ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ “ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΠΑΙΔΙ” ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΝ
Κριτική: Ευθύμιος Ιωαννίδης
Το παγκόσμιο θεατρικό ρεπερτόριο γέμει, ως γνωστόν, ιστοριών με θεματικό άξονα την καταπίεση των γυναικών. Ομοίως βεβαίως και η λογοτεχνία. Αναμενόμενο λοιπόν θεωρείται, κομμάτια ολόκληρα της ζωής να συμπλέκονται με ιστορίες γυναικών που καταπιέζονται ή κακοποιούνται συνιστώντας με αυτόν τον τρόπο, το πρωτεύον θέμα λαοφιλών έργων.
Πολλές φορές, ωστόσο, επιθυμούμε να παρακολουθήσουμε μια θεατρική παράσταση, η οποία να κεντά σαν βουκέντρα τη συνείδησή μας, ένα θεατρικό έργο εμπνευσμένο, φρέσκο, που να μεταφέρει με αξιοθαύμαστη ενάργεια όλα όσα έχουμε βιώσει, όλα όσα εχουμε σκεφτεί και έχουμε εμπειρικά κάνει κτήμα μας. Ένα από αυτά μάλιστα είναι «Το καινούργιο παιδί» των Βαγγέλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου, το οποίο μας συστήνει ουσιαστικά με τρόπο διαρρήδην όμορφο, μία ιστορία της διπλανής πόρτας, αραιώνοντας, ωστόσο, τις ματαιώσεις με γενναίες δόσεις χιούμορ και σκουπίζοντας τα παρελκόμενα καθαρτικά δάκρυα με πέπλα ελπίδας.
Πιο συγκεκριμένα, στον μονόλογο «Το καινούργιο παιδί» πρωταγωνιστεί η Δάφνη, μια γυναίκα γυναίκα που γεννήθηκε το 1950. Η Δάφνη δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο, το ξεχωριστό, κάτι που να την κάνει να εξέχει από το μεγάλο πλήθος. Η Δάφνη είναι μια γυναίκα της γενιάς της μεταπολίτευσης, όπου κυρίαρχος πυλώνας σε πολιτικό, οικονομικό, πολιτιστικό τομέα ήταν το ΠΑΣΟΚ. Από τον Μάο Τσε Τουνγκ, την εξωκοινοβουλευτική αριστερά, μέχρι τον Τζόρτζιο Αρμάνι και τον Τσεκλένη η Δάφνη ακολουθεί τη γενιά της στην τεχνητή άνοδο, την επισφαλή ευμάρεια και τη θρυλική άνεση του ’90 και του ’00, για να τη δει στη συνέχεια να γκρεμίζεται στην οικονομική κρίση του ’10. Παρόλα αυτά συνεχίζει…
Το καινούργιο παιδί είναι η δύναμη της να ξεπερνά ό,τι έγινε και να τραβάει τον δρόμο της προς τα μπρος. Εκεί που την καλεί η ζωή και οι πιο βαθιές πρωταρχικές της δυνάμεις. Γιατί μέσα απ’ όλες αυτές τις απώλειες αναδύθηκε μια καινούργια Δάφνη. Χρειάστηκε να χάσει μια ζωή αλλά τώρα πια ξέρει ακριβώς πώς να αγαπάει.
Το κλίμα του έργου είναι άλλοτε συγκινησιακό χάρη στην εκλεπτυσμένη μουσική του Αντώνη Παπακωσταντίνου, τον περίτεχνο σχεδιασμό φωτισμών του Αλέκου Αθανασίου, τα αρμοζοντα κοστούμια της Έβελιν Σιούπη κι άλλοτε πιο κωμικό, δείχνοντας και τις δύο πλευρές που έχει η ζωή.
Η Κάτια Δανδουλάκη, σε συνεργασία με τους Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα, επιχειρούν εν ολίγοις μία διήγηση σαρωτική, μία εσωτερική διαδρομή, ένα οδοιπορικό μίας γυναίκας στις μνήμες εκείνες τις απέθαντες, σε εκείνα τα φαντάσματα της αξόδευτης αγάπης που την όρισαν και έπειτα σκαιότατα την εξόρισαν μακριά από την ομορφιά και την ηδονή που χαριτώνει τον άνθρωπο ο ζείδωρος έρωτας.
Σε ένα μινιμαλιστικό, ωστόσο, προσεκτικά επιλεγμένο σκηνικό (θυμίζει νοσταλγία) που επιμελήθηκε ο Γιωργος Γαβαλάς, η Κατερίνα Δανδουλάκη με το κόμψό σύνολό της στις αποχρώσεις του μπεζ, με μία δεινή εσωτερική ένταση που διαγράφεται σε κάθε μυ του προσώπου της και έχοντας συνοδοιπόρο τη γοητευτική φωνή της, επικοινωνεί άψογα με τις λέξεις και το βλέμμα της, παλλόμενα αισθήματα και συναισθήματα, ενώ φωτίζει, αναντίλεκτα με δεξιοτεχνία, όλη την αμφίθυμη ψυχολογική κατάσταση της ηρωίδας της. Αφηγείται κατά συνέπεια τη διαδρομή αυτής της γυναίκας με βάθος ψυχής, με ήπιους συναισθηματισμούς, δίχως, ωστόσο, θεατρινισμούς, με περισσή μάλιστα ωριμότητα και απαράμιλλη συνέπεια, επιδεικνύοντας αγαστή και αναφανδόν αξιέπαινη ισορροπία ανάμεσα στις πιο δραματικές και τις ανάλαφρες στιγμές του έργου.
Η υποβλητική εν κατακλείδι σκηνοθετική λιτότητα και η εξαιρετική ερμηνεία της Δανδουλάκη συνηγορούν στο να επικεντρωθούμε στη λυτρωτική προσπάθεια του ανθρώπου να λεκτικοποιήσει τη νοσταλγία της αβίωτης ζωής σε αυτήν την αναμφισβήτητα κειμενοκεντρική παράσταση. Είναι ας μη λησμονούμε αναμφίλεκτα πολύ οδυνηρή η γεύση που σου αφήνει μια τέτοια συνειδητοποίηση και οι συγγραφείς, μολονότι άντρες, φαίνεται να γνωρίζουν επισταμένως τη γυναικεία φύση, τη ζοφερή αίσθηση της ματαίωσης με τη συνακόλουθη πνιγηρή ακύρωση της προσωπικότητας. Την απευκταία συνάμα υποταγή σε ένα αρσενικό, καθώς και τις επαχθείς υποχρεώσεις και τα δυσβάσταχτα πρέπει που υποκριτικά μια κοινωνία επιμένει να αναπαράγει˙ συνθήκη διόλου εύκολη και επίτευγμα διόλου ευκαταφρόνητο. Κι όμως, το έργο πάει και πιο πέρα. Με αφορμή λοιπόν την αφήγηση των ματαίωσεων της Δάφνης οι συγγραφείς επί της ουσίας μιλάνε για μία κοινωνία βαθιάς και προχωρημένης σήψης, η οποία μαστίζεται ατέρμονα από την κυριότερη κρίση όλων: αυτή των ηθικών αξιών. Η οπορτουνιστική πολιτιτική στάση, ο συντηρητικός μπαμπάς, η μαμά που διαβάζει ακόμα και τη σκέψη της κόρης της, οι έρωτες, οι γάμοι, οι προδοσίες, οι γέννες, τα παιδιά που δεν μπορεί κανείς να καταλάβει, ο χρόνος που κυλάει αδυσώπητα, τα μπότοξ και οι απώλειες είναι μερικά μόνο από ζωτικά θέματα που θίγει όχι ακροθιγώς, αλλά ευκρινώς και δη ευτάκτως ερριμμένα το έργο, δίχως ούτε στιγμή να αποκλίνει σε περιχαρακωμένα διδακτικά ή ηθικολογικά μονοπάτια.
Κριτική :Ευθύμιος Ιωαννίδης
Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.