ΚΑΡΚΑΤΣΕΛΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ : “ΟΠΩΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΧΑΟΣ ΠΡΟΕΚΥΨΑΝ ΠΟΛΛΑ ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ”
Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου
Γεννήθηκε στο Παλαιό Φάληρο Αττικής. Έχει παρουσιάσει τη χαρακτική και ζωγραφική του εργασία σε 11 ατομικές και πάνω από 50 ομαδικές εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Ομοίως τη φωτογραφική του σε 33 ατομικές και πάνω από 100 ομαδικές, στα περισσότερα σχεδόν διεθνή φωτογραφικά φεστιβάλ και μπιενάλε, μερικές από τις οποίες βρίσκονται σε περιοδεία.. Εκδόθηκαν διάφορα έντυπα με κείμενα και φωτογραφίες του.
Διετέλεσε Μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Μουσείου Φωτογραφίας της Θεσσαλονίκης. Μεταξύ άλλων το 1984 ιδρύει τη Φωτογραφική Ομάδα Τριανδρίας, γνωστή σε όλους σα Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης και είναι Πρόεδρος της Καλλιτεχνικής του Επιτροπής.
Μέλος διάφορων δραστήριων καλλιτεχνικών ομάδων, εργάζεται για τη διάδραση των τεχνών. Τον απασχολεί τόσο η παραδοσιακή αντίληψη για τη φωτογραφία, όσο και το ταξίδι της πέραν των ορίων.
Εκτός της φωτογραφίας δημιουργείτε ζωγραφικά και χαρακτικά έργα. Είναι συνολικά έργα τα οποία έχουν κάποια συνέχεια ή κάθε ένα από αυτά λειτουργεί αυτοτελώς και είναι οριοθετημένο από το μέσο δημιουργίας του;
Το κάθε μέσον έχει τους δικούς του κανόνες, τη δική του γλώσσα, τη δική του τεχνική και λόγους για να ασχοληθείς μαζί του. Για κάθε θέμα, υπάρχει μία φόρμα με την οποία το έργο θα διατυπωθεί καλλίτερα κυρίως για τις ανάγκες του και για το λόγο για τον οποίο θέλει να τοποθετηθεί ο δημιουργός. Από αυτή τη γενική θέση προκύπτει και ο τρόπος με τον οποίο θα δουλέψω.
Ανάλογα το θέμα, και τη θέση μου απέναντί του (περιεχόμενο), θα επιλέξω μέσον. Αυτή η επιλογή μπορεί να είναι συνέχεια προηγούμενων πειραματισμών και διατυπώσεων ή όχι.
Δεν αναφέρομαι μόνο σε μεταπήδηση πχ από χαρακτική σε φωτογραφία αλλά, πιθανώς, και αλλαγές σε φόρμα κτλ. Η κάθε πρόσκληση για διατύπωση θέσης είναι πρόκληση για έρευνα και αυτό είναι που με ιντριγκάρει ακατάπαυστα.
Για αυτή τη διατύπωση θέσης, δεν παράγεται ένα μόνο έργο αλλά, συνήθως, μία ενότητα έργων, κάποιες φορές με αυστηρή συνεκτική δομή και κάποιες άλλες με χαλαρή μεταξύ τους σχέση, που περιλαμβάνει ρήξεις, μεταπηδήσεις και πειραματισμούς.
Η δημιουργία είναι μία κουραστική ίσως, αλλά ευχάριστη «δραστηριότητα», τουλάχιστον για εμένα. Οπότε και η κατάργηση της αυτοτέλειας των μέσων, ας είναι ένα πιθανώς προκύπτον ζητούμενο.
Έχετε ιδρύσει το φωτογραφικό κέντρο Θεσσαλονίκης. Μιλήστε μας λίγο για αυτό το πρότζεκτ. Πως ξεκίνησε και την μορφή που έχει τώρα;
Η άνοδός μου στη Θεσσαλονίκη έφερε επί τάπητος την ανάγκη να αντιμετωπιστεί η στρεβλή θέση της κοινωνίας για το τι είναι η δημιουργική φωτογραφία. Ήταν καιροί χαλεποί για τη δημιουργική φωτογραφία.
Στους φωτογράφους κυρίαρχη ήταν η άποψη επικράτησης της «τεχνικής αρτιότητας», ενώ για τις γκαλερί και λοιπούς περί της τέχνης τυρβάζοντες η φωτογραφία δεν ήταν τέχνη, δε μπορούσε να προταθεί και συζητηθεί σαν τέτοια.
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η δύσκολη κατάσταση, χρειαζόταν συλλογικός αγώνας και ένας φορέας που θα μπορούσε να λειτουργήσει παράλληλα στο ανάπηρο κυρίαρχο σύστημα. Να θυμίσω πως τότε δεν έβρισκες ούτε έναν που να έχει σπουδάσει ιστορία, θεωρία και φιλοσοφία της φωτογραφίας, ούτε έναν που να γνωρίζει το πόσο άλλαξε η ίδια η εξέλιξη της τέχνης από τη φωτογραφία κτλ.
Άλλες πέτρινες εποχές για το μέσον. Από την ίδρυση της Ομάδας η φωτογραφία διδασκόταν ως τέχνη και όχι ως μέσον. Διοργάνωνε μαθήματα, εκθέσεις, εξέδιδε περιοδικό για τη σύγχρονη (της εποχής) φωτογραφία, βοήθησε άπειρους δημιουργούς και έβγαλε την Ελληνική Φωτογραφία στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη, στον κόσμο. Τιτάνιο έργο.
Φυσικά ανά περιόδους οι προσανατολισμοί και οι πρόσκαιροι στόχοι άλλαζαν, αλλά πάντα οι άξονες ήταν δύο: Α) Μεγαλώνουμε (σαν δημιουργοί) και εξελίσσουμε το έργο μας μαζί με το κοινό μας και Β)Προσπαθούμε να απαντήσουμε με έργα στο: Τι φωτογραφίζει η φωτογραφία (στο εκάστοτε σήμερα) και πως το διατυπώνει.
Σήμερα την απασχολεί ιδιαίτερα η θέση της Δημιουργικής Φωτογραφίας στην κοινωνία και οι μεταβολές που συντελούνται στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπως και η είσοδος στην εικόνα της AI, της Τεχνικής Νοημοσύνης.
Έχετε συμμετάσχει σε δεκάδες εκθέσεις μέσα στα χρόνια. Ποια είναι αυτή που ξεχωρίσατε και γιατί;
Δύσκολα θα μπορούσα να ξεχωρίσω κάτι, κάποια έκθεση. Όλες είναι πλατύσκαλα σε μία πορεία που συνεχίζεται. Σταθμοί στην δική μου πορεία ή τη φωτογραφία της Θεσσαλονίκης, κυρίως. Οπωσδήποτε κάποιες από αυτές έπαιξαν στην εποχή τους περισσότερο ρόλο για την εξέλιξη της φωτογραφίας, άλλες για τη δική μου και άλλες για την πόλη που μας φιλοξενεί και εντός της αναπτυσσόμαστε.
Όσο υπάρχει δρόμος να περπατηθεί, είναι δύσκολο να κοιτάξεις πίσω, να κοντοσταθείς για απολογισμούς, να αφεθείς σε αναπολήσεις και αναδρομές. Κατά την περίοδο του εγκλεισμού λόγω covid, καθάρισα το αρχείο των υπολογιστών μου και καθώς τακτοποιούσα τους διάφορους φακέλους, κατέγραψα και τις εκθέσεις μου σε ένα χρονολόγιο/ βιογραφικό. Κάποια στιγμή θα έπρεπε αυτό το βιογραφικό με τις ατομικές και
ομαδικές εκθέσεις να το δημοσιεύσω.
Όχι για εμένα και το τι έκανα, αλλά για το πλήθος των φορέων και των χώρων που συνεργάστηκα. Ακόμη και εγώ έμεινα έκπληκτος για όλη αυτή την ιστορία. Η δημοσίευση αυτού του χρονολογίου θα είναι κάτι σαν φόρος τιμής στην ύπαρξή τους και συμπλήρωμα σε μία άγραφτη ιστορία της πόλης και των ανθρώπων της.
Πως αντιλαμβάνεστε την έννοια του χάους και πως το αποτυπώνεται αυτό στα έργα σας;
Στο Χάος οδηγήθηκα από την έρευνα στην αποδόμηση και τις συνέπειες αυτής στην τέχνη ή μάλλον ειδικότερα στη φωτογραφία, που τότε με ενδιέφερε ιδιαίτερα.
Με ενδιέφερε το τι θα συμβεί στη φωτογραφία αν ορίζαμε όλα τα συμβατικά όριά της και επιχειρούσαμε να βαδίσουμε πέραν αυτών. Όπως στην Ελληνική μυθολογία, όπου από το Χάος προέκυψαν πολλά, έτσι και στην τέχνη, έπρεπε όλα να καταρρεύσουν σε απροσδιόριστες χαοτικές καταστάσεις, με την ελπίδα να γεννηθούν από αυτές, σε δεύτερο χρόνο, οι νέες αρμονίες.
Άρα, έψαχνα την κατάργηση της όποιας τεχνητής ισορροπίας στην εικόνα, ελπίζοντας να οδηγηθώ από την αταξία και την έλλειψη κανονικότητας, σε μία νέα πολυπλοκότητα. Καθώς αυτά εξετάζονταν παράλληλα από πολλές επιστήμες, τι πιο φυσικό να εμπλακώ και εγώ, μακροχρόνια, με τους νόμους του Χάους, τους οποίους διερεύνησα με τη βοήθεια διαφορετικών τεχνικών και πολλές φορές ανοικτά (παρουσία κοινού) σε συνεργατικά εργαστήρια. Το έργο της έκθεσης (οργανωμένο χαοτικό τετράπτυχο) διερευνά με μία από τις τεχνικές, τη δημιουργία μίας νέας απρόβλεπτης ισορροπίας.
Αν σας ζητούσα να ξεχωρίσετε έναν καλλιτέχνη – φωτογράφο ο οποίος σας ενέπνευσε ποιος-α θα ήταν αυτός;
Αν μείνω στο «καλλιτέχνη» ξεχωρίζω τον Πικάσο. Ήταν πνεύμα και δημιουργικός άνθρωπος εντός της εποχής του, του άρεσε να δοκιμάζει τα όρια του εαυτού του σε διάφορα μέσα. Ήταν απίστευτα εργατικός, ακούραστος, παιχνιδιάρης και κυρίως απόλυτα δίχως όρια.
Αν τώρα χρειαστεί να μιλήσω για φωτογράφο θα δυσκολευτώ. Η σχετική βιβλιογραφία στο εξωτερικό μου άνοιξε πόρτες στα έργα, τις αντιλήψεις, τις συνθήκες δημιουργίας και τις «καλλιτεχνικές συνοδοιπορίες» με τρόπο που για ένα διάστημα θα «έχανα το έδαφος κάτω από τα πόδια» μου.
Το ίδιο θα συνέβαινε και με την άμεση επαφή μου με τα αυθεντικά έργα που συναντούσα στα εργαστήρια και στις εκθέσεις. Όταν αργότερα όλη αυτή η απίστευτη πληροφορία κατακάθισε μέσα μου και αντιλήφθηκα πως «δεν επρόκειτο να κάνω παρά απειροελάχιστα από όσα θα ήθελα», ηρέμισα.
Από τότε προχωρώ σε μία απόλυτη διάδραση (επηρεαζόμενος και επιρεάζων).

Αναφορικά με τους εκθεσιακούς χώρους τέχνης στην Θεσσαλονίκη πως διαμορφώνεται η πραγματικότητα εν έτη 2023;
Κατ εμέ, οι εκθεσιακοί χώροι ανήκουν σε τρεις κατηγορίες οι οποίες ενίοτε επικοινωνούν μεταξύ τους, αν και σπάνια.
Η πρώτη κατηγορία είναι αυτή της επονομαζόμενης Αγοράς. Εδώ ανήκουν τα μαγαζιά με την κωδική ονομασία Γκαλερί (Gallery). Παρουσιάζουν στο κοινό τους δημιουργούς και επιδιώκουν να πουλήσουν τα έργα τους, ώστε και ο δημιουργός και ο χώρος να καταφέρουν να επιβιώσουν.
Είναι ένας χρήσιμος κρίκος μεταξύ του κοινού της τέχνης, των έργων και των καλλιτεχνών. Το έργο μετακομίζει έναντι αντιτίμου από το ανήλιαγο εργαστήρι του δημιουργού στο σπίτι ή την επαγγελματική στέγη του αγοραστή του και από εκεί σε ένα ευρύτερο κοινό.
Όταν δεν υπάρχει αγορά, όταν δεν υπάρχουν πωλήσεις, αυτή η τόσο χρήσιμη κατηγορία στην αλυσίδα παραγωγή-διάθεση, γιατί αυτό συμβαίνει τώρα, δεν υπάρχουν αγοραστές, η κατηγορία αυτή μοιάζει άχρηστη και ως εκ τούτου θνησιγενής.
Η δεύτερη κατηγορία είναι οι χώροι τους οποίους διατηρούν οι δήμοι, τα πάσης φύσεως ιδρύματα και λοιποί φορείς όπως τα μουσεία κτλ, με στόχο να φιλοξενούν εκθέσεις και παρεμφερείς δράσεις. Οι χώροι αυτοί είναι «αυτοχρηματοδοτούμενοι» όσον αφορά τη λειτουργία τους, αλλά δεν διατηρούν τμήμα εμπορίας έργων,
Ο καλλιτέχνης χαίρεται την έκθεση σε έναν καλό χώρο και απολαμβάνει μία σημαντική επισκεψιμότητα, ενίοτε και εκπαιδευτικές δράσεις γύρω από το έργο του. Μέχρις εκεί όμως. Ο καλλιτέχνης παραμένει αποκλειστικός χορηγός του έργου του, όπως και στην περίπτωση της Αγοράς χωρίς πωλήσεις.
Πρόκειται για χώρους που βοηθούν στην ανάπτυξη του διαλόγου μεταξύ του κοινού και (όσων καταφέρουν να επιβιώσουν) καλλιτεχνών, μέσω των έργων. Μέχρις εκεί.
Στην Τρίτη κατηγορία εντάσσω τους λεγόμενους εναλλακτικούς χώρους, αυτούς που αν και υφίστανται στο περιθώριο της κοινωνίας, καταφέρνουν να έχουν ένα «πιστό» ενεργό και συμμετοχικό κοινό, απόλυτα διαφορετικό από το κοινό των γκαλερί και των χώρων της δεύτερης κατηγορίας.
Πολλά έργα που θα τα χαρακτηρίζαμε πρωτοποριακά, πειραματικά ή «άλλης φύσεως και κανόνων» βρίσκουν εδώ ευκαιρίες για διάλογο και πιθανές συνέργειες. Φυσικά και εδώ ο καλλιτέχνης παραμένει αποκλειστικός χορηγός του έργου του. Πάντως σε γενικές γραμμές η δήθεν συμπρωτεύουσα είναι ένα χωριό και τίποτε παραπάνω!

Κάποιος καλλιτεχνικός στόχος ο οποίος δεν έχει επιτευχθεί αλλά είναι στα άμεσα σας σχέδια;
Περίεργη εποχή. Δεν κάνω μακροχρόνια σχέδια. Προχωρώ από εξάμηνο σε εξάμηνο. Περισσότερο “ξοδεύω” το χρόνο μου με την επεξεργασία θεμάτων τα οποία μου έχουν θέσει διοργανωτές εκθέσεων.
Κάποια από αυτά είναι πολύ ενδιαφέροντα και έχω την αίσθηση πως αξίζουν την έρευνα. Μου αρέσει να δοκιμάζω νέα πράγματα ή να «παίζω» με τα παλαιά. Μιλάμε για βραχυχρόνια project. Του χρόνου, βλέπουμε!
Στο ίδιο πλαίσιο μπαίνουν και οι «καλλιτεχνικοί στόχοι». Ότι προλάβουμε, με τους φίλους, τους γνωστούς, τους άλλους δημιουργούς και τους μαθητές. Καλά να είμαστε και θα ΠΡΟΧΩΡΟΥΜΕ.
Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου
Η Αγγελική Κερπιτσοπούλου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη.
Σπούδασε Θεωρητικός & Ιστορικός της τέχνης στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας και το πρώτο μεταπτυχιακό της στην Ψηφιακή Κουλτούρα & Νέα Μέσα στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης.
Πρόσφατα απέκτησε το δεύτερο Μεταπτυχιακο της Δίπλωμα στη Μουσειολογία & Διαχείριση Πολιτισμού του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Κύρια ερευνητικά της ενδιαφέροντα είναι τόσο η κοινωνική αλλαγή μέσα από την τέχνη, όσο και αλληλεπίδραση των νέων τεχνολογιών σε αυτή και στο Νέο Μουσείο.
