ΤΑ ΠΛΟΥΜΙΣΤΑ ΥΦΑΝΤΑ ΤΗΣ ΟΣΣΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΝΤΥΣΑΝ ΓΙΟΡΤΙΝΑ ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΛΑΪΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ “ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΛΗ” ΣΤΗΝ ΠΛΑΚΑ
ΤΑ ΠΛΟΥΜΙΣΤΑ ΥΦΑΝΤΑ ΤΗΣ ΟΣΣΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Διασίδι, καλοδιάσιδο, γνεσμένο στο νυχτέρι,
Παίξε αργαλιέ μου, βρόντηξε, πέτα χρυσή σαΐτα,
Να βγουν τα υφάδια γλήγορα, να υφάνω τα προικιά μου…
Χτισμένη στις πλαγιές του όρους Βερτίσκος και σε υψόμετρο 650 μ., η Όσσα
Λαγκαδά (παλιά Βυσσώκα ή Βυρσόκα) αποτελεί έναν από τους παλαιότερους ιστορικούς οικισμούς της Κεντρικής Μακεδονίας, με αρχαιολογικό, λαογραφικό, θρησκευτικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον.
Αυτή η μικρή σήμερα αλλά κάποτε ακμαία και εντυπωσιακά προοδευτική κοινότητα, στα νεότερα χρόνια, υπήρξε και ένα από τα σημαντικότερα κέντρα υποδηματοποιίας στον Βορειοελλαδικό χώρο. Ωστόσο, ως πλέον ιδιαίτερη από τις πολιτισμικές εκφάνσεις του παραδοσιακού της βίου καταγράφεται η υφαντική τέχνη.
Τα υφαντά της Όσσας διακρίνονται για την πλούσια και ευφάνταστη σύλληψη των διακοσμητικών τους συνθέσεων που δομούνται από αρμονικά σχεδιασμένα νατουραλιστικά όσο και γεωμετρικά μοτίβα, αλλά και για τους ιδιαίτερης αισθητικής ζωντανούς χρωματικούς συνδυασμούς. Και οπωσδήποτε για την άψογη ποιοτικά υφαντική εκτέλεση.
Με βάση τα υλικά κατασκευής τους χωρίζονται σε μάλλινα, βαμβακερά και μεταξωτά, με τα μοτίβα τους να αναπτύσσονται πάνω σε «κάμπο» λευκό, κόκκινο, μπλε ή μαύρο.
Τα κατασκευασμένα από μαλλί «στρωσίδια» του σπιτιού, χαρακτηρίζονται εν πολλοίς από εντυπωσιακά έως εκρηκτικά έντονα χρώματα, με κυρίαρχες τις αποχρώσεις του κόκκινου. Χαρακτηριστικά δείγματα αυτής της τέχνης είναι τα πολύχρωμα «πλουμιστά» κιλίμια, τα μαξιλάρια, οι μπάντες και μια ποικιλία από στρωσίδια, όπου κυριαρχούν τα «ρομβόσχημα» μοτίβα που προσομοιάζουν με τη σαΐτα του αργαλειού, την οποία βρίσκουμε στο τοπικό ιδίωμα ως «στερλίτσα». Πολύ συχνά οι «ρόμβοι» πλαισιώνονται από μικρότερα πολύχρωμα μοτίβα στο σχήμα του χελιδονιού, εξ ου και η ονομασία των αντίστοιχων υφαντών «χελιδωνάτα». Μεταξύ άλλων, ξεχωρίζουν οι «πλιάνες», τα μικρότερου μεγέθους υφαντά που χρησιμοποιούνταν ως σκεπάσματα για τα μωρά, με ιδιαίτερα πυκνά και πολύχρωμα μοτίβα.
Ιδιαίτερης τέχνης, επίσης, υπήρξαν οι σχεδόν διάφανοι «καρμάδες», τα
λεπτοδουλεμένα με μεταξωτό νήμα υφαντά που εικονίζουν άνθη, παγόνια ή Έρωτες.
Τα «πλουμιστά» μάλλινα, οι ιδιαίτεροι μεταξωτοί «καρμάδες» και γενικότερα τα περίτεχνα τοπικά υφαντά έγιναν γνωστά και πέρα από τα στενά όρια του χωριού.
Στο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ του 1909, ο Σιώρης Μακεδών στο άρθρο του με τίτλο Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΩΜΟΠΟΛΙΣ ΒΥΣΟΚΑ, γράφει σχετικά:
«Οι Βυσοκινοί είνε εις άκρον οικονόμοι και πολύ φειδωλοί του χρήματος, αι δε γυναίκες αυτών είνε επίσης εργατικαί και τιμιώταται, διακρινόμεναι δια την οικιακήν καθαριότητα και οικοκυρωσύνην. Πλέκουσι καλύμματα της κεφαλής (σκουφάκια), δι’ ων κατακλύζουσι τας αγοράς, υφαίνουσι τάπητας πολυχρώμους, εκ της πωλήσεως των οποίων ικανά κερδίζουν, και περί άλλα πολλά είδη της υφαντικής ασχολούνται προς ιδίαν χρήσιν. (…) Η φιλομάθεια των κορασιών και η προκοπή αυτών εν τοις εργοχείροις είνε τοιαύτη, ώστε βλέπων τις ταύτα δεν πιστεύει ότι κατεσκευάσθησαν δια χειρών των κορασίων της Βυσόκας. Εδώ καλόν ήτο, επειδή υπάρχει τάσις προς υφαντουργίαν, ταπητουργίαν, κεντητικήν κ.τ.λ., ομογενής τις να ίδρυεν εργοστάσιον τοιαύτης βιομηχανίας, δι’ ης και αυτός θα επλούτει και τον τόπον πολυειδώς θα ευηργέτει (…)».
Παλαιότερα μέσα σε ζωγραφιστές κασέλες, ενώ στα νεότερα χρόνια σε μπαούλα και σεντούκια, οι Οσσαίες νοικοκυρές φύλαγαν τα «καλά» υφαντά «σαν τα μάτια τους» και τα έστρωναν μόνο τις επίσημες και γιορτινές μέρες του χρόνου. Πολύτιμο και απαραίτητο μέρος της προίκας, υφασμένα πριν το γάμο από τα ίδια τα κορίτσια με τη βοήθεια των μανάδων. Η κάθε μια τους πάσχιζε να κερδίσει το «παινευτικό» που έταζε πως «όσα περισσότερα πλουμιστά υφαντά είχε μια κοπέλα, τόσο πιο προκομμένη νοικοκυρά και καλή μάνα θα γινότανε».
Η πανάρχαια αυτή τέχνη χάθηκε, δυστυχώς, στο πέρασμα του χρόνου, κατατάσσοντας τα πολύτιμα και μοναδικά αυτά έργα στα σπάνια μουσειακά τέχνεργα, δείγματα της πολιτιστικής κληρονομιάς της Όσσας. Δείγματα της μακεδονικής υφαντικής λαϊκής τέχνης και παράδοσης, που αποπνέουν γυναικεία καλαισθησία και πρότυπα διαχρονικής αισθητικής, προσδιορίζοντας στις μέρες μας λησμονημένες καλλιτεχνικές αξίες και επικοινωνώντας έναν ανεκμετάλλευτο πολιτισμικό πόρο!
Άγγελος Μήτσας
Συντηρητής Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης
Γ.Γ. του Συλλόγου Οσσαίων «Η Αγία Κυράννα»