν, η Βρετανίδα ηθοποιός που πρωταγωνίστησε για πρώτη φορά με τον ρόλο της πριγκίπισσας Άννας, έχει μια λεπτή και ποθητή ομορφιά εξωτικού, εναλλασσόμενα βασιλική και παιδική ενώ εκτιμά βαθιά τις καινούριες και απλές απολαύσεις και την αγάπη. Παρόλο που χαμογελά με θάρρος αναγνωρίζοντας το τέλος αυτής της σχέσης, παραμένει μια μοναχική φιγούρα άξια οίκτου που αντιμετωπίζει ένα ζοφερό μέλλον». Η Χέπμπορν αργότερα δήλωσε πως το Διακοπές στη Ρώμη υπήρξε η αγαπημένη της ταινία, γιατί ήταν αυτή που την έκανε σταρ.

 Μετά από γυρίσματα τεσσάρων μηνών για την ταινία αυτή, η Χέπμπορν επέστρεψε στη Νέα Υόρκη και για οχτώ μήνες έδινε παραστάσεις με το Gigi. Το έργο ανέβηκε στο Λος Άντζελες και το Σαν Φρανσίσκο τον τελευταίο του μήνα. Στη Χέπμπορν δόθηκε ένα συμβόλαιο για επτά ταινίες με την Paramount με δώδεκα μήνες ανάμεσα στα γυρίσματα για τη δουλειά της στο σανίδι

Μετά το Διακοπές στη Ρώμη εμφανίστηκε στην ταινία του Μπίλι Γουάιλντερ με τίτλο Γλυκιά μου Σαμπρίνα στο πλευρό των Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και Γουίλιαμ Χόλντεν. Εστάλη στον σχεδιαστή υψηλής ραπτικής Ουμπέρ ντε Ζιβανσί για να αποφασίσουν για τη γκαρνταρόμπα της. Όταν του ανακοίνωσαν πως «η δεσποινίς Χέπμπορν» επρόκειτο να τον επισκεφτεί, ο Ζιβανσί περίμενε να δει την Κάθριν. Δεν απογοητεύτηκε με την Όντρεϊ, ωστόσο, και έγιναν διά βίου φίλοι και συνεργάτες. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων για τη Γλυκιά μου Σαμπρίνα, οι Χέπμπορν και Χόλντεν ερωτεύτηκαν και εκείνη τότε ήλπισε πως θα παντρευόταν και θα έκαναν παιδιά. Χάλασε όμως τη σχέση όταν ο Χόλντεν της αποκάλυψε πως είχε κάνει αγγειεκτομή.

Το 1954, η Όντρεϊ επέστρεψε στο θέατρο για να υποδυθεί μια νύμφη του νερού στο έργο Οντίν στο πλάι του Μελ Φερέρ, τον οποίο και παντρεύτηκε αργότερα μες τη χρονιά. Κατά τη διάρκεια των παραστάσεων, η Χέπμπορν τιμήθηκε με τη Χρυσή Σφαίρα και το Βραβείο Όσκαρ για την ταινία Διακοπές στη Ρώμη. Έξι εβδομάδες μετά το Όσκαρ, έλαβε το Βραβείο Τόνυ για την ερμηνεία της στο Οντίν. Η Χέπμπορν είναι μια από τις μόλις τρεις ηθοποιούς που έλαβαν το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου και το Βραβείο Τόνυ Καλύτερης Ηθοποιού την ίδια χρονιά (οι άλλες δύο είναι οι Σίρλεϊ Μπουθ και Έλεν Μπέρστιν).

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, η Χέπμπορν δεν ήταν απλά μια από τις μεγαλύτερες σταρ του κινηματογράφου, αλλά και πρότυπο κομψότητας. Η αίσθηση του σικ που διέθετε θαυμάστηκε και αποτέλεσε αντικείμενο μίμησης ευρέως. Το 1955, βραβεύτηκε με τη Χρυσή Σφαίρα – World Film Favorite Female.

Αποτελώντας πλέον μια από τις δημοφιλέστερες ηθοποιούς, η Όντρεϊ Χέπμπορν συμπρωταγωνίστησε με πολλούς μεγάλους άνδρες ηθοποιούς όπως ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ στο Γλυκιά μου Σαμπρίνα, ο Φρεντ Αστέρ στο Αστείο μουτράκι (Funny Face), ο Μωρίς Σεβαλιέ και ο Γκάρι Κούπερ στο Αριάν (Love in the Afternoon), ο Τζορτζ Πέπαρντ στο Πρόγευμα στο Τίφανις (Breakfast at Tiffany’s), ο Κάρι Γκραντ στο Ραντεβού στο Παρίσι (Charade), ο Ρεξ Χάρισον στο Ωραία μου κυρία (My Fair Lady), ο Πίτερ Ο’ Τουλ στο Πώς να κλέψετε ένα εκατομμύριο δολάρια (How to Steal a Million), ο Άλμπερτ Φίνεϊ στο Δύο για τον δρόμο (Two for the Road) και ο Σον Κόνερι στο Το ρόδο και το βέλος (Robin and Marian). Πολλοί από αυτούς τους άνδρες ήρθαν κοντά της. Ο Ρεξ Χάρισον αποκαλούσε την Όντρεϊ αγαπημένη του παρτενέρ, ο Κάρι Γκραντ λάτρευε να την πειράζει και μάλιστα κάποτε είπε: «Το μόνο που θέλω για τα Χριστούγεννα είναι μια φωτογραφία ακόμη με την Όντρεϊ Χέπμπορν». Ο Γκρέγκορι Πεκ έγινε διά βίου φίλος της. Μετά το θάνατό της, ο Πεκ με δάκρυα στα μάτια απήγγειλε μπροστά στην κάμερα το αγαπημένο της ποίημα, «Ατελείωτη Αγάπη» του Rabindranath Tagore. Μερικοί πιστεύουν ότι ο Μπόγκαρτ και η Χέπμπορν δεν τα πήγαιναν καλά, μα αυτό δεν είναι αλήθεια. Ο Μπόγκαρτ τα πήγαινε καλά μαζί της όσο κανείς άλλος στο πλατό. Αργότερα η Χέπμπορν είπε: «Καμιά φορά είναι οι λεγόμενοι “σκληροί άντρες” που τελικά είναι οι πιο στοργικοί, όπως υπήρξε ο Μπόγκι μαζί μου». 

Το «Αστείο Μουτράκι» (Funny Face) του 1957 ήταν μια από τις διασκεδαστικότερες ταινίες για τη Χέπμπορν γιατί χόρεψε μαζί με τον Φρεντ Αστέρ. Από την άλλη η ταινία του 1959 Η ιστορία μιας μοναχής (The Nun’s Story) ήταν μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για εκείνη. Το Films in Review υποστήριξε πως, «η ερμηνεία της θα κάνει να σιωπήσουν για πάντα αυτοί που την θεωρούν λιγότερο ηθοποιό και περισσότερο σύμβολο του σοφιστικέ παιδιού/γυναίκας. Η ερμηνεία της αδελφής Λουκ είναι μια από τις μεγαλύτερες στη μεγάλη οθόνη». 

Η Χόλυ Γκολάιτλι της Χέπμπορν στην ταινία του 1961 Πρόγευμα στο Τίφανις (Breakfast at Tiffany’s) έγινε ένα χαρακτήρας σύμβολο του αμερικανικού σινεμά για τον 20ό αιώνα. Αποκάλεσε τον ρόλο «τον πιο τζαζ της ζωής μου». Όταν ρωτήθηκε για την πρόκληση του ρόλου, απάντησε, «Είμαι εσωστρεφής. Το να υποδυθώ ένα εξωστρεφές κορίτσι ήταν το δυσκολότερο πράγμα που έκανα ποτέ». Στην ταινία φορούσε μοδάτα ρούχα που σχεδίασε η ίδια από κοινού με τον Ζιβανσί και προσέθεσε ξανθιές ανταύγειες στα καστανά μαλλιά της, εμφάνιση που διατήρησε και εκτός οθόνης.

Η Χέπμπορν έτσι καθιερώθηκε ως μια από τις δημοφιλέστερες σταρ του Χόλιγουντ. Η Μέριλιν Μονρόε δεν ήταν η μόνη που τραγούδησε “Happy Birthday, Mr. President” στον Πρόεδρο Τζον Κέννεντυ στα γενέθλιά του. Στα επόμενα (και τελευταία) γενέθλιά του στις 29 Μαΐου 1963, η Χέπμπορν, η αγαπημένη ηθοποιός του προέδρου, του τραγούδησε “Happy Birthday, dear Jack”. 

Το 1963 η Χέπμπορν πρωταγωνίστησε στην ταινία Ραντεβού στο Παρίσι, την πρώτη και τελευταία ταινία της με τον Κάρι Γκραντ, ο οποίος είχε στο παρελθόν αποσυρθεί από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους των ταινιών Διακοπές στη Ρώμη και Σαμπρίνα. Το 1964, η Χέπμπορν έπαιξε στην ταινία Ωραία μου κυρία (My Fair Lady) που θεωρήθηκε για την εποχή η περισσότερο αναμενόμενη ταινία μετά το Όσα παίρνει ο άνεμος. Η Χέπμπορν έλαβε το ρόλο της Ελάιζα Ντούλιτλ αντί για την τότε άσημη Τζούλι Άντριους, που είχε υποδυθεί πρώτη το ρόλο στο Μπρόντγουεϊ. Η απόφαση αυτή πάρθηκε πριν την επιλογή της Χέπμπορν για το ρόλο. Η τελευταία αρχικά τον αρνήθηκε και πρότεινε στον Τζακ Γουόρνερ να τον δώσει στην Άντριους, αλλά όταν την ενημέρωσαν πως θα ήταν εκείνη ή η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, που επίσης ήταν υποψήφια για το ρόλο, τον δέχτηκε. Σύμφωνα με ένα άρθρο στο περιοδικό Soundstage «όλοι συμφώνησαν πως, αν δεν συμμετείχε η Τζούλι Άντριους στην ταινία, η Όντρει Χέπμπορν ήταν τέλεια επιλογή». Η Τζούλι Άντριους είχε να ολοκληρώσει την ταινία Μαίρη Πόπινς, που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με το Ωραία μου κυρία. Η Χέπμπορν ηχογράφησε τραγούδια για το ρόλο, αλλά τελικά ανακάλυψε πως μια επαγγελματίας τραγουδίστρια, η Μάρνι Νίξον ντούμπλαρε όλα της τα τραγούδια. Έφυγε από το πλατό μόλις έμαθε τα νέα, αλλά επέστρεψε νωρίς το επόμενο πρωί για να ζητήσει συγγνώμη για τη συμπεριφορά της. Υλικό από τα αρχικά φωνητικά της Χέπμπορν υπάρχει μέχρι τις μέρες μας και συμπεριλήφθηκε σε ντοκιμαντέρ και στο DVD της ταινίας, αν και μέχρι σήμερα, μόνο τα φωνητικά της Νίξον κυκλοφόρησαν σε δίσκο βινυλίου και CD. Κάποια από τα αρχικά της φωνητικά διατηρήθηκαν στην ταινία, όπως το «Just You Wait» και κομμάτια από το «I Could Have Danced All Night». Όταν ρωτήθηκε για το ντουμπλάρισμα μιας ηθοποιού με τόσο χαρακτηριστικό τόνο στη φωνή, η Χέπμπορν σκυθρώπιασε και είπε: «Φαινόταν, έτσι δεν είναι; Και μετά ήταν ο Ρεξ, που ηχογράφησε όλα του τραγούδια ενώ έπαιζε… την επόμενη φορά». Μετά δάγκωσε τα χείλη για να μην συνεχίσει. Πέρα από το θέμα αυτό, πολλοί κριτικοί συμφώνησαν πως η ερμηνεία της ήταν εξαίσια.Οι αντιγνωμίες γύρω από την επιλογή της Χέπμπορν στο καστ έφτασαν στο απόγειό τους στην απονομή των Βραβείων Όσκαρ για την σεζόν 1964-65, οπότε και η Χέπμπορν δεν έλαβε υποψηφιότητα καλύτερης ηθοποιού, ενώ η Άντριους ναι. Τα μίντια προσπάθησαν να προβάλλουν αυτή την αντιπαλότητα καθώς πλησίαζε η τελετή, παρόλο που και οι δύο γυναίκες αρνήθηκαν πως διατηρούσαν άσχημα αισθήματα η μία για την άλλη. Τελικά η Άντριους κέρδισε το βραβείο.Η ταινία Δύο για τον δρόμο (Two for the Road) ήταν μια καινοτόμος ταινία με θέμα το διαζύγιο. Ο σκηνοθέτης Στάνλεϊ Ντόνεν είπε πως η Χέπμπορν ήταν περισσότερο ελεύθερη και χαρούμενη από κάθε άλλη φορά, και το απέδωσε στον Άλμπερτ Φίνεϊ. Η ταινία Περίμενε μέχρι να νυχτώσει (Wait Until Dark) ήταν δύσκολη ταινία. Ήταν μια ταινία τρόμου όπου η Χέπμπορν υποδυόταν μια τυφλή γυναίκα την οποία και τρομοκρατούσαν. Επιπροσθέτως, παραγωγός ήταν ο Μελ Φερέρ και τα γυρίσματα έγιναν ενώ το ζευγάρι έπαιρνε διαζύγιο. Η Χέπμπορν λέγεται πως έχασε πολλά κιλά λόγω άγχους. Από την άλλη, βρήκε το συμπρωταγωνιστή της Ρίτσαρντ Κρένα πολύ αστείο, και γελούσε πολύ παρέα με τον σκηνοθέτη Τέρενς Γιανγκ. Η ερμηνεία της προτάθηκε για Όσκαρ.Από το 1967 και μετά, έπειτα από δεκαπέντε ιδιαίτερα επιτυχημένα χρόνια στον κινηματογράφο, η Χέπμπορν έπαιζε μόνο περιστασιακά. Μετά το διαζύγιό της από τον Φερέρ παντρεύτηκε τον Ιταλό ψυχίατρο δρ Αντρέα Ντότι και απέκτησε ένα δεύτερο γιο μετά από μια δύσκολη εγκυμοσύνη που απαίτησε σχεδόν συνεχή παραμονή στο κρεβάτι. Μετά το χωρισμό της με τον Ντότι, αποπειράθηκε μια επιστροφή, συμπρωταγωνιστώντας με τον Σον Κόνερι στην ταινία εποχής Το ρόδο και το βέλος (Robin and Marian) το 1976, που είχε σχετική επιτυχία. Ειπώθηκε πως απέρριψε ένα ρόλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της μιας πρώην μπαλαρίνας στην ταινία Η κρίσιμη καμπή (The Turning Point). Τελικά ο ρόλος δόθηκε στην Αν Μπάνκροφτ. Η Χέπμπορν επέστρεψε τελικά στο σινεμά το 1979, πρωταγωνιστώντας στο Γραμμή αίματος (Bloodline) του Σίντνεϋ Σέλντον. Ο συγγραφέας διασκεύασε το μυθιστόρημά του όταν επρόκειτο να μεταφερθεί στον κινηματογράφο, κάνοντας τον χαρακτήρα της μεγαλύτερο σε ηλικία για να ταιριάζει στη δική της. Η ταινία στέφθηκε με αποτυχία τόσο στο box office όσο και στις κριτικές.Ο τελευταίος πρωταγωνιστικός ρόλος της Χέπμπορν σε κινηματογραφική ταινία ήταν με τον Μπεν Γκαζάρα στην κωμωδία Όλοι έσκασαν στα γέλια (They All Laughed) σε σκηνοθεσία Πίτερ Μπογκντάνοβιτς. Η ταινία επισκιάστηκε από τη δολοφονία ενός από τα αστέρια που συμμετείχαν, της φίλης του Μπογκντάνοβιτς, Ντόροθυ Στράτεν. Κυκλοφόρησε μετά τον θάνατο της τελευταίας μα σε περιορισμένες προβολές. Το 1987, εμφανίστηκε με τον Ρόμπερτ Βάγκνερ σε μια τηλεταινία, το Ανάμεσα σε κλέφτες (Love Among Thieves) που δανειζόταν στοιχεία από παλαιότερες ταινίες της ηθοποιού. Η τηλεταινία ήταν μέτρια επιτυχημένη, ενώ η Χέπμπορν είπε πως συμμετείχε απλώς για την προσωπική της ευχαρίστηση.Η τελευταία εμφάνιση της Χέπμπορν, ένα καμεό πέρασμα, ήταν ένας άγγελος στην ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ Για πάντα (Always) το 1988. Τους τελευταίους μήνες της ζωής της, η Χέπμπορν ολοκλήρωσε δύο σχέδια: παρουσίασε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο Gardens of the World with Audrey Hepburn, που έκανε πρεμιέρα στο κανάλι PBS τη μέρα του θανάτου της, και ηχογράφησε ένα άλμπουμ αφήγησης, το «Audrey Hepburn’s Enchanted Tales», με αναγνώσεις κλασικών ιστοριών για παιδιά, με το οποίο κέρδισε μετά θάνατον το Βραβείο Γκράμι για το Καλύτερο Αφηγηματικό Άλμπουμ για Παιδιά.Η ηθοποιός απέκτησε το δικό της αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλιγουντ, στην 1652 Vine Street.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 αρραβωνιάστηκε το νεαρό Τζέιμς Χάνσεν. Το αποκαλούσε «έρωτα με την πρώτη ματιά», ωστόσο, μετά την πρόβα νυφικού και τον ορισμό της ημερομηνίας, αποφάσισε πως ο γάμος δεν είχε μέλλον, εξαιτίας των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων που θα τους κρατούσαν μακριά για μεγάλα χρονικά διαστήματα.Η Χέπμπορν έκανε δύο γάμους, πρώτα με τον Αμερικανό Μελ Φερέρ και κατόπιν με τον Ιταλό γιατρό Αντρέα Ντότι. Με τον καθένα τους απέκτησε από έναν γιο – τον Σον με τον Φερέρ το 1960, και τον Λούκα το 1970 από τον Ντότι. Νονός του μεγαλύτερου είναι ο συγγραφέας Ά.Τζόζεφ Κρόνιν, που έμενε κοντά στη Χέπμπορν στη Λουκέρνη.Η Χέπμπορν συνάντησε τον Φερέρ σε ένα πάρτι του Γκρέγκορι Πεκ. Τον είχε δει στην ταινία Λιλή και την αιχμαλώτισε η ερμηνεία του. Ο Φερέρ κατόπιν της έστειλε το σενάριο για το έργο Οντίν και η Χέπμπορν δέχτηκε τον ρόλο. Οι πρόβες ξεκίνησαν το Ιανουάριο του 1954 και οι δυο τους παντρεύτηκαν στις 24 Σεπτεμβρίου. Η Χέπμπορν υποστήριξε πως ήταν αχώριστοι και πολύ ευτυχισμένοι μαζί, παρά την εμμονή των σκανδαλοθηρικών εντύπων που προέβλεπαν πως ο γάμος θα είχε ημερομηνία λήξης. Ωστόσο παραδέχτηκε πως εκείνος ήταν κυκλοθυμικός. Σύμφωνα με τις φήμες ο Φερέρ ήθελε υπερβολικά να την ελέγχει. Ο Γουίλιαμ Χόλντεν είχε δηλώσει: «Πιστεύω πως η Όντρεϊ επιτρέπει στο Μελ να νομίζει πως την επηρεάζει».Η Χέπμπορν απέβαλε δύο φορές, με την πρώτη να λαμβάνει χώρα το Μάρτη του 1955. Το 1959, στα γυρίσματα της ταινίας Οι ασυγχώρητοι (The Unforgiven), έσπασε την πλάτη της όταν πέφτοντας από άλογο χτύπησε σε πέτρα. Πέρασε εβδομάδες στο νοσοκομείο και αργότερα απέβαλε, γεγονός που αποδόθηκε σε σωματική και ψυχολογική πίεση. Ενώ ξεκουραζόταν στο σπίτι, ο Μελ της έφερε το ελάφι από την ταινία Η κόρη της ζούγκλας (Green Mansions) για να το κρατήσει σαν κατοικίδιο. Το ονόμασαν Ιπ, υποκοριστικό του Πίπιν. Το 1965, απέβαλε για δεύτερη φορά. Η Χέπμπορν ήταν πολύ πιο προσεκτική όταν ήταν έγκυος στον Λούκα το 1969. Ξεκουραζόταν για μήνες και περνούσε τον καιρό της ζωγραφίζοντας προτού γεννήσει τελικά με καισαρική. Τέλος απέβαλε ακόμη μια φορά, το 1974. Η Χέπμπορν είναι διάσημη για το ποίημα «Time Tested Beauty Tips», το οποίο και συνήθιζε να λέει στους γιους της. Το ποίημα περιλαμβάνει στίχους όπως: «Για όμορφα μαλλιά, άφηνε ένα παιδί να περνά ανάμεσά τους τα δάχτυλά του μια φορά τη μέρα» και «Για μια κομψή σιλουέτα, μοιράσου το φαγητό σου με τους πεινασμένους». Το ποίημα αποδίδεται συχνά σε εκείνη, ωστόσο στην πραγματικότητα γράφτηκε από τον Σαμ Λέβενσον.Η Χέπμπορν είχε αρκετά κατοικίδια, ανάμεσα στα οποία ήταν ένα Γιορκσάιρ τεριέ που λεγόταν Mr. Famous και το οποίο πέθανε όταν το χτύπησε ένα αυτοκίνητο. Για να της φτιάξει το κέφι ο Φερέρ της χάρισε ένα άλλο Γιόρκσαϊρ με το όνομα Assam of Assam. Επίσης κράτησε τον Ιπ. Έφτιαξαν για αυτόν ένα κρεβάτι από μια μπανιέρα. Ο Σον Φερέρ είχε ένα κόκερ σπάνιελ με το όνομα Κόκι. Σε μεγαλύτερη ηλικία, η Χέπμπορν είχε δύο τεριέ Τζακ Ράσελ.

Ο γάμος της με τον Φερέρ κράτησε 14 χρόνια, μέχρι τις 5 Δεκεμβρίου 1968. Σύμφωνα με τον γιο τους η Χέπμπορν διατήρησε τον γάμο για πάρα πολύ. Τα τελευταία χρόνια του γάμου, ο Φερέρ σύμφωνα με τις φήμες βρήκε ερωμένη, ενώ η Χέπμπορν ειπώθηκε πως είχε δεσμό με τον νεότερο συμπρωταγωνιστή της στο Δύο για τον δρόμο, Άλμπερτ Φίνεϊ. Διέψευσε τις φήμες, αλλά ο σκηνοθέτης Στάνλεϋ Ντόνεν είπε ρίχνοντας λάδι στη φωτιά: «με τον Άλμπερτ Φίνεϊ ήταν μια διαφορετική γυναίκα. Αυτή και ο Άλμπι είχαν κάτι υπέροχο, ήταν σαν ζευγάρι από παιδιά. Όταν ο Μελ απουσίαζε από το πλατό, έλαμπαν. Όταν ο Μελ ήταν εκεί, ήταν αστείο. Η Όντρεϊ και ο Άλμπι φέρονταν επίσημα και με αμηχανία». Το ζευγάρι χώρισε προτού πάρει διαζύγιο. Αυτή την περίοδο η Χέπμπορν έχασε βάρος. Γνώρισε τον Ιταλό ψυχίατρο Αντρέα Ντότι σε μια κρουαζιέρα και τον ερωτεύτηκε σε μια εκδρομή σε κάποια ελληνικά ερείπια. Πίστευε πως θα αποκτούσε πολλά παιδιά, και ίσως πως θα σταματούσε να δουλεύει. Παντρεύτηκαν στις 18 Ιανουαρίου 1969. Αν και ο Ντότι αγαπούσε τη Χέπμπορν και ήταν συμπαθής στον Σον, που τον θεωρούσε αστείο, ο Ντότι διατηρούσε δεσμούς με νεότερες γυναίκες. Ο γάμος κράτησε 13 χρόνια και τελείωσε το 1982, όταν ο Σον και ο Λούκα ήταν αρκετά μεγάλοι για να τα καταφέρουν σε μια ζωή με μια ανύπαντρη μητέρα. Παρόλο που η Χέπμπορν είχε διακόψει κάθε επαφή με τον Φερέρ (του μίλησε μονάχα δύο φορές στο υπόλοιπο της ζωής της, στην αποφοίτηση του Σον και στον πρώτο του γάμο), κράτησε επαφή με τον Ντότι για το καλό του Λούκα.Την περίοδο που πέθανε, η Χέπμπορν είχε δεσμό με τον Ρόμπερτ Γουόλντερς, έναν όμορφο Ολλανδό ηθοποιό, χήρο της ηθοποιού Μερλ Όμπερον. Τον γνώρισε μέσω ενός φίλου, στα τελευταία χρόνια του γάμου της με τον Ντότι. Όταν το διαζύγιο οριστικοποιήθηκε, εκείνη και ο Γουόλτερς ξεκίνησαν την κοινή τους ζωή, παρόλο που δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Το 1989, μετά από εννέα χρόνια μαζί του, τα αποκάλεσε τα πιο ευτυχισμένα της ζωής της. «Μου πήρε πολύ καιρό», είπε σε μια συνέντευξη με τη Μπάρμπαρα Γουόλτερς. Η δημοσιογράφος τη ρώτησε γιατί δεν παντρεύτηκαν. Η Χέπμπορν απάντησε πως είχαν παντρευτεί αλλά όχι επισήμως. Σχεδίαζαν μαζί τα ταξίδια για τη UNICEF. Σε καθένα από τους λόγους της, εκείνος παρακολουθούσε και καμιά φορά δάκρυζε. 
Σύντομα μετά το τέλος της καριέρας της στον κινηματογράφο, η Χέπμπορν ανακηρύχθηκε Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως του Οργάνωσης για τα Παιδιά των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Children’s Fund / UNICEF). Ευγνώμων για την καλή της τύχη να επιβιώσει της γερμανικής κατοχής ως παιδί, αφιέρωσε το υπόλοιπο της ζωής της για τη βοήθεια παιδιών σε φτωχές χώρες. Στα ταξίδια της τη διευκόλυνε η ευρεία γνώση της σε ξένες γλώσσες: γαλλικά, ιταλικά, αγγλικά, ολλανδικά και ισπανικά.

Το 1992, όταν η Χέπμπορν επέστρεψε στην Ελβετία μετά το ταξίδι στη Σομαλία, άρχισε να νιώθει πόνους στην υπογάστρια περιοχή. Πήγε σε ειδικούς αλλά τα αποτελέσματα των εξετάσεων δεν ήταν ξεκάθαρα. Οπότε αποφάσισε να κάνει εξετάσεις κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στο Λος Άντζελες τον Οκτώβρη. Την 1 Νοεμβρίου οι γιατροί έκαναν λαπαροσκοπική επέμβαση και ανακάλυψαν καρκίνο στην περιοχή αυτή που είχε εξαπλωθεί από την σκωληκοειδή απόφυση. Είχε αναπτυχθεί αργά με το πέρασμα πολλών ετών, και κάνοντας μετάσταση δεν προξένησε όγκο, αλλά σαν λεπτό περίβλημα του λεπτού εντέρου. Οι γιατροί την εγχείρησαν και της έκαναν χημειοθεραπεία. Τα φάρμακα δεν ήταν αρκετά για να κάνουν τον πόνο να εξαφανιστεί, οπότε την 1 Δεκεμβρίου έκανε δεύτερη επέμβαση. Μετά από μια ώρα, ο γιατρός διέγνωσε πως ο καρκίνος είχε εξαπλωθεί πάρα πολύ για να μπορέσει να αφαιρεθεί. Καθώς η Χέπμπορν δεν θα μπορούσε να αντέξει μια πτήση με κανονικό αεροπλάνο, ο Ζιβανσί κανόνισε να της στείλει η Μπάνι Μέλλον το ιδιωτικό της τζετ στο Λος Άντζελες για να τη μεταφέρει στο σπίτι της στην Ελβετία. Η Μέλλον γέμισε την καμπίνα με λουλούδια. Η Όντρεϊ Χέπμπορν απεβίωσε στις 20 Ιανουαρίου 1993 στο Tolochenaz της Ελβετίας και κηδεύτηκε εκεί. Ήταν εξήντα τριών ετών.
Η Όντρεϊ Χέπμπορν μέχρι σήμερα θεωρείται πρότυπο ομορφιάς και κομψότητας. Συχνά την αποκαλούσαν μια από τις ομορφότερες γυναίκες όλων των εποχών. Ο τρόπος ντυσίματός της παραμένει δημοφιλής ανάμεσα στο γυναικείο πληθυσμό. Αντίθετα με την εικόνα αυτή, και παρόλο που στη Χέπμπορν άρεσε η μόδα, δεν έδινε και τόση σημασία στο θέμα. Συχνά προτιμούσε απλό και άνετο ντύσιμο. Επίσης, ποτέ δεν θεώρησε τον εαυτό της ιδιαίτερα ελκυστικό. Σε μια συνέντευξη το 1959 είπε: «Μπορείς ακόμη και να πεις πως μισούσα τον εαυτό μου για κάποιες περιόδους. Ήμουν πολύ χοντρή, ή ίσως πολύ ψηλή, ή απλά πολύ άσχημη…» Μέχρι σήμερα, μόνο μια βιογραφική ταινία που βασίστηκε στη ζωή της έχει γυριστεί. Η αμερικανική τηλεταινία του 2000 The Audrey Hepburn Story, παρουσίασε στο ρόλο της ηθοποιού την Τζένιφερ Λαβ Χιούιτ. Η τελευταία ήταν επίσης συμπαραγωγός. Έλαβε κακές κριτικές εξαιτίας πολλών λαθών στα γεγονότα και της κακής ερμηνείας της Χιούιτ. Η ταινία τελείωνε με υλικό της πραγματικής Όντρεϊ Χέπμπορν, γυρισμένο κατά τη διάρκεια των τελευταίων αποστολών της για τη UNICEF. Η Έμμυ Ρόσουμ, σε έναν από τους πρώτους της κινηματογραφικούς ρόλους, υποδύθηκε τη Χέπμπορν σε προεφηβική ηλικία.

Το 2003, τα Ταχυδρομεία των ΗΠΑ εξέδωσαν ένα γραμματόσημο που την τιμούσε ως θρύλο του Χόλιγουντ και ανθρωπίστρια. Απεικονίζει ένα σκίτσο της βασισμένο σε διαφημιστική φωτογραφία για την ταινία Σαμπρίνα. Η Χέπμπορν είναι από τους λίγους μη-Αμερικανούς που τιμήθηκαν με αυτόν τον τρόπο. Η εικόνα της Χέπμπορν χρησιμοποιείται ακόμη ευρέως σε διαφημιστικές εκστρατείες σε όλο τον κόσμο. Στην Ιαπωνία, μια σειρά από διαφημίσεις χρησιμοποίησαν μια συλλογή από χρωματισμένα και ψηφιακά επεξεργασμένα κλιπς της Χέπμπορν από το Διακοπές στη Ρώμη για την προώθηση μιας μάρκας τσαγιού. Στις ΗΠΑ, η Χέπμπορν εμφανίστηκε σε διαφημιστικό της εταιρίας Gap που προβαλλόταν από τις 7 Σεπτεμβρίου 2006 μέχρι τις 5 Οκτωβρίου 2006. Περιελάμβανε αποσπάσματα από χορευτικά της στο Εξυπνο μουτράκι. Το «μικρό μαύρο φόρεμα» από την ταινία Πρόγευμα στο Τίφανις, σχεδιασμένο από τον Ζιβανσί, πωλήθηκε σε πλειστηριασμό του οίκου Christie’s στις 5 Δεκεμβρίου 2006 για £467.200 (περίπου $655.000), περίπου επτά φορές πάνω από την αρχική του τιμή. Αυτή είναι η μεγαλύτερη τιμή που έχει ποτέ δοθεί για φόρεμα από ταινία. Τα έσοδα πήγαν σε φιλανθρωπικό ίδρυμα που βοηθά μη προνομιούχα παιδιά στην Ινδία.

Άρθρο της Άννας Ψυχογιού

Η Άννα Ψυχογιού γεννήθηκε στην Άρτα και τα τελευταία χρόνια ζει στην Στοκχόλμη όπου εργάζεται ως καθηγήτρια υποκριτικής. Έχει σπουδάσει ηθοποιός στην Δραματική Σχόλη  ‘’ Μαίρης Βογιατζή Τράγκα ’’ στη Αθήνα και παράλληλα κάνει σκηνοθεσία θεατρικών έργων. Τον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται κυρίως με τις μεταφράσεις θεατρικών έργων που ανεβάζει. Της αρέσει να διαβάζει βιβλία , να ακούει μουσική και να πηγαίνει ταξίδια.