TOP

Γιωτα Φεστα : «Εξουσια ασκουμε οι ανθρωποι οταν «πειναμε», οταν δεν εχουμε χορτασει, οταν δεν εχουμε αγαπησει και δεν εχουμε αγαπηθει»

Συνέντευξη:Ευθύμιος Ιωαννίδης

Σ’ ένα έργο – κραυγή για τις φρικαλεότητες του πολέμου, όπως τις Τρωάδες του Ευριπίδη, η φιγούρα της Εκάβης μοιάζει βγαλμένη από κάποιο δελτίο ειδήσεων των οκτώ. Η τέως Βασίλισσα, νυν αιχμάλωτη πολέμου που έχει αντικρύσει τον άντρα της, Πρίαμο, να τον σφάζουν στο βωμό του παλατιού, έχει θρηνήσει γοερά τον πρωτότοκό της γιο, Έκτορα, και έχει δει την κόρη της, την αφιερωμένη στον Απόλλωνα, Κασσάνδρα, να βιάζεται από τους Αχαιούς μέσα στον βωμό της Αθηνάς, είναι ένα πρόσωπο γεμάτο οδύνη, τρυφερότητα και σπαραγμό που υπερβαίνει κάθε μέσο όρο. «Η τέχνη του Ευριπίδη  φτάνει στο αποκορύφωμά της μέσα από τη θεατρική αναπαράσταση των ψυχικών μεταπτώσεων της Εκάβης», λέει η Γιώτα Φέστα στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Thess Culture και στον Ευθύμιο Ιωαννίδη με αφορμή τις παραστάσεις των «Τρωάδων» από τo Κρατικό Θέατρο που ανεβαίνουν στις 20, 21 και 22 Αυγούστου, σε συμπαραγωγή με το Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ ΒΕΡΟΙΑΣ, σε μετάφραση του Γιάννη Τσαρούχη και σε σκηνοθεσία του Γιάννη Παρασκευόπουλου

Κυρία Φέστα, φέτος το καλοκαίρι σας συναντάμε να αναμετριέστε με την πιο ψυχικά επιβαρυμένη ίσως ηρωίδα της αρχαίας τραγωδίας, την Εκάβη, προσεγγίζοντας το ευριπίδειο δράμα υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γιάννη Παρασκευόπουλου. Τι γεύση σας έχει αφήσει αλήθεια η συνεργασία μαζί του;

Είναι η δεύτερη φορά που συνεργάζομαι με τον Γιάννη Παρασκευόπουλο. Έχει προηγηθεί η δουλειά μας στον Γλάρο του Τσέχοφ, που κράτησε περίπου ένα χρόνο μια και παίχτηκε τον περασμένο χειμώνα και στην Αθήνα. Άρα έρχομαι πιο κοντά στον τρόπο που δουλεύει και σίγουρα αναπτύσσεται μεταξύ μας ένα πεδίο εμπιστοσύνης. Ο Γιάννης έχει έναν τρόπο δουλειάς που από την παράσταση που είχα δει πριν από λίγα χρόνια, το FESTEN, είχα αισθανθεί πως είναι ένας τρόπος που με αγγίζει πολύ ως ηθοποιό και με συνδέει μαζί του. Επενδύει πολύ και με έναν απόλυτα ειλικρινή τρόπο στους ηθοποιούς του, τόσο που καμία φορά μπορεί να είναι και εις βάρος της παράστασής του. Σέβεται πολύ τον προσωπικό χώρο του ηθοποιού, το υλικό του, ακόμα και αν διαφωνεί με αυτό και το υπερασπίζεται μέχρι το τέλος. Δημιουργεί έναν χώρο έρευνας μέσα στον οποίο σκηνοθέτης και ηθοποιός ψάχνουν μαζί, χωρίς να φοβούνται να κάνουν λάθη. Επειδή ακριβώς ο ίδιος είναι και ηθοποιός γνωρίζει καλά πώς να απλώνει ένα δίχτυ ασφαλείας, που τόσο χρειαζόμαστε εμείς οι ηθοποιοί για να ανοίξουμε ο ένας προς τον άλλον. Φτιάχνει ομάδα!

Τις μέρες της καραντίνας έτυχε να δω στο youtube μια παράσταση που είχε κάνει στο θέατρο της Κραϊόβας στη Ρουμανία, τη «Μήδεια». Ήταν από τις καλύτερες παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας που έχω δει. Παρ’ ότι είχα κάποιες αμφιθυμίες σχετικά με τις Τρωάδες και την Εκάβη, δεδομένων και των δύσκολων συνθηκών, και χωρίς να έχω καμία σιγουριά και βεβαιότητα για το εύρος των δυνατοτήτων μου, μια και μιλάμε για μια από τις δυσκολότερες αρχαίες τραγωδίες, επέτρεψα στον εαυτό μου στο ξεκίνημα αυτής της δουλειάς να είναι διαθέσιμος και ανοικτός στις προκλήσεις και στις εκπλήξεις. Τώρα μπορώ να πω, μιλώντας για τη διαδικασία φυσικά και όχι για το αποτέλεσμα, πως το διάστημα των προβών ήταν από τις πιο γόνιμες και δημιουργικές περιόδους της καλλιτεχνικής μου ζωής. Χαίρομαι κάθε φορά που είμαι στη σκηνή και αρθρώνω αυτά τα λόγια και αισθάνομαι πολύ τυχερή που είμαι ανάμεσα σε ανθρώπους που μας συνδέει η ίδια πίστη και ο ίδιος ενθουσιασμός γι΄ αυτό που κάνουμε. Άλλωστε δεν τελειώνει κανείς με αυτά τα έργα και αυτά τα πρόσωπα. Οφείλει να παραμείνει ανοιχτός, μιας και χρειάζονται την αδρεναλίνη του σχοινοβάτη!

Η τραγωδία αποτελούσε έναν από τους θεσμούς της αθηναϊκής δημοκρατίας που έφερνε στη σκηνή του θεάτρου ό,τι δεν μπορούσε να ειπωθεί ανοιχτά στο πλαίσιο των άλλων θεσμών, τους οποίους κατά κάποιον τρόπο έθετε υπό κρίση. Μπορεί να έχει άραγε και στις μέρες μας αυτήν τη διάσταση;

Οι Τρωάδες διδάχτηκαν στα Μεγάλα Διονύσια την άνοιξη του 425 π.Χ. Ο Πελοποννησιακός πόλεμος ήταν στο κορύφωμά του. Είχε προηγηθεί η καταστροφή της Μήλου, από τους Αθηναίους, που τόλμησε να αντιταχθεί στην αθηναϊκή υπεροψία. Ο υπαινιγμός του ποιητή είναι σαφής. Μιλάει για την απάνθρωπη συμπεριφορά των συμπατριωτών του. Στις μέρες μας δε νομίζω πως χρειάζεται να υπαινιχθούμε κάτι ανάλογο μέσα από το θέατρο, όπως τότε. Η πληροφορία τώρα είναι παντού! Αλλά αυτή η ψυχική και σωματική συντριβή των γυναικών της Τροίας, αυτά τα κατεστραμμένα σώματα, παραπέμπουν σίγουρα σε μια οικουμενικότητα. Ωστόσο, μιλάνε με την ίδια δύναμη και για μια προσωπική συντριβή, που για τον καθένα μπορεί να είναι τελείως διαφορετική.

Η Εκάβη δίνει τη δυνατότητα να ξανασκεφτούμε, να διεκδικήσουμε τη ζωή μας σε ένα άλλο επίπεδο, να θέσουμε εκ νέου στο μικροσκόπιο βασικά ερωτήματα: τι είναι η εξουσία; τι είναι μνήμη; τι είναι ο ξεριζωμός; τι είναι η ευγένεια ψυχής; τι σημαίνει η αποδοχή του άλλου και διαφορετικού; Τι σας έχει αλήθεια γοητεύσει σε αυτόν τον ρόλο;

Θα έλεγα πως εξουσία ασκούμε οι άνθρωποι όταν «πεινάμε», όταν δεν έχουμε χορτάσει, όταν δεν έχουμε αγαπήσει και δεν έχουμε αγαπηθεί. Κάτω δηλαδή από συγκεκριμένες συγκυρίες μπορεί να αισθανθούμε έτσι και να περιφρονήσουνε την αδυναμία, ακριβώς επειδή νιώθουμε αδύναμοι οι ίδιοι.  Κάπως έτσι θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί για την παρουσία των Ελλήνων στις Τρωάδες.  Μνήμη είναι η πατρίδα μας, η παιδική μας ηλικία, ο τόπος μιας «ευτυχίας». Υπάρχει ένας μονόλογος της Εκάβης, μετά τον αποχωρισμό της από την Κασσάνδρα που μιλάει γι΄ αυτά αρχίζοντας «θέλω να πω την ευτυχία μου πρώτα, για να φανεί το μέγεθος της πτώσης μου…». Η Εκάβη μιλάει πολύ για τον ξεριζωμό της από την πόλη. Από την πατρίδα. Αναφέρεται πολύ συχνά στην πόλη, στην πόλη της, με την ευγένεια μιας βασίλισσας αλλά και με την ένταση και το πάθος μιας γυναίκας που βυθίζεται στην οδύνη και την απόγνωση. Όταν όμως εμφανίζεται η Ελένη, η οδύνη της μετατρέπεται σε μίσος. Γίνεται εκδικητική. Για να ξαναβρεί αμέσως μετά τον τραγικό εαυτό της για να θρηνήσει και μοιρολογήσει τον Αστυάνακτα, το παιδί του Έκτορα, που ήταν και η τελευταία ελπίδα για την πόλη της. Αυτή η αντιφατικότητα και η πολυπλοκότητα της ανθρώπινης κατάστασης της, είναι και η γοητεία της προσωπικότητάς της. Η τέχνη του Ευριπίδη  φτάνει στο αποκορύφωμά της μέσα από τη θεατρική αναπαράσταση των ψυχικών μεταπτώσεων της Εκάβης. Αλλά και σε όλο το έργο οι λέξεις, τα λόγια  που λένε όλοι οι ήρωες είναι τόσο πολύ σημαντικά που δύσκολα μπορεί κανείς να αποφύγει να ταυτιστεί σε πολλά σημεία και να έρθει αντιμέτωπος με την πολυπλοκότητα της ίδιας του της ζωής.

Συνηθίζουμε να λέμε ότι αυτά τα έργα διακρίνονται από διαχρονική, οικουμενική ποιότητα. Στις μέρες μας που εξακολουθούν εκκούσια και ακούσια «ξεριζωμένοι άνθρωποι» να μεταναστεύουν σε δεκάδες θέατρα απώλειας της αξιοπρέπειάς τους, τι μήνυμα στέλνει η Εκάβη, όπως παρουσιάζεται στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη;

Είμαστε ένα ταπεινό κομμάτι ενός σπάνιου και μεγαλειώδους σύμπαντος. Θα πρέπει να μπορεί κανείς να δεχθεί τον άλλον ως ισάξιο. Να θυμόμαστε πως ό,τι μπορεί να συμβεί στον διπλανό μας, μπορεί να συμβεί και σ΄εμάς. Υπάρχει επίσης μια φράση της που λέει «μηδενα νομίζετ’ ευτυχειν, πριν αν θανη». (Κανέναν μην πείτε ευτυχισμένο πριν πεθάνει).

Υπάρχει άραγε κάποια φράση της Εκάβης που σας έχει αγγίξει περισσότερο;

Ναι, είναι  μια φράση που την επαναλαμβάνουμε στο έργο «… πλει κατά πορθμον, πλει κατά δαίμονα…» (…να πλέεις με το ρέμα, να πλέεις με τη μοίρα…). Συμπτωματικά διάβασα αυτές τις μέρες και κάτι που έχει πει ο Μπουνιουέλ και λέει: «… αν μπορούσαμε να αφήσουμε τη ζωή μας στα χέρια της μοίρας, να δεχτούμε το θεμελιώδες μυστήριο της ύπαρξής μας, τότε μπορεί να βρισκόμασταν πιο κοντά, σ’ αυτό το είδος της ευτυχίας, που έρχεται με την αθωότητα».  Επιβεβαιώνει επομένως κι αυτός κάτι που ακούμε συχνά και είναι σωστό. «Όλα τα έχουν πει οι αρχαίοι».

Ποιος θεωρείτε ότι πρέπει να είναι ο ρόλος του θεάτρου στη σύγχρονη κοινωνία; Τι θα αλλάζατε εσείς στο υπάρχον θεατρικό τοπίο στην Ελλάδα;

Α, δεν ξέρω, πολλά πράγματα! Το θέατρο μετατρέπει σε αφήγημα τις πληγές και τους πόνους μας, έτσι με έναν τρόπο τους απαλύνει κιόλας. Μας συνδέει με την παιδικότητά μας. Μας πλησιάζει συχνά στην αθωότητα που έχει απομακρυνθεί από τη ζωή μας. Μερικές φορές φωτίζει τις μαύρες τρύπες μας. Γεμίζει τα κενά της ύπαρξής μας. Ανατρέπει τις βεβαιότητές μας. Αποθεώνει το απρόοπτο της ζωής μας! Ανοίγει το βλέμμα μας στον κόσμο!

Τι θα λέγατε πως σας έχει διδάξει στην προσωπική σας ζωή η κυκλοτερής ενασχόλησή σας με την Τέχνη;

Επειδή είμαι ένας άνθρωπος αγοραφοβικός κατά βάση, νομίζω μέσω του θεάτρου άρχισα να επικοινωνώ περισσότερο με τους ανθρώπους, να γίνομαι πιο ανοικτή στη ζωή, να παραδίδομαι πιο συχνά στην έκπληξη και στο απρόοπτο της ανθρώπινης φύσης.

Η Εκάβη, ζει στη συλλογική μνήμη και φαίνεται να το γνωρίζει στο τέλος της ζωής της. Είναι άλλωστε, όσο οξύμωρο και αν ακούγεται, ωδή στη χαρά ο τελικός θρήνος της, διότι διεκδικεί τη «ζωή»… Ολοκληρώνοντας τη συνέντευξη, τι εύχεστε να σας φέρει το μέλλον;

 Ελπίζω και εύχομαι να μην είμαι μια τραγική ηρωίδα, να διάγω  βίον ήσυχο και ευτυχή και να μη χρειαστεί να συναντηθώ στην πραγματική μου ζωή με ζητήματα αντίστοιχα της Εκάβης. Ευτυχώς δεν είμαι βασίλισσα!

Ευχαριστώ από καρδιάς τη Γιώτα Φέστα για την πολύ ενδιαφέρουσα συνομιλία μας και της εύχομαι καλή συνέχεια στην ήδη σπουδαία καλλιτεχνική της πορεία!

Συνέντευξη:Ευθύμιος Ιωαννίδης

Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.