TOP

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΙΛΕΛΕ : “ΑΓΑΠΗΣΤΕ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ,ΓΙΑ ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΕΤΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΑΣ”

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΙΛΕΛΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΘΥΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΔΗ

Η 21η Μαρτίου, η πρώτη μέρα της Άνοιξης, όπου το φως κερδίζει το σκοτάδι και η αισιοδοξία αφήνει πίσω της το πένθος, είναι η Παγκόσμια ημέρα της Ποίησης. Η ιστορία της ξεκινά από την Ελλάδα. Το 1997 ο ποιητής Μιχάλης Μήτρας της “συγκεκριμένης” της “οπτικής” ποίησης- πρότεινε στην Εταιρεία Συγγραφέων να γιορτάζεται η ημέρα της Ποίησης. Η Λύντια Στεφάνου, από τις γνωστές ποιητικές φωνές της Μεταπολεμικής Ποίησης, είπε ότι η πρώτη μέρα της Άνοιξης είναι η κατάλληλη για τη γιορτή της Ποίησης. Και ο Βασίλης Βασιλικός, πρέσβης στην UNESCO, πρότεινε η 21η Μαρτίου η ημέρα να κηρυχτεί η Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης. Στη Γενική Διάσκεψη της UNESCO, τον Οκτώβρη του 1999, η 21η Μαρτίου κηρύχτηκε η Παγκόσμια μέρα της Ποίησης. Να και το σκεπτικό της απόφασης:

«Η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης θα ενισχύσει την εικόνα της ποίησης στα ΜΜΕ, ούτως ώστε η ποίηση να μην θεωρείται πλέον άχρηστη τέχνη, αλλά μια τέχνη που βοηθά την κοινωνία να βρει και να ισχυροποιήσει την ταυτότητά της. Οι πολύ δημοφιλείς ποιητικές αναγνώσεις μπορεί να συμβάλουν σε μια επιστροφή στην προφορικότητα και στην κοινωνικοποίηση του ζωντανού θεάματος και οι εορτασμοί μπορεί να αποτελέσουν αφορμή για την ενίσχυση των δεσμών της ποίησης με τις άλλες τέχνες και τη φιλοσοφία, ώστε να επαναπροσδιοριστεί η φράση του Ντελακρουά “Δεν υπάρχει τέχνη χωρίς ποίηση”»… Η συντακτική ομάδα της Thessculture θέλοντας να τιμήσει την παγκόσμια ημέρα της Ποίησης απευθύνθηκε στον εκπαιδευτικό, συγγραφέα, επιμελητή εκδόσεων, φωτογράφο, αρθρογράφο και ποιητή, Δημήτρη Φιλελέ, ο οποίος με ενάργεια και προσήνεια απάντησε στις ερωτήσεις που του θέσαμε.

Ο Άμος Οζ γράφει στην «Ιστορία αγάπης και σκότους πως «μέσα από τα βιβλία μαθαίνεις την ποικιλομορφία και την πολυπλοκότητα της ζωής… Τα βιβλία σού ξεκλειδώνουν τα μυστικά του κόσμου… Σε ταξιδεύουν… Σου δείχνουν εναλλακτικές…». Πότε ξεκίνησε για εσάς το ταξίδι της συγγραφής;

Απ’ όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, κρατώ στο χέρι ένα μολύβι και γράφω, όχι επειδή έτσι πρέπει, αλλά επειδή έτσι μου αρέσει. Βρίσκομαι σε κατάσταση αδιάκοπης γραφής τουλάχιστον από τα πρώιμα εφηβικά χρόνια από εσωτερική ανάγκη. Και κάποτε, εκεί γύρω στα 20 και κάτι, περνώ δίχως να το επιδιώξω από τη γραφή στη συγγραφή. Τοποθετώ εκείνη την περίοδο ως χρονικό σημείο έναρξης, επειδή τότε αντιλαμβάνομαι ότι τα πράγματα αλλάζουν. Γιατί αυτά που μοιράζομαι με τους άγνωστους συνταξιδιώτες έχουν τη δύναμη της αόρατης σιωπηλής συνομιλίας, το μελάνι της πένας μου μπορεί να γίνει μπούσουλας αναζητήσεων για ανθρώπους που δεν θα συναντήσω ίσως ποτέ, αλλά ο γραπτός λόγος μου θα έχει γίνει κομμάτι της σκέψης και της ζωής τους. Είναι μεγάλο το βάρος μιας τέτοιας ευθύνης και προσπαθώ εδώ και τέσσερις δεκαετίες να ανταποκριθώ σ’ αυτή την απαίτηση.

Είστε ενεργός πολίτης και συμμετέχετε σε πολλά εγνωσμένου κύρους πολιτιστικά δρώμενα. Μάλιστα συνδυάζετε με αγαστό τρόπο την πεζογραφία και την ποίηση με άλλες μορφές τέχνης, όπως τη φωτογραφία. Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να περάσετε στο κοινό με τα έργα σας;

Η τέχνη, κατά την άποψή μου, είναι μία και αδιαίρετη. Ποίηση, πεζογραφία, φωτογραφία και ό,τι άλλο προκύπτει είναι οι πολλαπλές όψεις του ίδιου «νομίσματος», της ενιαίας Τέχνης, που την κατακερματίζουμε, για να μπορέσουμε να εκφραστούμε καλύτερα μέσα από την όψη που επιλέγουμε (ή μας επιλέγει), αλλά και για να την κατανοήσουμε βαθύτερα. Και γιατί αυτό; Γιατί κάθε καλλιτέχνης αναπτύσσει σχέση ερωτική με την τέχνη. Μια σχέση που επιθυμεί να την κοινολογήσει, αλλά και να τη μοιραστεί στην πράξη με όλους τους άλλους.

Τα έργα μου είναι πνευματικά μου παιδιά και ως τέτοια τα αγαπώ όλα εξίσου. Είναι παιδιά μιας προσωπικής ανάγκης και γεννήθηκαν επειδή ήθελαν να μου στείλουν το δικό τους μήνυμα. Κι εγώ δεν κάνω τίποτα περισσότερο από τη δημοσιοποίηση της ύπαρξής τους, αρέσκομαι στην επικινδυνότητα της έκθεσης, αφήνοντας κάθε αναγνώστη ή θεατή τους να τα βιώσει με το δικό του ξεχωριστό τρόπο, να τα αντιληφθεί από την προσωπική του οπτική γωνία, να τα αγγίξει με όση ευαισθησία τούς αντιστοιχεί ή και να τα απορρίψει.

Και αν μπορώ, παρακινδυνευμένα, να διατυπώσω ένα μήνυμα, θα πω απλά: «Αγαπήστε την τέχνη, για να αγαπήσετε τον εαυτό σας».

Ανεξαρτήτως χωρών, ένα καταρχήν διατοπικό χαρακτηριστικό της ποίησης είναι ότι θεωρείται παραμελημένο λογοτεχνικό είδος. Ο Γιαν Βάγκνερ έχει γράψει ότι στην καλύτερη περίπτωση αντιμετωπίζεται σαν ένας «αξιαγάπητος αναχρονισμός». Ένας λογοτέχνης εξακολουθεί να ασκεί άραγε επίδραση στην κοινωνία; Ποια είναι η θέση ενός ποιητή στη σύγχρονη εποχή;

Ας επικεντρωθούμε, λοιπόν, στην ποίηση, στον λόγο ύπαρξής της ή μη, καθώς και στην επίδρασή της στην κοινωνική πραγματικότητα.

Σε επίπεδο κερδοφορίας στη χρηματαγορά του βιβλίου είναι γνωστό ότι η ποίηση είναι το λιγότερο επικερδές προϊόν. Αν έχουμε ως σημείο εκκίνησης αυτή τη δεινή για την ποίηση πραγματικότητα, λογικά δεν θα έπρεπε να τυπώνονται πλέον ποιητικές συλλογές. Αφού, όμως, αυτό δε συμβαίνει, τότε κάπου αλλού οδηγείται η σκέψη μας: η ποίηση δεν είναι λογοτεχνική φαντασίωση που συμπαρασύρει τον αναγνώστη σε κόσμους μαγικούς, δεν είναι ευφυολόγημα κάποιων ικανών γραφιάδων, η ποίηση είναι ανάγκη που προκύπτει μέσα από προσωπικά βιώματα και ταυτόχρονα κοινά για πολλούς.

Να, γιατί η ποίηση εξακολουθεί να υπάρχει, να διαβάζεται, αλλά και να επιδρά στην κοινωνία. Οι ποιητές πληθαίνουν, μαζί και το έργο τους. Και όλα τα ποιήματα μαζί μοιάζουν μ’ εκείνα τα μικρά λιθαράκια που, ενωμένα αξεχώριστα, δημιουργούν ένα αξιοθαύμαστο οικοδόμημα. Ιδιαίτερα στην εποχή μας, σε έναν κόσμο διαρκώς μεταβαλλόμενο, όχι κατ’ ανάγκη εξελισσόμενο, με ερωτήματα χωρίς απαντήσεις, με απαξίωση της έννοιας του ανθρώπου, με ευτελισμό της αξίας της ζωής, με αποθέωση των υλικών αγαθών, η ποίηση είναι η γλώσσα της αλήθειας. Άλλοτε σκληρή και σαν σπαθί δίκοπη, άλλοτε τρυφερή και σαν λουλούδι απαλή, μα πάντα ικανή να «μιλήσει» και στη λογική και στο συναίσθημα. Ο ποιητής υπάρχει για να μην τα λέει όλα, αλλά για να παρακινεί να ειπωθούν όσα πιο πολλά μπορούν να ακουστούν. 

Αναρωτιέμαι κύριε Φιλελέ, ο ποιητής είναι μια περσόνα γύρω από τις λέξεις ή λειτουργεί με μια ορμέμφυτη πυξίδα; Υπήρξαν ποιητές που ίσως κινητοποίησαν και τη δική σας πένα;

Τα γράμματα 24 και κοινά για όλους. Μ’ αυτά σχηματίζουμε τις λέξεις για κάθε λεκτική, προφορική ή γραπτή, δραστηριότητά μας. Δική μας η επιλογή του τρόπου χρήσης, όπως κάθε φορά πηγάζει μέσα από τη σκέψη μας. Οι λέξεις, λοιπόν, υπάρχουν -όπως και οι αριθμοί-, αλλά νοηματοδοτούνται διαφορετικά από στόμα σε στόμα κατά την εκφορά τους και κατά την περίσταση. Κάθε θέση τους μέσα στον λόγο είναι ξεχωριστή και διαφορετική, ποικίλει και αποκτά ειδικό βάρος ανάλογα με τις κάθε φορά συνθήκες. Ναι, λοιπόν. Υπάρχει η ορμέμφυτη πυξίδα που δείχνει την πορεία, οδηγεί σε δράση παρορμητική και εξερευνά μονοπάτια άγνωστα και δύσβατα, αναζητώντας συνοδοιπόρους. Οι λέξεις είναι η εύπλαστη πρώτη ύλη που ο ποιητής χρησιμοποιεί με σεβασμό για να δώσει το σχήμα του λόγου στις ιδέες του.

Δεν υπάρχει, νομίζω, δημιουργός που να μην έχει εμπνευστεί ή, τουλάχιστον. παρακινηθεί από τα γραπτά προγενέστερων ή και σύγχρονών του δημιουργών. Καβάφης, Ρίτσος, Λειβαδίτης, Αναγνωστάκης, Σινόπουλος Καββαδίας, Κύρου, Βαρβέρης, Χριστιανόπουλος είναι μια ομάδα ποιητών που με βεβαιότητα μπορώ να πω ότι έβαλαν το νερό της σκέψης μου στ’ αυλάκι, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και η λαϊκή ρήση.

Η ψηφιακή επανάσταση και το Διαδίκτυο έχουν διαφοροποιήσει συν τοις άλλοις και την ποιητική δημιουργία; Αν ναι, προς ποια κατεύθυνση; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα αλήθεια, αλλά και ποιοι είναι οι κίνδυνοι για την ποίηση στην εποχή των ηλεκτρονικών υπολογιστών;

Νομίζω πως η ψηφιακή τεχνολογία και το διαδίκτυο έχουν πλέον μεταβεί από τη φάση της επανάστασης στη φάση της εξουσίας. Και όπως κάθε εξουσία, διαμορφώνουν και επιβάλλουν κανόνες. Η ποίηση, όμως, είναι φύσει και θέσει αντιεξουσιαστική, προτρεπτική, αιρετική και ανατρεπτική. Γιατί, αν είναι κολακευτική, επιεικής και αδιακρίτως θωπευτική, τότε δεν είναι ποίηση. Έχω την αίσθηση πως οι δημιουργοί έχουν κατορθώσεις σε ικανοποιητικό βαθμό να εργαλειοποιήσουν τις ψηφιακές δυνατότητες της εποχής μας και τους δίνεται πλέον η ευκαιρία  να ξεφεύγουν από τα στενά τοπικά όρια και να απευθύνονται με αμεσότητα στην παγκόσμια κοινότητα. Ωστόσο, ουδέν καλόν αμιγές κακού και τα προβλήματα αναμενόμενα. Υπάρχουν ζητήματα ποιότητας, προβλήματα λογοκλοπής και άλλα που θα εμφανιστούν στο μέλλον. Αλλά δεν είναι σωστό η εξέλιξη να αναχαιτίζεται από τους όποιους αρνητικούς παράγοντες. Αντίθετα, χρειάζεται κοινή προσπάθεια για να δημιουργούνται συνθήκες καθημερινά, που θα μας οδηγούν σε βαθμιαία και σταθερή βελτίωση της ηλεκτρονικής επικοινωνίας.

Οι κριτικοί σ’ όλα τα είδη της τέχνης διαμορφώνουν το επίπεδο, κατακρεουργούν ή αποθεώνουν καλλιτέχνες. Τελικά πόση σημασία έχει η παρουσία κριτικών στους τομείς της τέχνης και κατά πόσο μπορεί να λειτουργεί αμερόληπτα αυτή, σε μια εποχή ιδίως όπου τα πάντα διαβρώνονται;

Ας το θέσουμε, χαριτολογώντας, κάπως έτσι: «Έκαστος εφ’ ω ετάχθη», όπως σοφά γράφει ο Ηρόδοτος και επαναλαμβάνει ο Απόστολος Παύλος.

Η ερώτησή σας εμπεριέχει ήδη την απάντηση. Πώς θα μπορούσαν οι κριτικοί να μην επηρεάζονται από τον τρόπο που λειτουργεί η κοινωνία που ζουν; Είναι άνθρωποι, δεν είναι θεοί και δε θα γίνουν ποτέ. Έχουν, λοιπόν, αδυναμίες ανθρώπινες, και είναι δυστυχώς αναμενόμενη και η μικροψυχία και η μικρότητα, η μεροληπτικότητα, ακόμα και η επ’ αμοιβή διθυραμβική κριτική ή και το αντίθετο. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας.

Οι κριτικοί ασκούν επάγγελμα και υφίστανται επειδή υπάρχει καλλιτεχνική δημιουργία. Βιοπορίζονται από την τέχνη χωρίς να απαιτείται να παράγουν τέχνη. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως αρνητικό, ούτε μπορούμε να κατηγορήσουμε συλλήβδην μια επαγγελματική ομάδα εξαιτίας της αρνητικής αύρας κάποιων μελών της. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι ο πλέον αδέκαστος και ασφαλής κριτής και των δημιουργών και των κριτικών τους είναι ο χρόνος.  Ας συνεχίσουμε να πράττουμε και να ποιούμε ο καθένας από το μετερίζι που έχει επιλέξει και ας μην αναλώνουμε το πολύτιμο δώρο της ζωής σε ανούσιες σπατάλες.

Ο Κωστής Μοσκώφ στο βιβλίο του «Για τον Έρωτα και την Επανάσταση» γράφει ότι «η ποίηση είναι πράξη καιρών λυπημένων». Μπορεί η τέχνη πιστεύετε να κλείσει τις πληγές των ανθρώπων, μέσα σε μια ενδότερη υπαρξιακή διαλεκτική;

Είναι βέβαιο ότι η ποίηση και η τέχνη γενικότερα «ανθίζουν» σε καιρούς χαλεπούς. Γιατί τότε είναι που οι άνθρωποι σκύβουν πιο βαθιά μέσα τους, τότε είναι που αισθάνονται ότι θέλουν να μοιραστούν τα προσωπικά τους βιώματα, να επικοινωνήσουν με τους συν-ανθρώπους τους και να βρουν κοινές λύσεις και απαντήσεις στα κοινά αδιέξοδα που τους ταλαιπωρούν, τότε είναι που θέλουν να σηκώσουν ανάστημα, να πιαστούν χέρι-χέρι, να βάλουν κατά μέρος όσα τους χωρίζουν και να αναδυθούν ξανά στο φως. Δε θα έλεγα ότι η ποίηση κλείνει τις πληγές, αυτή είναι μάλλον αρμοδιότητα του χρόνου. Η ποίηση είναι ενισχυτική της μνήμης όταν οι πληγές επουλώνονται και βοηθά ώστε να αποφευχθούν νέα βαθύτερα τραύματα στο μέλλον. Κι αν η ποίηση δε μας κάνει σοφότερους, έχει σίγουρα τη δύναμη να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους.

Ολοκληρώνοντας τη συνέντευξη θα ήθελα, αν δεν έχετε αντίρρηση, να χαριτώσετε τους αναγνώστες μας με ένα στίχο από κάποιο ποίημά σας που έχει ιδιαίτερη σημασία για εσάς.

Αφού σας ευχαριστήσω για την ευγενική φιλοξενία, αποχαιρετώ εσάς και τους αναγνώστες σας με ένα μικρό απόσπασμα από το αδημοσίευτο ποίημά μου, με τίτλο «Αλύτρωτο φως»:

« […} μ’ ένα κερί ακοίμητο αγρυπνούν οι καρδιές μας

σε ολονυχτία μυστική γύρω από τα καψαλισμένα φτερά

το αλύτρωτο φως

διανύει σιωπηλό τη βαθιά νύχτα της αποκαθήλωσης

αποφασισμένο να φτάσει στο ξημέρωμα της ανάστασης.»

Ευχαριστώ από καρδιάς τον Δημήτρη Φιλελέ, για την πολύ ενδιαφέρουσα συνομιλία μας και του εύχομαι καλή συνέχεια στο σπουδαίο ψυχωφελές και κυκλοτερές έργο του!

Συνέντευξη:Ευθύμιος Ιωαννίδης

Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.