ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ – ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 25/1
Άρθρο της Άννας Ψυχογιού
Σημείωμα αυτοκτονίας προς τον σύζυγό της
Αισθάνομαι σίγουρα πως τρελαίνομαι πάλι. Αισθάνομαι ότι δε μπορούμε να ξαναπεράσουμε άλλον ένα σαν εκ τους φοβερούς χρόνους. Και δεν θα συνέλθω ξανά τούτη τη φορά. Αρχίζω ν’ ακούω φωνές και δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι κάνω κείνο που μου φαίνεται καλύτερο για όλους μας. Μου ‘χεις δώσει τη μέγιστη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλ’ αυτά που κανείς δε θα μπορούσε να ‘ναι. Δε γνωρίζω δυο ανθρώπους που θα μπορούσαν να είναι ευτυχέστεροι, μέχρι που με χτύπησε τούτη η φοβερή αρρώστια. Δεν μπορώ να την παλεψω άλλο. Ξέρω ότι χαλώ τη ζωή σου, που χωρίς εμένα θα μπορούσες να κάνεις. Και το ξέρεις πως το ξέρω. Βλέπεις δεν μπορώ μήτε να γράψω… ακόμη κι αυτό. Δε μπορώ να διαβάσω. Θέλω να πω πως οφείλω όλη την ευτυχία της ζωής μου σε σένα. Ήσουν ολότελα υπομονετικός μαζί μου και καλός σ’ απίστευτο βαθμό. Θέλω να σ’ το πω αυτό -ο καθένας το ξέρει. Αν κάποιος θα μπορούσε να μ’ είχε σώσει, αυτός θα ‘σουν εσύ. Όλα έχουνε χαθεί για μένα μα βεβαιώνω για την καλοσύνη σου. Δεν μπορώ να συνεχίσω να χαλώ τη ζωή σου άλλο. Δεν σκέφτομαι ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να ‘ναι ευτυχέστεροι απ’ όσο ήμασταν εμείς.———-
Η Βιρτζίνια Γουλφ (Virginia Woolf) (πλήρες όνομα: Adeline Virginia Stephen, Αντελίν Βιρτζίνια Στίβεν) γεννήθηκε σαν σήμερα στις 25 Ιανουαρίου του 1882 και ήταν Αγγλίδα μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος, που θεωρήθηκε πρωτοπόρος και νεοτερίστρια λογοτέχνης στον 20ό αιώνα και μια από τους μεγαλύτερους καινοτόμους στην αγγλική γλώσσα.
Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου υπήρξε σημαντική μορφή στη λογοτεχνική κοινωνία του Λονδίνου και μέλος της Ομάδας Μπλούμσμπερυ. Τα διασημότερα έργα της είναι τα μυθιστορήματα Η κυρία Ντάλογουεϊ (1925), Στο Φάρο (1927), το Ορλάντο:Μια Βιογραφία (1928) και το δοκίμιο Ένα Δωμάτιο Ολοδικό Σου (1929) με την παροιμιώδη φράση της: «Μια γυναίκα πρέπει να έχει τα χρήματα και ένα δωμάτιο κατάδικό της, εάν πρόκειται να γράψει μυθιστοριογραφία». Τα μυθιστορήματά της διακρίνονται για το ψυχολογικό τους βάθος και το εκφραστικό τους ύφος. Άλλα γνωστά έργα της είναι τα Νύχτα και Μέρα, Τα Κύματα, Τα Χρόνια, Τρεις Γκινέες, κ.ά.
Ο Έλληνας κριτικός λογοτεχνίας και μεταφραστής των έργων της Άρης Μπερλής έχει γράψει ότι: «Η Βιρτζίνια Γουλφ βρίσκεται μέσα στη μεγάλη παράδοση της δυτικής λογοτεχνίας και συναριθμείται με τον Προυστ και τον Τζόυς στην τριάδα των μεγάλων καινοτόμων πεζογράφων που άνοιξαν νέους δρόμους στο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα τις τρεις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα.»
Η Βιρτζίνια Στίβεν γεννήθηκε στο Λονδίνο από τους Σερ Λέσλι Στίβεν και Τζούλια Πρίνσεπ Τζάκσον (πρώην Ντάκγουορθ). Οι γονείς της, οι οποίοι παντρεύτηκαν στις 28 Μαρτίου του 1878, είχαν και οι δυο παιδιά από τους προηγούμενους γάμους τους. Ο πατέρας της Γουλφ ανήκε σε οικογένεια αριστοκρατών με μακρά παράδοση στα γράμματα, ήταν εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού Cornhill Magazine και συντάκτης του Λεξικού Εθνικής Βιογραφίας (Dictionary of National Biography). Η μητέρα της, γνωστή για την ομορφιά της, εργαζόταν ως μοντέλο για γνωστούς ζωγράφους της εποχής, ενώ τον καιρό της γέννησης της Βιρτζίνια ήταν νοσοκόμα κατ’ οίκον. Εκτός από τη Βιρτζίνια, το ζευγάρι είχε αποκτήσει την πρωτότοκη κόρη Βανέσα (μετέπειτα Μπελ, γενν. 1879), τον δευτερότοκο Τόμπυ (γενν. 1880) και τον υστερότοκο Άντριαν (γενν. 1883).
Εκτός από αυτά τα παιδιά από τον κοινό τους γάμο, στο μέγαρο της οδού Hyde Park Gate, 22 ζούσαν και τα παιδιά από τους προηγούμενους γάμους τους: η κόρη του σερ Λέσλι, Λώρα (Laura Makepeace Stephen), ένα προβληματικό παιδί που σε λίγα χρόνια κλείστηκε μόνιμα σε ψυχιατρικό άσυλο και τα τρία παιδιά της Τζούλια, Τζορτζ, Στέλλα και Τζέραλντ Ντάκγουορθ.
Αν και σαν βρέφος ήταν χαρωπή και τρυφερή, η Γουλφ με το πέρασμα των χρόνων έγινε νευρική, φοβόταν το σκοτάδι (κοιμόταν πάντα με τη λάμπα αναμμένη) καθώς και το θορυβώδες εξωτερικό περιβάλλον. Η ίδια, όταν θυμόταν τα παιδικά της χρόνια, θεωρούσε ότι ο φόβος αποτελούσε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής της. Ειδικότερα, στις ετήσιες καλοκαιρινές διακοπές στο Σέιντ Άιβς (St. Ives) στην Κορνουάλη ένιωθε θλιβερά, τρομαχτικά συναισθήματα και κυρίως ένα αίσθημα απομόνωσης και απεγνωσμένης λύπης, με την αναπτυγμένη φαντασία της να ενισχύει όλα αυτά τα συναισθήματα.
Η Βιρτζίνια μεγάλωσε σε καλλιτεχνικό περιβάλλον, με επιρροές από τη βικτωριανή λογοτεχνική κοινωνία: Χένρι Τζέιμς, Τζορτζ Έλιοτ, Τζορτζ Χένρι Λιούις, Τζούλια Μάργκαρετ Κάμερον και Τζέιμς Ράσελ Λόουελ (νονός της Βιρτζίνια), ήταν μεταξύ των επισκεπτών του σπιτιού της οικογένειας. Συμπλήρωμα αυτών των επιρροών ήταν η τεράστια βιβλιοθήκη του σπιτιού, απ’ όπου οι αδελφές Βιρτζίνια και Βανέσα διδάχτηκαν τους κλασικούς συγγραφείς και την αγγλική λογοτεχνία, σε αντίθεση με τους αδελφούς τους, Τόμπυ και Άντριαν, που ακολούθησαν την τυπική εκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ. Το 1896 και μετά την εκπαίδευση που έλαβε κατ’ οίκον κυρίως από τον πατέρα της σπούδασε ιστορία, αρχαία ελληνικά και λατινικά στο παράρτημα για γυναίκες του King’s College. Την εκμάθηση των αρχαίων ελληνικών συνέχισε κατά τα έτη 1902 και 1903.
Ο ξαφνικός θάνατος της μητέρας της από γρίπη το 1895 όταν ήταν 13 χρόνων, της προκάλεσε την πρώτη της νευρική κατάρρευση. Δύο χρόνια αργότερα, πέθανε ξαφνικά η ετεροθαλής αδερφή της Στέλλα από περιτονίτιδα, ενώ ο πατέρας της πέθανε το 1904 από καρκίνο του στομάχου. Αυτό πυροδότησε τη δεύτερη μεγάλη νευρική κατάρρευση και την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας της Γουλφ, η οποία πήδηξε από το παράθυρο του σπιτιού της οικογένειας.
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής της επηρεάστηκε από αυτή τη δραστική ταλάντευση διάθεσης. Αν κι αυτές οι επαναλαμβανόμενες διανοητικές διαταραχές είχαν πολλές επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή της, οι λογοτεχνικές δυνατότητές της παρέμειναν άθικτες. Συνηθισμένα συμπτώματα της αρρώστιας της , ήταν οι βαριές ημικρανίες, οι αυπνίες και η έλλειψη όρεξης. Η ανορεξία (ασθένεια που τα συμπώματά της άρχισαν να αναγνωρίζονται ήδη από το 1870) ήταν το κυριότερο σύμπτωμα που κουβαλούσε από την παιδική της ηλικία. Η μητέρα της, Τζούλια είχε αποδεχτεί το γεγονός οτι η μικρή Τζίνια θα ήταν για πάντα ευάλωτη ψυχικά.
Η οικογένεια από την πλευρά του πατέρα της εξάλλου, είχε ιστορικό ψυχικών ασθενειών, από σχιζοφρένεια μέχρι και βαριά κατάθλιψη. Ο ίδιος ο πατέρας της, ο Λέσλι Στίβεν είχε υποστεί κάποιου είδους νευρική κατάρρευση, καθώς προετοίμαζε το βιβλίο του Dictionary of National Biography. Το 1945, η ετεροθαλής της αδερφή, Λώρα, απεβίωσε στην ψυχιατρική κλινική όπου την έκλεισαν και ο ανιψιός του σερ Λέσλι, Τζεμ Στίβεν, ήταν επίσης ψυχικά διαταραγμένος.
Κουρασμένη από το γράψιμο των Κυμάτων και σαν αστείο για να χαλαρώνει (όπως συνήθιζε να κάνει) άρχισε να γράφει το καλοκαίρι του 1931, το Φλας, τη βιογραφία του σκύλου της ποιήτριας Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ,την οποία εξέδωσε σε βιβλίο το 1933. Σε αυτό το διάστημα θα ταξιδέψει για δεύτερη φορά στην Ελλάδα μαζί με τον άντρα της και τον Ρότζερ Φράι, του οποίου ο ξαφνικός θάνατος το 1934 θα την καταβάλλει πολύ. Το 1935 έχοντας αγοράσει αυτοκίνητο θα κάνουν ένα μεγάλο οδικό ταξίδι στη Γαλλία, στην Ιταλία, επιστρέφοντας μέσω της Γερμανίας του Χίτλερ και της Ολλανδίας.
Το 1937 θα εκδώσει το μυθιστόρημα Τα Χρόνια – ένα βιβλίο που είχε αρχίσει να δουλεύει από το τέλος του 1932 και το οποίο εξελίχθηκε στο ογκωδέστερο των μυθιστορημάτων της αλλά και ένα από τα προσφιλέστερα στους λογοτεχνικούς κριτικούς.
Όταν ξεσπάει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η διάθεση της Γουλφ αρχίσει να χειροτερεύει και το 1940 ύστερα από την σφοδρή αεροπορική επιδρομή των Γερμανών εναντίον του Λονδίνου (The Blitz) – καταστρέφονται το σπίτι και τα γραφεία του εκδοτικού οίκου στο Λονδίνο, και το ζευγάρι μετακομίζει στο Μονκς Χάουζ. Η πιθανότητα οι Γερμανοί να καταλάβουν την Αγγλία και το τι θα σήμαινε αυτό όχι μόνο για τη χώρα αλλά και για τη ζωή του Εβραίου Λέοναρντ, κάνουν τη Γουλφ να ζει σε μια διαρκή ανησυχία και αγωνία.
Τον χειμώνα του 1941 θα ολοκληρώσει το τελευταίο μυθιστόρημά της, το Ανάμεσα στις Πράξεις και θα περάσει την τρίτη και μοιραία νευρική κατάρρευση της ζωής της. Η κατάθλιψη, η ανορεξία, οι παραισθήσεις θα επιστρέψουν δυνατότερες από κάθε άλλη φορά. Ο Λέναρντ Γουλφ παραδέχεται στην αυτοβιογραφία του ότι το να μην την εμπιστευτεί σε 24ωρη επίβλεψη από νοσοκόμες ήταν μεγάλο λάθος που έφερε την καταστροφή.
Στις 28 Μαρτίου 1941 η Γουλφ εγκατέλειψε το σπίτι της προς άγνωστη κατεύθυνση αφήνοντας δυο σημειώματα, ένα για την αδερφή της και ένα για τον σύζυγό της. Αν και στο σημείωμα έγραφε ότι είχε σκοπό να αυτοκτονήσει, ωστόσο αγνοούνταν για 3 εβδομάδες, μέχρι να βρεθεί πρώτα το καπέλο της και το μπαστούνι της σε μια όχθη του ποταμού Ουζ (Ouse) και αργότερα τρία μικρά παιδιά να ανακαλύψουν το πτώμα της στις 19 Απριλίου του 1941.
Το πτώμα της αποτεφρώνεται την επόμενη μέρα και τα υπολείματα θάβονται στο σπίτι στο Μονκς, κάτω απο μια φτελιά.
Τον Ιούλιο του 1941 ο Γουλφ θα εκδώσει το τελευταίο μυθιστόρημά της, ενώ το 1953 θα εκδώσει και αποσπάσματα από τα ημερολόγια της με τίτλο A Writer’s Diary.
Άρθρο της Άννας Ψυχογιού
Η Άννα Ψυχογιού γεννήθηκε στην Άρτα και τα τελευταία χρόνια ζει στην Στοκχόλμη όπου εργάζεται ως καθηγήτρια υποκριτικής. Έχει σπουδάσει ηθοποιός στην Δραματική Σχόλη ‘’ Μαίρης Βογιατζή Τράγκα ’’ στη Αθήνα και παράλληλα κάνει σκηνοθεσία θεατρικών έργων. Τον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται κυρίως με τις μεταφράσεις θεατρικών έργων που ανεβάζει. Της αρέσει να διαβάζει βιβλία , να ακούει μουσική και να πηγαίνει ταξίδια.