TOP

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΦΑΙΔΩΝΑ ΚΑΣΤΡΗ: «Ο ΚΟΣΜΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΑΠΟ ΕΜΑΣ»

Συνέντευξη:Ευθύμιος Ιωαννίδης

Ο καταξιωμένος ηθοποιός της ελληνικής σκηνής Φαίδων Καστρής μας μίλησε με αφορμή την παράσταση «Την Τρίτη στο Σούπερ-Μάρκετ» που ανεβαίνει στο θεατρο Sureal και σας παραθέτουμε τη συνομιλία μας!

Θέατρο. Υπάρχουν αναντίλεκτα αρκετοί ορισμοί για τη λέξη «θέατρο». Εσείς, ωστόσο, ποια οπτική υιοθετείτε και με ποιον τρόπο ορίζετε τη δική σας συμμετοχή στον ορισμό περί «θεάτρου;»

Το Θέατρο, το Θέατρο είναι θα έλεγα μια εκκολαπτική μηχανή ανθρώπων, μια ακόμη δηλαδή, ίσως η πιο σύνθετη. Όλοι βέβαια φέρουμε την υπόσχεση του ανθρώπου  από τη γέννησή μας, φέρουμε στα σπλάχνα μας, στην καρδιά, στο πνεύμα αναλόγως ή και παντού αυτό το ωραίο “ιδανικό αυγό” του ανθρώπου μέσα μας, αρκεί να εκκολαφθεί! Έτσι κάπως αντιλαμβάνομαι πια το Θέατρο, έτσι μεταλαμβάνω και έτσι το μοιράζομαι, με το σεβασμό, τη φροντίδα, την τρυφερότητα μιας επώασης. Το Θέατρο εκκολάπτει ανθρώπους, όχι μόνο τους καλλιτέχνες, εκκολάπτει τον άνθρωπο στους θεατές, είναι μια θεία λειτουργία, ένα πραγματικό, ίσως το πρώτο μυστήριο. Το Θέατρο για τον ηθοποιό, για μένα σαν αφετηρία και πάντα σαν προορισμός σε ένα ταξίδι ζωής και παράλληλα μέσα στο θαύμα αυτής της επώασης του εαυτού μου κι ακόμη πιο πέρα ακόμη πιο βαθιά, στη μυσταγωγία της δημιουργίας του εαυτού καθεαυτού. Με τα χρόνια γίνεσαι μέρος του Θεάτρου, είμαι βέβαια πάντα ένας ηθοποιός, ένας ηθοποιός ταμένος κι αφοσιωμένος, παθιασμένος κι εμμονικός, όμως με τα χρόνια νιώθω κι εγώ μέρος μιας μεγαλύτερης εικόνας, μιας “τοιχογραφίας της εποχής μου” κάπου κάποιος στο βάθος εκεί, σαν μια μικρή κόκκινη και λίγο μπλε κουκίδα, ίσως, γιατί μπορεί και να μην είμαι εγώ, κάπου εκεί αφήνω το στίγμα μου, στην τέχνη μου την αγαπημένη, ναι το θέατρο. Το θέατρο, σίγουρα ήταν η ζωή μου, ήταν και είναι το θέατρο αφού την έζησα σαν ηθοποιός αλλά το θέατρο που με ορίζει  είναι κυρίως των επιλογών που έκανα, αυστηρές για τον εαυτό μου, μου στέρησα πολλές εύκολες χαρές για να ακολουθήσω δύσκολες και μεγάλες λύπες, όταν παλεύεις με τα μεγάλα έργα, στο αρχαίο δράμα ή των μεγάλων ποιητών, δημιουργών, το αποτέλεσμα συχνά είναι μια λύπη, χαρμολύπη ας την πω, δε φτάνεις ποτέ, έχει ακόμη βάθος, ακόμη ανηφόρα, ακόμη μια βουτιά στο κενό… Δεν έχουν νίκη αυτές οι μάχες, έχουν μόνο βαθμό αντοχής και μια ανάσα βαθιά ζωής.  Είναι να ξέρεις αυτές οι “λύπες” που με έπλασαν τον ηθοποιό που είμαι σήμερα και πάντα ευχαριστώ τη στιγμή γι’αυτό.

Με ένα τόσο πλούσιο βιογραφικό, θα ήταν δύσκολο να σας ζητήσω να μου μιλήσετε για τις σπουδές και την καριέρα σας.  Θα ήθελα όμως να μου αναφέρετε κάποιες στιγμές «σταθμούς».

Η γνωριμία μου με την Άννα Συνοδινού κι όταν μπήκα στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, η Μαίρη Αρώνη, η Αντιγόνη Βαλάκου, η Μαρία Χορς, ο Τάσος Λιγνάδης, ο Ιάκωβος Ψαρράς κι άλλοι, οι πρώτοι δάσκαλοι κι αμέσως μετά την αποφοίτηση ο Βασίλης Διαμαντόπουλος στο στούντιο που τότε ξεκινούσε και ο Γιάννης Ρήγας στο εργαστήρι του, πριν έρθει στο ΚΘΒΕ. Πρώτη μου παράσταση στο Χορό του Μινωτή, Οιδίπους Επί Κολωνώ, Εθνικό Θέατρο, Επίδαυρος και Θέατρο Φιλίππων, Καλοκαίρι 1989. Σταθμοί, θα έλεγα, τη συμμετοχή μου στην Ομάδα Θέαμα του Γιάννη Κακλέα, στο Παγοποιείο Φιξ, ήμουν μέλος της ομάδας για τέσσερα χρόνια, επίσης τα χρόνια μου στο Θέατρο Στοά του Θανάση Παπαγεωργίου. Η Λήδα Πρωτοψάλτη, η Λυδία Κονιόρδου και η Λυδία Φωτοπούλου είναι τα αστέρια που φωτίζουν τον ουρανό μου, η Λήδα είναι το ίνδαλμά μου, ήμουν κοντά της και τις δυο φορές που πήγε η τεράστια αυτή ηθοποιός στην Επίδαυρο, έπαιξα Ταλθύβιο δίπλα της όταν ερμήνευσε την Εκάβη στις Τρωάδες του ΚΘΒΕ σε σκηνοθεσία της Νικαίτης Κοντούρη, αλλά κι όταν ερμήνευσε την Τροφό στον Ιππόλυτο, με το Εθνικό και σκηνοθεσία της Λυδίας Κονιόρδου. Η Λήδα και η Λυδία Κονιόρδου. Η Κονιόρδου από την πρώτη φορά που την είδα νεαρός στο Θέατρο, στο Τέχνης, Αγρότες πεθαίνουν, συγκλονίστηκα, την ακολουθούσα και τη θαύμαζα, συναντηθήκαμε στην Αντιγόνη, έπαιζε την Αντιγόνη κι εγώ μπήκα στο Χορό, Εθνικό επί Κούρκουλου και παγκόσμια περιοδεία, 2002-2003, από τότε κάθε φορά που σκηνοθετούσε  με καλούσε, από το 2002 ως το 2020 ( Ιων, Πέρσες, Τέλος του παιχνιδιού, Τρισεύγενη, Φλαντρώ, Ιππόλυτος, Δράκαινα). Η Λυδία Φωτοπούλου είναι επίσης ένα φως που με οδήγησε ποιητικά και ψηλά, διδάχτηκα από την αγάπη, από τη σημασία που έδωσα που πήρα που δίνω. Από το 2010 και μετά παράλληλα με την συμμετοχή μου στο ρεπερτόριο και με αφετηρία την παράσταση Lisbon Traviata του Τέρενς Μακ Νάλι, με τον Λάζαρο Γεωργακόπουλο και τον Βασίλη Μπισμπίκη, ξεκίνησα μια πιο προσωπική και συχνά queer θεματικά διαδρομή κι έφτιαξα ένα δικό μου “κήπο” ξεχωριστό σε ποικιλία παραστάσεων, μονόλογοι και διαφορετικοί χώροι, το Μαριπιεράκι, Την Τρίτη στο Σούπερ-μάρκετ του Εμμανουέλ Νταρλέ, ήδη από το 2011-12 και ξανά στο Show What? ένα μικρό μπιστρό στην Πλατεία Μεσολογγίου στο Παγκράτι για τρεις συνεχόμενες σεζόν, από το 2022 στο 2025. Σταθμοί λοιπόν, η Μαρί-Πιερ μου, το πλάσμα Blanche/Μετεπιβίβαση του Μιχάλη Παλίλη, η παράσταση ΣΟΦΙΑ του Ιγνάθιο Γκαρθία Μάι σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Παπαδόπουλου, ξεκίνησε από την Οικία Κατακουζηνού, ήρθε Θεσσαλονίκη δυο φορές, το 2018, στην Κάζα Μπιάνκα και το Βυζαντινό λουτρό άνω πόλης, ταξίδεψε σε χώρους ιστορικής μνήμης, ναούς και χώρους τέχνης στην Ελλάδα. Να πω όμως πως κάθε φορά πια που βγαίνω στο φως για μένα είναι σταθμός, όταν μεγαλώνεις, λες πολλά χωρίς να μιλάς, κρέμεσαι στο κενό μια στιγμή που χωράει της ζωής τα πάντα.

Εδώ και πολλά χρόνια δεν υποδύεστε απλώς, μετουσιώνεστε τολμώ να πω στη Μαρί Πιερ, στην παράσταση «Την Τρίτη στο Σούπερ- Μάρκετ». Αλήθεια τι νιώσατε όταν πρωτοδιαβάσατε τον συγκλονιστικό μονόλογο του Emmanuel Darley;

Το έργο, ο μονόλογος της Μαρί-Πιερ μου προτάθηκε, στην εξαιρετική μετάφραση της Μήνας Πατεράκη-Γαρέφη, αρχές καλοκαιριού του 2011, μόλις είχα τελειώσει τον Δεντρογαλή που έπαιζα, τον πατέρα, στην Τρισεύγενη του Παλαμά, με τη Στεφανία Γουλιώτη, στο Εθνικό. Μου έρχεται λοιπόν η Μαρί-Πιερ, τότε ακόμη το queer στο Θέατρο ήταν μια επικίνδυνη ρευστή στην ποιότητά της ζώνη με κινδύνους για τον ηθοποιό που θα τολμούσε να εμπλακεί… Εννοείται ακολούθησε μια δεκαετία με λαμπρές queer παραστάσεις, με βραβεία queer ερμηνειών κλπ…  Το έργο μπήκε αμέσως στην καρδιά μου, το ένιωσα ήμουν ιδανικά στα υλικά της, τα φορτία μου με τα δικά της ήταν αυτό που λέμε, βρήκαμε συγκοινωνούντα δοχεία. Αμέσως ένιωσα και τον Πατέρα μέσα στο μονόλογο της Μαρί-Πιερ, είμαι ο μόνος ηθοποιός που ερμηνεύει, δίνει χώρο και φωνή στον Πατέρα της, το κείμενο είναι ένας μονόλογος, η ηρωίδα λέει και μου είπε και μου λέει, περιγράφει τις σκηνές, εγώ τον αφήνω να μιλήσει ο ίδιος, δεν μπορώ να το περιγράψω, μόνο όποιος έχει δει την παράσταση μπορεί να καταλάβει, είναι απλά μαγικό, γιατί μαγικό είναι το θέατρο. Ο Εμμανουέλ ο συγγραφέας, ζούσε τότε, ήρθε Αθήνα είδε τέσσερις παραστάσεις, είχε εντυπωσιαστεί, πέραν της ερμηνείας, τον είχαν εντυπωσιάσει, η επιλογή μου της ερμηνείας παράλληλα και του πατέρα αλλά και η κινησιολογία, έλεγε ο Φαίδων είναι η Μαρί-Πιερ, είναι ο Πατέρας της αλλά είναι μια μπαλαρίνα επάνω στη σκηνή. ΄Οταν διάβασα  λοιπόν πρώτη φορά το έργο, πήγα στο Από Μηχανής Θέατρο, που μου το πρότειναν και τους απάντησα, θα το κάνω με έναν όρο, δε θα βάλω φουστάνι αν δεν το νιώσω απαραίτητο…Υπήρχε ακόμη φόβος, μήπως γίνει “καρναβάλι” καρικατούρα, τελικά έβαλα το φόρεμα, τις γόβες μου και γεννήθηκε η “αυτή καθεαυτή” μου, ραντεβού της ζωής μου, βραβείο μου κι επιλογή μου.

Ο σύνδεσμος που αναπτύξατε με τη Μαρί Πιερ, την τρανς γυναίκα που διψά για αποδοχή, για το βλέμμα του πατέρα της, θα λέγατε πως έχει επηρεάσει τον τρόπο που συνδέεστε με τους σημαντικούς άλλους στο πλαίσιο των διαπροσωπικών σας σχέσεων;

 Φυσικά με έχει επηρεάσει, η Μαρί-Πιερ είναι μάθημα και εμπειρία για μένα και στον άνθρωπο και στον ηθοποιό. Το τρανς, ας πω πως ανέκαθεν ένιωθα και σιγά σιγά κατανόησα κι έτσι θεωρώ το θέατρο σαν τρανς τέχνη. Το Θέατρο είναι μια Τέχνη Τρανς, οι ηθοποιοί είναι τρανς, στο θέμα του φύλου μέσα από την εμπειρία μου της Μαρί-Πιερ κι ενώ εγώ είμαι απλά ένας άντρας μπαισέξουαλ, ένιωσα   βαθιά πως το φύλο δεν εστιάζεται στο φύλο ανατομικά, όπως σε κάθε άνθρωπο το φύλο είναι μια ψυχική, συναισθηματική και πνευματική κατάσταση, καμιά ανατομία δεν μπορεί να αντιταχθεί σε αυτό οπότε το ανατομικό στην ανάγκη θα πρέπει να διορθωθεί. Σε αυτό το πλαίσιο φωτίστηκαν μέσα  μου ανεξερεύνητες περιοχές, χώροι που με μικρές πινακίδες τύπου Κυρίων ή Κυριών δεν σου επιτρέπεις μέσα σου να μπεις… εγώ μπήκα, μπαινοβγαίνω παντού σχεδόν και χαίρομαι το φως. Αυτός καθεαυτός, είναι το ζητούμενο παντού, να είσαι εσύ, είσαι μοναδικός, κανείς δεν περισσεύει.

Με βάση τη δική σας εμπειρία μέσα από το έργο και τις αντιδράσεις του κοινού, τι θεωρείτε ότι λείπει από τη δημόσια συζήτηση για την τρανς πραγματικότητα στην Ελλάδα;

Δεν είναι το τι λείπει, πολλά λείπουν αλλά όχι μόνο για την τρανς πραγματικότητα, για την τρανς πραγματικότητα ακόμη λείπει η πραγματικότητα, υπάρχουν αγωνιστές κι αγωνίστριες της επιβίωσης, της ζωής, γίνονται βήματα αλλά είναι επιφανειακά, ο κόσμος δεν αλλάζει με ένα νόμο, ο νόμος είναι ένα βήμα, ο κόσμος όμως αλλάζει στη ζωή, στο σχολείο, στις σπουδές, στην εργασία, στις ευκαιρίες, ακόμη παπάδες κι άλλα περίεργα όντα κραυγάζουν για συλλαλητήριο στο “κυνήγι κίναιδων” και μαγισσών…Ακόμη στα κανάλια, στις επιθεωρήσεις γράφονται νούμερα για θηλυπρεπείς και χοντρούς. Ο κόσμος για να αλλάξει χρειάζεται τον καθένα από εμάς, ας αναλογιστούμε με αγάπη και αποδοχή το παιδί μας, το τρανς παιδί μας, από το δικό μας παιδί κι από τον εαυτό μας να ξεκινάμε, είμαι τρανς, έχω την τιμή αλλά και το δικαίωμα, να είμαι αυτό που ονειρεύτηκα για μένα να είμαι. Αυτό που λείπει είναι το επίπεδο αυτής της συζήτησης, γίνεται κάτω από τη ζώνη συζήτηση, ας μιλήσουμε για τον άνθρωπο, τα δικαιώματα, την ισότητα αλλά και τη διαφορετικότητα κι ας μιλήσουμε σοβαρά όχι εκ του πονηρού και γαργαλιστικά.

Είναι η τρίτη φορά να τονίσουμε που η παράσταση ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη.Στην ερώτηση  ποια είναι η σχέση σας με την πόλη, τι θα απαντούσατε;

Λοιπόν η μαμά μου όταν ήμουν κοντά δύο χρονών, μωρό, μπέμπης στρογγυλός, η μαμά με γέννησε στα δεκάξι της, δεκαοκτώ λοιπόν ερωτεύτηκε τρελά ένα νέο γείτονα, αποδείχθηκε στην πορεία ο έρωτας της ζωής της, κλέφτηκε μαζί του κι έφυγαν στη Θεσσαλονίκη… Από εκείνο το χρονικό διάστημα της εξαφάνισης, υπάρχει μόνο, την έκρυβε χρόνια κάτω από τα μεταξωτά μαντήλια της, την έχω πια εγώ στις μεταξωτές μου μνήμες, υπάρχει μια ασπρόμαυρη φωτογραφία της από πλανόδιο φωτογράφο μπροστά στον Λευκό Πύργο. Η μαμά με το μαντό μια κομψή τσάντα τα γοβάκια της κι ένα ωραίο μαντήλι δεμένο σαν κορδέλα στο κεφάλι να μαζεύει τα μαλλιά. Εδώ να σας πω πως στη Μαρί-Πιερ κρατώ ένα τσαντάκι της μαμάς μου, το κρατούσε στον γάμο μου και της αφιερώνω μια πόζα πάντα την ίδια του Λευκού Πύργου, της παλιάς φωτογραφίας. Η Θεσσαλονίκη είναι ακόμη μαγικά συνδεδεμένη και με τις ρίζες μου, υπάρχει κάποια σχέση με την οικογένεια του Μανώλη Χιώτη, που ήταν αδελφός της γιαγιάς μου, της Αγγελικής, μητέρας του πατέρα μου, υπήρχε στον αέρα στους μύθους που άκουγα παιδί στο σπίτι, πως κατέβηκαν στο Ναύπλιο από τη Θεσσαλονίκη… Στη Θεσσαλονίκη έχω έρθει με πάρα πολλές παραστάσεις, του Εθνικού Θεάτρου αλλά και του φεστιβάλ ή και δικές μου, έχω ζήσει για μικρά διαστήματα, μηνών στην πόλη με δυο συνεργασίες στο Κρατικό, για την Επίδαυρο, μια για τις Τρωάδες που σας είπα και μια με τον Ορέστη σε σκηνοθεσία Ουνκόφσκι, έπαιζα τον αγγελιοφόρο, από τις πιο αγαπημένες μου συνεργασίες. Η Θεσσαλονίκη είναι για μένα η πόλη αυτής της χώρας που θα ήθελα να ζω, πάντα την επιθυμούσα και την ονειρευόμουν και πάντα έψαχνα αφορμή να έρχομαι, είναι πια τόσες και ποιοτικά καλές όχι μόνο πολλές οι αναμνήσεις μου εδώ που πια μοιάζουν κάπως και σαν επιστροφή, αν όχι μόνο σε ένα τόπο, σίγουρα μια επιστροφή σε μια εποχή, εποχή που θέλεις να τη ζεις, αυτό είναι ακόμη μέσα μου η Θεσσαλονίκη, κάτι που θέλω να το ζω να το μοιράζομαι κι ευχαριστώ.

Ολοκληρώνοντας τη συνέντευξη τι θα λέγατε ότι έχετε ξορκίσει με την κυκλοτερή καλλιτεχνική  σας δράση;

Στην αρχή απάλειψα τις παιδικές κακοποιήσεις μου, τις πληγές μου, έδιωξα τα τέρατα κι άλλα τα εξημέρωσα κι άλλα τα αγάπησα, φόβοι που ζούσαν κάτω από το κρεβάτι μου, ενοχές δεμένες σε κόμπους γραβάτας στη ντουλάπα μου, με κριτήριο την ορατότητα, το ουράνιο τόξο, φως και νερό, κατάφερα να ζήσω, να παίξω, να γίνω πατέρας, να ταξιδέψω, να ερωτευτώ, να με γνωρίσω, να ξορκίσω μέσα μου το κακό, να συγχωρήσω, να συγχωρώ, να αντέξω το γήρας που έρχεται, φτάνει, να το αποδεχτώ, να ξορκίσω την αγωνία του ανθρώπου… λέω στον Πρόσπερο που μελετάω τώρα, σε δική μου απόδοση τα λόγια αυτά τα τελευταία “Τώρα κοντά στο Τέλος κι ενώ ήδη πέφτει επάνω μου μια λύπη, μια σκιά απελπισίας, τώρα θα ήθελα τους ηθοποιούς, τα πνεύματά μου γύρω, να σκηνοθετώ, με την τέχνη μας να σας μαγεύω, ναι τώρα καθώς μαλακά πέφτει το Τέλος. Θα έχω παρηγοριά τις ευχές μου, καλή καρδιά κι ελεύθερος, από τα λάθη της ζωής μου λυτρωμένος, εγώ θα συγχωρώ εσάς καλόγνωμα κι εσείς, αν αγαπάτε, εμένα.”

Eυχαριστώ από καρδιάς τον Φαίδωνα Καστρή για την προσήνειά του!

Συνέντευξη:Ευθύμιος Ιωαννίδης

Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.

Ακολουθήστε μας

https://www.facebook.com/profile.php?id=61552319949886

thessculture.gr

https://www.instagram.com/

Καθώς και κανάλι στο youtube: : https://www.youtube.com/@thessculture-b4p  με ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις αλλά και ποικίλα αφιερώματα.