ΝΙΝΑ ΛΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: «ΖΟΥΜΕ ΣΕ ΜΙΑ ΑΝΔΡΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ, ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΝΑ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ.
Συνέντευξη : Κατερίνα Χατζηκωνσταντίνου
Η Νίνα Λαδοπούλου Λούντκβιστ είναι συγγραφέας, καθηγήτρια αγγλικών, μεταφράστρια και θεατρολόγος. Έχει διδάξει αγγλικά σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία, όπως το Λάτσειο δημοτικό και το Κολλέγιο Αθηνών Ψυχικού. Από το 2007 ζει μόνιμα στην Στοκχόλμη και εργάζεται ως εκπαιδευτικός σε σουηδικό σχολείο. Όταν έγινε μαμά, έγραψε το πρώτο της παιδικό βιβλίο, «Η Χιονονιφάδα θέλει να γίνει η νέα Χιονάτη», που εκδόθηκε στα ελληνικά, τα αγγλικά, τα σουηδικά και τα ισπανικά. Τη γοητεύουν οι διαφορετικές κουλτούρες, πιστεύει στη νέα γενιά και θέλει μέσα από τα βιβλία της να πορευτεί μαζί της για έναν καλύτερο κόσμο. Επικοινωνήσαμε μαζί της και με περισσή προσήνεια δέχτηκε να απαντήσεις στις ερωτήσεις που της θέσαμε!
Το βιβλίο σας Γενναία Παιδιά πραγματεύεται θέματα ενδοοικογενειακής και έμφυλης βίας. Ποια είναι αυτά τα παιδιά τελικά;
Τα γενναία παιδιά είναι παιδιά που γαλουχήθηκαν με πατριαρχικά στερεότυπα, με μοιρολατρία, με χειραγώγηση και καταπίεση των γυναικών. Είναι θύματα ενδοοικογενειακής ή έμφυλης βίας. Είναι όλοι οι γενναίοι άνθρωποι που ενώ έχουν υποστεί κακοποίηση κάθε είδους, ψυχολογική, σωματική, σεξουαλική, έχουν αντιδράσει. Δεν σιώπησαν, μετέτρεψαν το φόβο τους σε δύναμη και ζήτησαν βοήθεια, έφυγαν από τις αρρωστημένες αυτές σχέσεις και τους δυνάστες κακοποιητές τους. Είχαν το θάρρος να παλέψουν για τη ζωή τους, την ελευθερία τους, την αξιοπρέπειά τους και τα ανθρώπινά τους δικαιώματα. Στο βιβλίο μου η αγάπη αυτής της βασανισμένης μάνας την έκανε να νικήσει όλους τους φόβους της και δεν υπολόγισε κανένα κοινωνικό και οικονομικό εμπόδιο. Αντέδρασε ενστικτωδώς απέναντι στον βίαιο άντρα της, πήρε τον γιο της και έφυγε. Τα «Γενναία Παιδιά» πραγματεύονται και τον έρωτα δύο νέων από διαφορετικές κάστες και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν. Αυτά τα παιδιά είναι γενναία γιατί ακολούθησαν την καρδιά τους και αγωνίστηκαν για την αγάπη τους. Το καλό νίκησε, η θετική τους σκέψη τους οδήγησε στο φως.
Οι ήρωές σας είναι Ινδοί. Τι ήταν αυτό που κέντρισε το ενδιαφέρον σας γι’αυτήν τη χώρα και τη φιλοσοφία της και πόσα κοινά γνωρίσματα υπάρχουν και σε άλλες χώρες;
Η Ινδία ειναι μια πολύ αγαπημένη μου χώρα και άρχισε να μου κινεί το ενδιαφέρον από την εφηβεία μου. Είναι μια χώρα με αντιθέσεις και με γοητεύει πολύ. Για μενα η Ινδία ειναι η μαγική χώρα των μπαχαρικών, των χρωμάτων, της μελωδίας του σιτάρ, του σημαντικού φιλειρηνικού ηγέτη Μαχάτμα Γκάντι, της πλούσιας ιστορίας και αρχιτεκτονικής, του Bollywood, της γιόγκα και του διαλογισμού, της ενσυνειδητότητας, των συναρπαστικών φεστιβάλ και γιορτών, των πολύχρωμων σάρι και των δυνατών οικογενειακών δεσμών.
Τη φιλοσοφία του Ινδουισμού και του Βουδισμού μέσα από τη γιόγκα, της ενσυνειδητότητας και του διαλογισμού την έχει ενστερνιστεί ο δυτικός κόσμος και έχει γίνει πια κοινό γνώρισμα για πολλές χώρες. Ένας ακόμη σημαντικός λόγος που επέλεξα την Ινδία για τα «Γενναία Παιδιά» ήταν για να τονίσω ότι το θέμα της ενδοοικογενειακής και έμφυλης βίας ειναι μια διεθνής, παγκόσμια μάστιγα που αφορά όλες τις χώρες. Ο εγκλωβισμός στα πατριαρχικά στερεότυπα και το αδιέξοδο που αντιμετωπίζουν οι Ινδοί ήρωες του βιβλίου μου υπάρχουν παντού. Ένας ακόμη λόγος που επέλεξα την Ινδία ήταν μέσα από την Ινδική κουλτούρα και την αστερόσκονη της μυθοπλασίας να αποστασιοποίησω τα θύματα από τα κοντινά τους τραύματα και να τους ταξιδέψω σε μια εξωτική ενδιαφέρουσα χώρα.
Πιστεύετε πως οι δύσκολες καταστάσεις είναι αυτές που πυροδοτούν βίαιες συμπεριφορές ή τελικά ευθύνονται οι καταβολές μας;
Οι βίαιες συμπεριφορές είναι αποτέλεσμα ποικίλων παραγόντων και αιτιών. Δεν είμαι ψυχολόγος ούτε ψυχίατρος, το θέμα είναι πολύπλοκο. Από τις περιπτώσεις που έχω δει και έχω ακούσει η κληρονομικότητα, η οικογενειακή κατάσταση, οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες συντελούν στην αύξηση των επιθετικών συμπεριφορών. Ένα άτομο που έχει μεγαλώσει σε ένα βίαιο οικογενειακό περιβάλλον έχει την τάση να λειτουργεί βίαια και ως ενήλικας. Παιδιά τα οποία μεγαλώνουν σε ένα απορριπτικό και βίαιο περιβάλλον φαίνεται να έχουν περισσότερες πιθανότητες για την εμφάνιση επιθετικής και παραβιαστικής συμπεριφοράς. Ωστόσο, όσο δύσκολες και να είναι οι καταστάσεις που αντιμετωπίζει κάποιος, δεν δικαιολογούν συμπεριφορές και πράξεις βίας. Είναι ευθύνη μας να φροντίζουμε την ψυχική μας υγεία ακριβώς όπως και τη σωματική. Όπως έλεγε και ο Αριστοτέλης χρειάζεται να εκπαιδεύουμε διαρκώς στην ψυχή και το πνεύμα μας, πρέπει να δουλέψουμε για την απόκτηση μιας καλής προσωπικότητας. Γνωρίζω αρκετούς ανθρώπους που στην παιδική και εφηβική τους ηλικία αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες και υπήρξαν θύματα ενδοοικογενειακής βίας αλλά επέλεξαν να ζητήσουν ψυχολογική βοήθεια για να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι και να δώσουν στα δικά τους παιδιά την αγάπη και την τρυφερότητα που δεν είχαν οι ίδιοι.
Η μητέρα, συνήθως είναι ένα πρόσωπο-θύμα. Πόση μερίδα ευθύνης έχει κι η ίδια της σ’άυτό;
Ζούμε σε μια ανδροκρατούμενη, πατριαρχική κοινωνία ανά τους αιώνες. Θεωρώ άδικο να κατηγορήσουμε τις γυναίκες που έχουν υπάρξει ή είναι θύματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας. Αυτές οι βασανισμένες γυναίκες παραλύουν από το φόβο, νιώθουν αδύναμες, έχει καταπατηθεί τόσο η αυτοεκτίμηση και η αξιοπρέπειά τους και είναι συνήθως οικονομικά και ψυχικά εξαρτημένες από τον θύτη. Πιστεύουν ότι δεν μπορούν να τα καταφέρουν μόνες τους. Νιώθουν ντροπή και απελπισία και συνήθως μένουν παθητικά στην ίδια κατάσταση. Πόσο μερίδιο ευθύνης έχουν οι γυναίκες στο Ιράν που δολοφονούνται για μερικές τρίχες στο κεφάλι τους; Πώς να κατηγορήσουμε μια γυναίκα ότι φταίει που κακοποιήθηκε όταν δεν υπάρχει νομικό σύστημα και κράτος που να προστατεύει τις ζωές τους και να κλείσει φυλακή τους κακοποιητές; Οι γυναίκες που τόλμησαν να καταγγείλουν τα περιστατικά βίας και να ζητήσουν διαζύγιο από τους συζύγους τους δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ. Ωστόσο είναι σημαντικό να βοηθήσουμε αυτές τις γυναίκες να καταλάβουν ότι πρέπει να αντιδράσουν, να σώσουν τη ζωή τους και την αξιοπρέπειά τους, να έχουν ένα σχέδιο διαφυγής για να μπορέσουν να εγκαταλείψουν το κακοποιητή τους.
Με τι τρόπους πιστεύετε πως μπορεί να πατάξει η κοινωνία αυτά τα φαινόμενα αλλά και τι μερτικό ευθύνης φέρει η ίδια η κοινωνία;
Η ενδοοικογενειακή βία αντιμετωπίζεται με ενημέρωση, γνώση, αγάπη, ψυχολογική και οικονομική στήριξη, πρόληψη, γενναιότητα, κρατική και κοινωνική αρωγή… Το κράτος πρέπει να δημιουργήσει δομές φιλοξενίας για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Το νομικό σύστημα πρέπει να αλλάξει και να τιμωρούνται με φυλάκιση οι κακοποιητές. Οι αστυνομικοί θα πρέπει να λάβουν ανάλογη εκπαίδευση για το πώς να προστατεύουν τα θύματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας. Στα σχολεία πρέπει να υπάρχουν νοσοκόμες και ψυχολόγοι καθώς και ενημέρωση στους εκπαιδευτικούς για το πώς να αντιδράσουν σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Επίσης, όλοι έχουμε ευθύνη και όλοι μας μπορούμε να βοηθήσουμε για να αποτρέψουμε αυτά τα εγκλήματα. Η εποχή του στρουθοκαμηλισμού πέθανε. Είναι πλέον καιρός να ανοίξουν τα μάτια και τα στόματα και να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για να βοηθηθούν τα θύματα. Η ουδετερότητα είναι ανέχεια και συνενοχή. Επίσης, η ανατροφή των παιδιών να είναι ισότιμη ανεξαρτήτου φύλου. Η τοξική ανατροφή του σκληρού άντρα- πασσά που έχει μόνο δικαιώματα και θεωρεί τις γυναίκες υπόδουλες και κτήματα του πρέπει να αλλάξει από την παιδική ηλικία. Σ΄αυτό έχουν ευθύνη οι οικογένειες στο πως μεγαλώνουν τα παιδιά τους. Είναι σημαντικό να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας με αγάπη, σεβασμό, ενσυναίσθηση, ηθική και με όρια, να γνωρίζουν τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις τους καθώς και τις συνέπειες των πράξεών τους.
Θεωρείτε πως η βία έχει διαφορετικά πρόσωπα, αναλόγως της τάξης και του μορφωτικού επιπέδου κάποιου;
Όχι απαραίτητα. Το μορφωτικό επίπεδο κάποιου δεν συνάγει και με την συναισθηματική και την πνευματική του καλλιέργεια καθώς και τους ηθικούς του κώδικες. Τα πτυχία και οι ακαδημαικές γνώσεις δεν εγγυώνται από μόνα τους τον καλό χαρακτήρα. Υπάρχουν αρκετοί μορφωμένοι άνθρωποι με πτυχία που χειραγωγούν και κακοποιούν συναισθηματικά τις συντρόφους τους. Θεωρώ ωστόσο ότι το μορφωτικό επίπεδο βοηθάει το θύμα για να φύγει πιο εύκολα με την έννοια ότι η μόρφωση στις περισσότερες περιπτώσεις εξασφαλίζει οικονομική ανεξαρτησία και χειραφέτηση.
Το βιβλίο σας έχει ευχάριστο τέλος. Μπορούμε να πούμε πως είναι η ευχή σας απέναντι σε όλη αυτή την τοξικότητα;
Ναι, είναι η ευχή μου για ένα καλύτερο κόσμο χωρίς βία. Θέλω μέσα από το βιβλίο μου να αφυπνίσω συνειδήσεις, να ενδυναμώσω τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας για να βρουν το κουράγιο για να φύγουν πριν να είναι αργά. Θέλω και εύχομαι το κράτος και η κοινωνία να δημιουργήσουν συνθήκες ασφάλειας για να βρουν το θάρρος τα θύματα να δράσουν, να αλλάξουν το σενάριο της ζωής τους.
Αλληλεγγύη-Φιλανθρωπία. Δύο λέξεις που ο πολύς κόσμος τις συγχέει, όμως είναι πολύ διαφορετικές. Για σας τι νόημα έχουν;
Θεωρώ ότι είναι λογικό αυτές οι έννοιες να είναι συγκεχυμένες στο μυαλό πολλών, είναι όμως θετικές λέξεις με νόημα. Η αλληλεγγύη είναι η ενσυναίσθηση, η αλληλοβοήθεια και συμπαράσταση σε άτομα που βιώνουν δύσκολες καταστάσεις. Ο σεβασμός προς τους συνανθρώπους μας, προς τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν μπορούμε να μείνουμε αμέτοχοι στον πόνο των άλλων.
Η αλληλεγγύη δεν στηρίζεται στο οικονομικό κομμάτι και αυτή είναι η διαφορά της από την φιλανθρωπία. Η Σουηδική κοινωνία στην οποία μένω βασίζεται στην αλληλεγγύη έμπρακτα.
Μέσω της φορολογίας 30% από τον μισθό όλων πηγαίνουν για εκείνους που δεν έχουν και έτσι εξασφαλίζονται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται ένα κράτος πρόνοιας. Όσον αφορά τη φιλανθρωπία ο Μάρτιν Λόυθερ Κίνγκ έλεγε ότι «Η φιλανθρωπία είναι αξιέπαινη, αλλά δεν πρέπει να κάνει τον φιλάνθρωπο να παραβλέπει τις συνθήκες οικονομικής αδικίας που καθιστούν τη φιλανθρωπία απαραίτητη». Μια κοινωνία με λιγότερες ανισότητες και περισσότερη δικαιοσύνη δεν βασίζεται μόνο στην καλή πρόθεση των λίγων προνομιούχων. Δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες για να είναι εξασφαλισμένα τα ανθρώπινα δικαιώματα για ελευθερία, στέγη, ειρήνη, σίτιση, ασφάλεια, παιδεία, δημόσια ιατρική περίθαλψη.
Ευχαριστώ πολύ τη Νίνα Λαδοπούλου για την πολύ ενδιαφέρουσα συνομιλία μας και της εύχομαι καλή συνέχεια στο εξαιρετικό της έργο!
Συνέντευξη : Κατερίνα Χατζηκωνσταντίνου