TOP

ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ “ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΡΝΤΑ ΑΛΜΠΑ” ΣΕ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΕΥΗΣ ΣΑΡΜΗ ΑΠΟ ΤΟ ΚΘΒΕ

Κριτική: Ευθύμιος Ιωαννίδης

 Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα (1898-1936) θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της παγκόσμιας δραματουργίας και ο κορυφαίος Ισπανός ποιητής και θεατρικός συγγραφέας του 20ού αιώνα. Είναι γνωστός παγκοσμίως για τα ποιήματά του «Ρομανθέρο Χιτάνο» και «Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας», καθώς και γι ατη δραματική του τριλογία «Ματωμένος γάμος, «Γέρμα» και «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα». Η κεντρική θεματική των εργών του, που ισορροπούν μεταξύ παράδοσης και μοντερνισμού, περιστρέφεται γύρω από τα ζητήματα του έρωτα, της υπερηφάνειας, του πάθους και του βίαιου θανάτου. Βίαιος βέβαια ήταν και ο δικός του θάνατος, όταν εκτελέστηκε από τους Φασίστες του Φράνκο, λίγο μετά το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφυλίου, σε μια ιδιαίτερα γονιμη λογοτεχνικά περίοδο της ζωής του.

Το έργο

Εμπνευσμένο από μια πραγματική ιστορία αυτή που μας αφηγείται ο Ισπανός συγγραφέας και ποιητής Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα Λόρκα μέσω της κεντρικής πρωταγωνίστριάς του είναι το έργο «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα». Συνέβη μάλιστα στα παιδικά χρόνια του Λόρκα και μιλάει για μια γειτόνισσά του, τη Φρασκίτα Άλμπα, η οποία, όταν πέθανε ο σύζυγός της αποφάσισε να κλείσει τις κόρες της μέσα στο σπίτι. Η ίδια, μάλιστα, κάρφωσε και τα παράθυρα για να μη μπορούν οι γυναίκες αυτές να βγουν προς τα έξω.

Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα είναι το τελευταίο έργο που έγραψε ο Λόρκα, το 1936, και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1945. Μαζί δε, με τη «Γέρμα» και τον «Ματωμένο Γάμο» αποτελούν την τριλογία της «ισπανικής υπαίθρου» του συγγραφέα. Στο έργο του Λόρκα πρωταγωνιστής είναι η γυναίκα, η παρουσία της και η θέση της στην κοινωνία και στον κόσμο. Η ανδρική φιγούρα απουσιάζει και μόνο αναφέρεται από τους πρωταγωνιστές. Έτσι, ακούμε για τον πατέρα της οικογένειας που μόλις έχουν θάψει οι κόρες και η μάνα, καθώς και για τον άνδρα – εραστή Πέπε Ρομάνο, που ενώ δε βλέπουμε καθόλου επί σκηνής, η παρουσία του εντούτοις είναι ολοζώντανη και δυνατή· ορίζοντας τη βάση πάνω στην οποία στήνεται η δραματική ένταση του έργου, καθώς αποτελεί το ερωτικό αντικείμενο του πόθου για τις ακούσια ανηδονικές κόρες. Στο ζοφερό για την ακρίβεια ποιητικό σύμπαν του συγγραφέα, ο έρωτας προσλαμβάνει σκοτεινές αποχρώσεις της στέρησης και φέρει μέσα του τον ίδιον τον σπόρο της ακύρωσής του. Η τυραννία της Μπερνάρντα απέναντι στις κόρες της, σύμβολο του απολυταρχισμού και του συντηρισμού, προμηνύει άλλωστε τη φύση του φασιστικού καθεστώτος του Φράνκο στην Ισπανία, θύμα του οποίου υπήρξε και ο ίδιος ο Λόρκα.
 

Το θέμα

«Το Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα» (1936), έργο ηφαιστειακών και μητριαρχικών παθών και συγκρούσεων, στροβιλίζεται γύρω από τα όρια της ατομικής ελευθερίας και των τυραννικών προκαταλήψεων. Πέντε κόρες. Πέντε θηλυκές, τραγικές φιγούρες, ζουν εσώκλειστες και καταπιεσμένες κάτω από το αυταρχικό, πένθιμο πέπλο μιας μητέρας – τυράννου, κόντρα στη θηλυκότητα, τη σεξουαλικότητα, τη μητρότητα, την ελευθερία τους. Οι Ανγκούστιας, Μαγδαλένα, Αμέλια, Μαρτίριο, Αδέλα βιώνουν η καθεμία χωριστά τον εγκλεισμό και την επιβεβλημένη στέρηση της επαφής με το άλλο φύλο. Μόνη τους διέξοδος οι ανακυκλωτικές συζητήσεις, ανάμεσα σε σκληρές κακεντρέχειες και ζείδωρα κουτσομπολιά Περνάνε έτσι τις ημέρες τους νοσταλγώντας τη ζωή που δε ζουν· τη ζωή έξω απ’ τα σφραγισμένα παράθυρα που αγναντεύουν, ράβοντας· βυθισμένες σε αδιέξοδες ονειροφαντασίες. Το παρόν τους είναι σαν μια εύθραυστη σχεδία που πλέει στο νερό και αυτές κάθονται πάνω της, κοιτάνε προς το μέλλον, μόνο προς το μέλλον και δη προς την ελευθερία. Το νήμα, ωστόσο, που τις συνδέει με την πολυπόθητη αυτοδιάθεσή τους έχει από καιρό γλιστρήσει οριστικά και αμετάκλητα μες απ’ τα χέρια τους και έμεινε έτσι γυμνός ο πόθος, αιχμάλωτος σαν πουλί στο σακί και κάπου κάπου μόνο ξυπνάει και χτυπάει τα φτερά του.

Αυτόν εντούτοις τον πολύκλωνο βρόχο της στέρησης που τόσο οι κοινωνικές συμβάσεις όσο και ο δεσποτικός χαρακτήρας της μητέρας τους έχουν κατεργαστεί, και έχει ακραγγίξει το είναι τους, καταπνίγοντας το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση των ερωτικών πόθων των γυναικών, η Αδέλα, η μικρότερη κόρη του σπιτιού, τον κόβει απότομα συναντώντας παράνομα τον αρραβωνιαστικό της πρωτότοκης. Η άνομη δε, εγκυμοσύνη θα προκαλέσει ολέθρια καταστροφή και η Μπερνάρντα, της οποίας το όνομα παραπέμπει τραγικά στο λευκό, αγνό και άσπιλο, επιδεικνύοντας τυφλή προσήλωση στην επιφανειακή τάξη των καταστάσεων που βαυκαλίζεται ότι ορίζει απόλυτα· θα βάλει την τιμή, την ηθική ορθότητα και τη γνώμη του κοινωνικού περίγυρου πιο πάνω ακόμη και από τον ίδιο τον θάνατο. Στο σπίτι ζουν επίσης η Πόνθια, η οικονόμος, και η Μαρία Χοσέφα, μητέρα της Μπερνάρντα.

 Η παράσταση

Ο καμβάς του έργου είναι απλός και έτσι απλά τον διαχειρίστηκε η ικανή σκηνοθέτις, Εύη Σαρμή, βρίσκοντας σ’ αυτήν την απλότητα ουσιαστικά το κλειδί της παράστασης. Ως εκ τούτου, προσανατολίζεται στην ανάδειξη της ουσίας του έργου δίχως να το υπερφορτώνει με άστοχα ευρήματα ή σκηνοθετικές υπερβολές. Η σκηνοθέτιδα με αξιοθαύμαστη ενσυναίσθηση και ευαισθησία κατορθώνει να περάσει με κάθε λεπτομέρεια όλο το σκεπτικό της συγγραφής του έργου σε μια θεατρική σκηνή δημιουργώντας έτσι μια παράσταση απίστευτα αληθινή. Προς την κατεύθυνση αυτή συνηγορεί σαφώς και η μινιμαλιστική σκηνογραφία που επιμελήθηκε ο ταλαντούχος Αλέξανδρος Πιεχόβακ με έναν υπερμεγέθη σταυρό, σύμβολο του μαρτυρίου και της ευκταίας λύτρωσης να δεσπόζει στον χωρο, ο οποίος είναι και ο κύριος χώρος της αποτύπωσης των σκηνικών δρώμενων. Επιπλέον, οι περίτεχνες φωτοσκιάσεις του Άρη Βακού λειτουργούν ως δραματικός παράγοντας που ενισχύουν τις υπαρξιακές συγκρούσεις, ενώ εξαιρετικής ομορφιάς και ποιότητας είναι τα κοστούμια του Αλέξανδρου Πιεχοβιακ, ενδεικτικά των χαρακτήρων στο ύφος της παράστασης. Επιπρόσθετα, η μουσική του Κωστίκα Τσολάκου αγλάισε το κείμενο, ενώ η άκρως λειτουργική κίνηση της Ιωάννας Δεμερτζίδου, ήταν σύμφυτη με τη σκηνοθετική ματιά, την εποχή συγγραφής του έργου και τις ανάγκες των ηθοποιών.

Ερμηνείες

Οι ήρωες της σπουδαίας αυτής παράστασης αποδίδονται από μία άρτια, καλοκουρδισμένη και καλοδουλεμένη ομάδα με άψογη άρθρωση του λόγου, πολύ καλή καταρχήν σκηνική χημεία και πυρακτωμένη εσωτερική ενέργεια. Ακριβείς, άμεσοι και με απόλυτη συναισθηματική διαφάνεια, άπασες οι ηθοποιοί αποδίδουν με δεξιοτεχνική ενάργεια την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα που ερμηνεύουν επί σκηνής και συναρπάζουν.

Η Μαρία Χατζηιωαννίδου πιο συγκεκριμένα, ζωγραφίζει το πορτρέτο της αυταρχικής, άκαμπτης, δεσποτικής, Μπερνάρντα Άλμπα με μια υποδόρια μελαγχολική διάθεση, ποτισμένη με την αίσθηση του καθήκοντος και αποφασισμένης να μείνει πιστή στη δική της ιδιαίτερη και στείρα οπτική. Η ικανότατη ηθοποιός με μέτρο, αξιοθαύμαστη προσήλωση και σεβασμό ενσαρκώνει μια κατα το μάλλον ή ήττον πιο «ανθρώπινη» Μπερνάρντα από ό,τι έχουμε συνηθίσει, αποκαθαρμένη εν πολλοίς από τα ερεβώδη στοιχεία της. Η ταλαντούχα ηθοποιός δίνει πνοή σε έναν εξαιρετικά σύνθετο χαρακτήρα. Καταφέρνει μάλιστα να προκαλέσει το έλεος των θεατών, οι οποίοι είναι σε θέση να αιτιολογήσουν και όχι να δικαιολογήσουν τα κίνητρα της συμπεριφοράς και της στάσης της. Πιο συγκεκριμένα με το ερμηνευτικό εκτόπισμα της ηθοποιού καθίσταται εναργές ότι αγαπά τις θυγατέρες της, όπως ακριβώς αγαπά τον εαυτό της, σκληρά, ανεπιτήδευτα, άγρια, ενοχικά, συνθήκη που συναντάται πολύ συχνά στην καθημερινή ζωή.

Παράλληλα, η απότομη, θερμή και ταυτόχρονα ειλικρινής Πόνθια, που διαδραματίζει στο έργο τον ρόλο του χορού της αρχαίας τραγωδίας, ενσαρκώθηκε από την Ιωάννα Παγιατάκη με αφοπλιστική άνεση, εκφραστικότητα και αναμφήριστη επιδεξιότητα, ενώ ικανές αποδείχτηκαν το δίχως άλλο στον ρόλο της υπηρέτριας και του κοριτσιού, η Ελευθερία Αγγελίτσα και η Μάρα Μαλγαρινού αντίστοιχα. 

Η Λίλιαν Παλάντζα υποδύεται αρκούντως πειστικά τη Μαρία Χοσέφα, την ημίτρελη γιαγια των κοριτσιών που τολμά και εναντιώνεται στη δεσποτεία της Μπερνάρντα, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος η Χρυσή Μπαχτσεβάνη μας χαρίζει εν πολλοίς μια συμπαθητική ερμηνεία στον νευραλγικής σημασίας ρόλο της Αδέλας. Παράλληλα φιλότιμη θα χαρακτηριζα την προσπάθεια της Χρύσας Ζαφειριάδου στον ρόλο της Ανγκούστιας. Οι ερμηνείες των τριών ηθοποιών λειτουργούν καταρχήν αρμονικά με τις σκηνοθετικές επιλογές και με τα αισθητικά προτάγματα του συγγραφέα, καθιστώντας πιο απτούς και σαφείς τους αρμούς του δράματος.

Από την άλλη, η Ιωάννα Δεμερτζίδου με εφόδιο τον πλήρη έλεγχο των ασκημένων εκφραστικών της μέσων, πάλλεται κυριολεκτικά από ερμηνευτική δεινότητα αποδίδοντας εξαίσια τον κομβικής σημασίας ρόλο της Μαρτίριο, ενώ εξισορροπητικό και καταρχήν αποσυμπιεστικό τόνο προσδίδει, στο έργο η Ελένη Θυμιοπούλου στον ρόλο της Αμέλια, χαρίζοντάς μας για ακόμη μια φορά μια καθόλα σωστή και αναμφίλεκτα ακριβέστατη ερμηνεία. Πάντα ιδιαίτερη, με μια σαγηνευτική πειστικότητα βέβαια, σε όλες τις ερμηνείες της η Μομώ Βλάχου ξεχωρίζει στον ρόλο της Μαγδαλένα. Οι τρεις μάλιστα ταλαντούχες ηθοποιοί σωματοποιούν επιτυχώς το συναίσθημά του ρόλου τους και λάμπουν επί σκηνής καταθέτοντας τω όντι αψεγάδιαστες ερμηνείες.

Συμπερασματικά

Εν κατακλείδι, «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα» σε σκηνοθεσία της Εύης Σαρμή παρουσιάζεται σε μια δεινή εκδοχή από συντελεστές που έχουν δουλέψει στο μέγιστο βαθμό, σαν ένα ακριβοθώρητο δώρο προς όλους τους όντως θεατρόφιλους θεατές. Ο λόγος του Λόρκα ακούγεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο από τα χείλη των ηθοποιών για το ζήτημα της σύγκρουσης και του χάσματος των γενεών, γενεσιουργός αιτία του οποίου είναι σε μεγάλο βαθμό, η τυφλή προσήλωση: στην επιφανειακή τάξη των καταστάσεων, την «ηθική ορθότητα» και τον φόβο της κοινωνικής κατακραυγής.

Κριτική :Ευθύμιος Ιωαννίδης

Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.