ΕΥΑ ΝΤΟΥΡΟΥ : ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕΙ ΠΟΛΥ Η ΕΥΚΟΛΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ,ΝΑ ΣΥΝΥΠΑΡΞΕΙΣ ΜΟΥΣΙΚΑ.
Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου
- Πως ξεκίνησες να ασχολείσαι με την μουσική; Τι ήταν αυτό που πυροδότησε τον εσωτερικό σου εαυτό να ξεκινήσει να εκφράζεται με αυτό τον τρόπο;
- Παρότι ξεκίνησα μουσική σε πολύ μικρή ηλικία, θυμάμαι πολύ έντονα τη γοητεία που μου ασκούσε και τις πολύπλοκες σκέψεις που γεννούσε στο κεφάλι μου. Το οικογενειακό μου περιβάλλον ήταν φιλόμουσο και έπαιξε καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό: ο πατέρας μου είχε μια πολύ μεγάλη συλλογή σε δίσκους βινυλίου και μπομπίνες, η μητέρα μου δε, έγραφε πολλά ευφάνταστα mixtapes για να ακούμε στο αυτοκίνητο στις εκδρομές, οπότε τα ερεθίσματα ήταν πολυποίκιλα και συνεχόμενα. Όταν λοιπόν με ρώτησαν σε τι δραστηριότητα-χομπι ήθελα να με γράψουν τους είπα ῾῾θέλω να μάθω άρπα και καλλιτεχνική κολύμβηση(!)῾᾽ αλλά επειδή δεν υπήρχε η δυνατότητα για τίποτα από τα δύο στη Λάρισα όπου μεγάλωσα, ξεκίνησα πιάνο και μπαλέτο, κλασσικά, χεχε.
- Ως μια νέα, ηλικιακά, μουσικός στην Θεσσαλονίκη και γενικότερα στην Ελλάδα, τι είναι αυτό που σου αρέσει και τι αυτό που σε ενοχλεί και το ανέχεσαι κατά κάποιο τρόπο;
- Στη Θεσσαλονίκη μου αρέσει πολύ η ευκολία του να γνωρίσεις ανθρώπους να συνυπάρξεις μουσικά. Έχει τόσα πολλά στούντιο στο κέντρο, γίνονται πολλά τζαμ και υπάρχει μια αλληλουποστήριξη ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας. Η πόλη όμως γενικά είναι πάρα πολύ δύσκολη. Δεν υπάρχει χρηματοδότηση από πουθενά, μαγαζιά κλείνουν συνεχώς κι ενώ υπάρχουν πολλοί όμορφοι ανεκμετάλλευτοι χώροι στους οποίους θα μπορούσε να επενδύσει ο δήμος δε βλέπουμε στον ορίζοντα μια τέτοια πρόθεση. Παρ᾽ όλη όμως την απογοήτευση, βλέπω ελπίδα σε πολλά καινούρια πρόσωπα που παρά τις συνθήκες, στηρίζουν μεγάλα εγχειρήματα και δεν πτοούνται, ή δεν εγκαταλείπουν την πόλη-υπάρχει, βλέπεις και πάντα το μεγάλο θέλγητρο της Αθήνας για όλους μας, εκεί τα πράγματα κυλάνε πολύ πιο γρήγορα. Γενικότερα το τι με ενοχλεί σαν μουσικό στην Ελλάδα, νομίζω η πραγματικότητα των τελευταίων χρόνων μιλάει από μόνη της. Τι να πρωτοσχολιάσουμε; Την περιφρόνηση όλου του καλλιτεχνικού κόσμου από την κυβέρνηση την περίοδο της πανδημίας; Την υποβάθμιση των πτυχίων; Την αφαίρεση των καλλιτεχνικών μαθημάτων από τα σχολεία; Το ότι η μουσική και η τέχνη γενικότερα εξακολουθεί να θεωρείται στο μυαλό αρκετού κόσμου τεμπελιά και χόμπι κι όχι ένα πολύ δύσκολο επάγγελμα που απαιτεί πολλές θυσίες και δια βίου εκπαίδευση; Την υποτιθέμενη επένδυση στον πολιτισμό η οποία είναι κυρίως η απευθείας ανάθεση σε δικά τους πρόσωπα;
- Παίζεις εκτός των άλλων και θέρεμιν, ένα μουσικό όργανο που το παίξιμο του μοιάζει με κάποιου τύπου εναέρια γλυπτική καθώς σχεδιάζεις στον αέρα τον ήχο σου. Πόσο δύσκολο είναι αυτό και σε κάνει να νιώθεις κάπως ότι πατάς με το ένα πόδι και σε άλλο είδος τέχνης, αυτό πχ της αναπαράστασης της performance;
- Την εποχή που ανακάλυψα το θέρεμιν, περνούσα μια περίοδο έντονης ενασχόλησης με το χορό, την κίνηση και τις παραστατικές τέχνες γενικότερα. Οπότε βλέποντας το live, συγκεκριμένα από την εξαίρετη συνάδελφο May Roosevelt, μαγεύτηκα από τη στάση του σώματος και τις μικροκινήσεις των δαχτύλων, μου θύμισε κάτι θεατρικό και λίγο από το χορό butoh. Πάνω απ ᾽όλα όμως με συγκίνησε ο ήχος του. Ένοιωθα σα να άκουγα μια σοπράνο από το διάστημα. Και έτσι αποφάσισα να ασχοληθώ μαζί του κι έκτοτε το αντιμετωπίζω σαν ένα πολύ εκφραστικό μουσικό όργανο κι όχι σαν εργαλείο για παιχνίδι. Ήταν και μια πρόκληση για μένα να περάσω από το πληθωρικό και¨άμεσο¨ παίξιμο ενός πολυφωνικού οργάνου όπως το πιάνο σε κάτι τόσο ¨αόρατο῾ ευαίσθητο και δύστροπο όπως το θέρεμιν. Μελέτησα και ζορίστηκα πολύ κι αυτό που έφερε πίσω το όργανο μετά από κάποιο καιρό ήταν συγκινητικό, μου άνοιξε πολλές πόρτες. Και η ανταπόκριση του κόσμου είναι πολύ ενδιαφέρουσα: άλλοι μαγεὐονται, άλλοι πάλι αδυνατούν να καταλάβουν τι κάνεις και σε θεωρούν μια τρελή που κουνάει τα χέρια της πάνω στη σκηνή και σοκάρονται όταν λες ότι παίζεις όργανο στον αέρα.
- Αν σου ζητούσαν να διαλέξεις ένα τόπο και μια εποχή διαφορετική όπου θα δραστηριοποιούσουν μουσικά τι θα επέλεγες και γιατί;
- Αφού μιλάμε για κάτι εντελώς φαντασιακό, θα ήθελα να συμμετάσχω παίζοντας θέρεμιν, ή κάποιο πληκτροφόρο σε μια μεγάλη ορχήστρα – όχι κλασσικής μουσικής όμως. Θα ήθελα να ηχογραφώ για τα σάουντρακ της χρυσής εποχής του Χόλυγουντ τη δεκαετία του 40 -50, για τις space age pop και exotica ορχήσρες του Les Batxer και του Esquivel τις δεκαετίες 50-60, ή για την φουτουριστική τζαζ ορχήστρα του Sun Ra, για τον Morricone, τον Pierro Umliani κι άλλους Γάλλους συνθέτες της δεκαετίας του 70. Μιλάω γι αυτές τις δεκαετίες γιατί απλούστατα αγαπάω σχεδόν το οτιδήποτε κυκλοφόρησε εκείνο το διάστημα. Από τη δεκαετία του 80 κι έπειτα που η χρήση ορχήστρας σε παραγωγές και σε σάνουντρακ άρχισε σιγά σιγά να περιορίζεται λόγω εξέλιξης της τεχνολογίας και της ψηφιακής μουσικής, θα ήθελα να μεταπηδήσω σε κάτι διαφορετικό: να παίζω με no wave συγκροτήματα στη Νέα Υόρκη , ή στην Αγγλία στα 90s να μαθητεύσω δίπλα σε καλλιτέχνες trip-hop, electronica και όλα τα συναφή. Τόσο απλά!
- Παίζεις με αρκετά σχήματα και σε διάφορα μέρη. Πόσο εύκολη είναι η ζωή μιας μουσικού που μετακινείται συνεχώς κυριολεκτικά και μεταφορικά;
- Είναι κουραστική όχι όμως λόγω των μετακινήσεων και των προβών. Αυτά φέρουν μόνο σωματική κούραση γιατί δεν υπάρχει σταθερότητα ,ωράριο, Κυριακές και αργίες. Δουλεύεις συνέχεια και ας μην πληρώνεσαι. Η χαρά όμως είναι τόσο μεγάλη όταν συνυπάρχεις με ανθρώπους που συνδημιουργείς και μοιράζεσαι ιδέες, πόσο μάλλον όταν αλλάζεις και μέρη και ανανεώνεις τις γνωριμίες σου και γεμίζεις με νέες εμπειρίες. Το δύσκολο μέρος στη δουλειά μας είναι όλα τα υπόλοιπα τα διαδικαστικά: η συνεχής συνεννόηση με όλων των ειδών τους εργοδότες, η αναγκαστική κι επίμονη ενασχόληση με τα social media γιατί χωρίς αυτά πλέον είναι σα να μην υπάρχεις στον χάρτη. Αισθάνομαι ότι αυτό το κομμάτι της δουλειάς μας τρώει πολύ περισσότερο χρόνο από το ουσιαστικό, που είναι η συγκέντρωση στη μελέτη, στην πρόβα κτλ.
- Δραστηριοποιείσαι και ως dj σε κάποια από τα πιο εναλλακτικά μαγαζιά της Θεσσαλονίκης. Υπάρχει κοινό έτοιμο να ακούσει κάτι διαφορετικό ή η μαζικοποίηση της μουσικής έχει δημιουργήσει μουσικές πολώσεις;
- Εγώ ξεκίνησα να παίζω μουσική στα μέσα της δεκαετίας 2000 με 2010,όταν ήδη υπήρχε η δυνατότητα μέσω ίντερνετ να ψάξεις πολύ μουσική και να μην περιμένεις μόνο από το εγχώριο ραδιόφωνο και τύπο να μάθεις γράμματα. Οπότε από την αρχή γνωριζα ανθρώπους στα μπαρ που ψάχνονταν με τις μουσικές και περίμεναν με κάποιο τρόπο να ακούσουν την πρόταση που θα τους έκανες. Φυσικά έχω δουλέψει και σε μέρη πολλά που έχω αντιμετωπίσει την πλήρη αδιαφορία. Παρ όλα αυτά αισθάνομαι τυχερή που σχετικά από νωρίς έχω συνεργαστεί με άτομα με ανοιχτά και προοδευτικά μυαλά στην πόλη, τα οποία άνοιξαν μαγαζιά και άφησαν την απόλυτη ελευθερία στους dj να εκφραστούνε και να πειραματιστούνε ανεξάρτητα από το εαν το κοινό ανταποκρινόταν. Πήραν το ρίσκο τους γιατί πίστευαν ότι το κοινό εκπαιδεύεται και διαμορφώνεται συνεχώς. Και σε μεγάλο βαθμό επιτεύχθηκε αυτός ο σκοπός. Καθοριστικό ρόλο παίζουν πάντα βέβαια και οι μόδες που ξεκινάνε από διάσημους dj, συγκροτήματα και μεγάλες ή ανεξάρτητες δισκογραφικές κυρίως από την Αμερική και την Αγγλία αλλά και διεθνώς. Χαρακτηριστικά αναφέρω τον Gaslamp Killer ο οποίος στα sets του μίξαρε μεταξύ άλλων 70s ψυχεδέλειες από την Τουρκία και από την Ανατολή γενικά, τον David Holmes και την εταιρία Finders Keepers που κυκλοφορούσε άγνωστα, vintage μουσικά διαμάντια από όλο τον πλανήτη. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα έγινε μια έκρηξη -revival αυτής της σκηνής, την οποία ακούς πλέον παντού: σε μαγαζιά, σε φεστιβάλ κτλ. Παλιά σε κοιτούσαν με περίεργο μάτι όταν έβαζες τέτοιου τύπου tracks στα μπαρ, σου έλεγαν ότι είσαι για τα πανηγύρια (χωρίς να έχω κανένα πρόβλημα εγώ προσωπικό με τα πανηγύρια). Τώρα, επιβάλλεται, είναι hype!
– Ετοιμάζεις κάτι καλλιτεχνικά αυτόν τον καιρό που θα ήθελες να μοιραστείς;
Κάτι υπάρχει στο μυαλό μου αλλά δεν ξέρω πόσο θέλω να το μοιραστώ γιατί είναι σε πολύ πρώιμο στάδιο και μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξω γνώμη…
Ευχαριστώ πολύ
Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου
Η Αγγελική Κερπιτσοπούλου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη.
Σπούδασε Θεωρητικός & Ιστορικός της τέχνης στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας και το πρώτο μεταπτυχιακό της στην Ψηφιακή Κουλτούρα & Νέα Μέσα στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης.
Πρόσφατα απέκτησε το δεύτερο Μεταπτυχιακο της Δίπλωμα στη Μουσειολογία & Διαχείριση Πολιτισμού του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Κύρια ερευνητικά της ενδιαφέροντα είναι τόσο η κοινωνική αλλαγή μέσα από την τέχνη, όσο και αλληλεπίδραση των νέων τεχνολογιών σε αυτή και στο Νέο Μουσείο.