ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ “ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ” ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΟΜΑΔΑ “BLOOM” ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΝΕΤΟΝ
Κριτική: Ευθύμιος Ιωαννίδης
Ο συγγραφέας
Ο Παπαδιαμάντης έζησε τη ζωή του ανάμεσα στη Σκιάθο και στην Αθήνα σε μια εποχή που όλα μεταβάλλονταν και ο παλιός κόσμος με τα ήθη, τα έθιμα και τις αντιλήψεις του κατέρρεε σαν χάρτινος πύργος. Είναι η εποχή όπου έχουν αρχίσει να υποχωρούν οι φεουδαρχικές δομές της ελληνικής κοινωνίας και ένας νέος κόσμος ανδύεται αχνά, ο αστικός, με συνέπειες που γίνονται αισθητές σε όλους τους τομείς του επιστητού, της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Πολλοί μάλιστα μελετητές του υποστηρίζουν ότι ο Παπαδιαμάντης ήταν συντηρητικός στις απόψεις του για τη ζωή και την κοινωνία, γι’ αυτό, όπως λένε, ο κόσμος των διηγημάτων του είναι στραμμένος νοσταλγικά στο παρελθόν και ως εκ τούτου, παραμένει στατικός και αμετάβλητος. Είναι αναμφήριστα βαθιά θρησκευόμενος, ένας «κοσμοκαλόγερος», απόκοσμος και μελαγχολικός, μοναχικός, ταπεινός και ολιγαρκής· επίσης συντηρητικός και διαρρήδην επιφυλακτικός στους αναφομοίωτους νεοτερισμούς της εποχής του. Τα θέματά του ωσαύτως σχετίζονται με τον θρησκευτικό βίο, τη λαϊκή παράδοση και το νησιώτικο περιβάλλον. Οι ήρωες του είναι απλοί άνθρωποι του λαού της υπαίθρου, ταπεινοί και φτωχοί, καρτερικοί και αφελείς. Βάση των διηγημάτων του είναι η ηθογραφία, συνυφασμένη όμως με στοιχεία ψυχογραφικά, κοινωνικά και ρεαλιστικά, ενώ ο λυρισμός του είναι μερικές φορές τόσο έντονος, ώστε πολλές σελίδες μοιάζουν με ποιήματα. Η γλώσσα των πεζογραφημάτων του είναι ιδιόμορφη: στους διαλόγους χρησιμοποιείται η ομιλουμένη λαϊκή γλώσσα, με ιδιωματισμούς της Σκιάθου, στην αφήγηση βάση είναι η καθαρεύουσα, στην οποία όμως βρίσκονται πολλά στοιχεία της δημοτικής, ενώ στις περιγραφές χρησιμοποιείται η καθαρεύουσα καθώς και λέξεις της αρχαίας ελληνικής ή και λέξεις της εκκλησιαστικής παράδοσης.
Το έργο
Το διήγημα «Όνειρο στο Κύμα» δημοσιεύτηκε το 1900 στο περιοδικό Παναθήναια και ανήκει στα «αυτοβιογραφικά» διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Ίσως επειδή το κείμενο είναι ερωτικό και κινδύνευε να θεωρηθεί τολμηρό, ο συγγραφέας δεν το υπογράφει ως έργο του, αλλά γράφει αριστερά της υπογραφής του το παραπλανητικό «Δια την αντιγραφήν» αφήνοντας να εννοηθεί ότι δεν το έγραψε ο ίδιος, αλλά το αντέγραψε από κάποιον άλλο. Πέρα, ωστόσο, απ’ το ερωτικό και στοχαστικό στοιχείο, στο διήγημα διακρίνεται υπόρρητα η θρησκευτικότητα του συγγραφέα και η αγάπη του για τη φύση, ενώ τα γεγονότα της ιστορίας διαδραματίζονται μέσα σε ένα εξιδανικευμένο φυσικό περιβάλλον και σε κλίμα ποιμενικό· έτσι το έργο παίρνει το χαρακτήρα του ποιμενικού ειδυλλίου. Το διήγημα κινείται σε δυο χρονικά επίπεδα: στο παρόν και στο παρελθόν. Επίσης, διακρίνονται δύο πλάνα: το εξωτερικό, όπου δρουν τα πρόσωπα, και το εσωτερικό, όπου διαγράφεται η ψυχολογική κατάσταση του ήρωα, ενώ οι ιδέες που προκύπτουν συνιστούν το ιδεολογικό υπόστρωμα του διηγήματος.
Η υπόθεση
Ο ήρωας – αφηγητής είναι ένας ώριμος δικηγόρος που εργάζεται στην Αθήνα. Η μίζερη ζωή του στην πόλη τον οδηγεί στην αναπόληση ενός περιστατικού της εφηβικής του ζωής, όταν ήταν ακόμη βοσκόπουλο στο νησί του. Το καλοκαίρι του 187… έβοσκε τις κατσίκες του μπροστά στο περιτειχισμένο κτήμα του κυρ – Μόσχου, ενός άρχοντα της περιοχής που ζούσε στην εξοχή μαζί με την υιοθετημένη ανιψιά του τη Μοσχούλα. Ένα αυγουστιάτικο απόγευμα αφήνει τα γίδια του να βοσκήσουν και βρίσκει ευκαιρία να κολυμπήσει. Βγαίνοντας όμως από τη θάλασσα, και πηγαίνοντας να λύσει τη μικρή του κατσίκα, τη Μοσχούλα, ακούει το πλατάγιασμα ενός σώματος να πέφτει στο κύμα. Επρόκειτο για τη γυμνή Μοσχούλα – κορίτσι. Το βοσκόπουλο ακινητοποιείται για να μην τρομάξει την κοπέλα και μετά από κάποιους δισταγμούς και τρόπους διαφυγής, παραμένει στη θέση του και παρασύρεται από την περιέργειά του, απολαμβάνοντας το θέαμα της γυμνής κοπέλας που κολυμπά. Τον θαυμασμό του εντούτοις διακόπτει το βέλασμα της κατσίκας του, που τρομάζει την κοπέλα, η οποία θορυβείται ακόμα περισσότερο από την εμφάνιση μιας αλιευτικής βάρκας. Χάνοντας στη συνέχεια τον έλεγχό της η κοπέλα, αρχίζει να βυθίζεται και ο νεαρός βοσκός πέφτει στη θάλασσα για να τη σώσει. Η αίσθηση μάλιστα της επαφής με το γυμνό σώμα της κοπέλας τον αναστατώνει. Η κοπέλα σώζεται, αλλά η κατσίκα του πνίγεται με το σκοινί που την έχει δεμένη. Ο αφηγητής τελειώνει την αφήγησή του εκφράζοντας τη νοσταλγία του για τα αμέριμνα χρόνια της εφηβικής του ηλικίας.
Η παράσταση
Ένα κλασικό, πολυσυζητημένο έργο, εξαιρετικό δείγμα Αρκαδισμού με στοιχεία βουκολικής ποίησης και θαμιστικής αφήγησης· υψηλής γλωσσικής εκφραστικής διεκδίκησης μας παρουσίασε η θεατρική ομάδα Bloom σε μία θεατρική προσαρμογή που κεντά σαν βουκέντρα το κοινό της Θεσσαλονίκης, στη θεατρική σκηνή του θεάτρου «Άνετον» στο πλαίσιο των παραστάσεων της Ανοιχτής Θεατρικής Σκηνής της Πόλης 2022. Μια ψυχογραφική παράσταση που μας καλεί μέσα από τη θεατρική, ερμηνευτική προσέγγιση του ταλαντούχου σκηνοθέτη, Ανδρέα Παράσχου και σε δραματουργία της Λέλας Μεντεκίδου να μυηθούμε στο φως και την αλήθεια του γοητευτικού παπαδιαμαντικού κόσμου.
Μέσα μάλιστα στο μινιμαλιστικό, εύστοχα υποβλητικό σκηνικό, σε αρμόζοντα κοστούμια που επιμελήθηκαν η Μαρίνα Κωνσταντινίδου και η Ινώ Πικιώνη, ξετυλίγονται δίκην διαλογικής-δραματοποιημένης παρουσίασης οι διαχρονικές και πανανθρώπινες ψυχογραφικές αρετές του Παπαδιαμάντη και ενσαρκώνονται σε ανθρώπινους χαρακτήρες από και ικανότατους ηθοποιούς υπό τη σκηνοθετική οδηγία του Ανδρέα Παράσχου, σε κινησιολογία της Αλεξίας Μαϊκίδου-Πουτρίνο και σε μουσική επιμέλεια της Βάσιας Τσιαούση.
Συγχρόνως, οι περίτεχνες φωτοσκιάσεις του Σωτήρη Ρουμελίωτη και το video σε επιμέλεια της Χριστίνας Τσακμακά συνεπικουρούν το τελικο αποτέλεσμα και λειτουργούν ως δραματικός παράγοντας που ενισχύουν τις υπαρξιακές συγκρούσεις του ήρωα. Με εφόδιο μάλιστα τον ασθματικό λόγο στη σκηνή, οι ηθικοί προβληματισμοί με τους οποίους καταπιάνεται το κείμενο του Παπαδιαμάντη, ανταμώνουν, με αντίλαλη αίσθηση, σε παραλληλισμούς διασταυρώσεων, εξορίζονται και σμίγουν εκ νέου σε υπερβατικά όντα με ένα και μοναδικό σκοπό: να «τελεσιδικήσουν» αναφορικά με τις ματαιώσεις του αφηγητη και να ρίξουν ωσαύτως ζείδωρο φως στα πυκνά σκοτάδια της ψυχοσύνθεσής του.
Η σκηνοθετική απόπειρα του Ανδρέα Παράσχου ανταποκρίνεται πλήρως στα αισθητικά και αφηγηματικά νάματα του Παπαδιαμάντη και αποκαλύπτει την εμβάθυνση του σκηνοθέτη επάνω στους πολυσυζητημένους θεματικούς άξονες του διηγήματος. Πιο συγκεκριμένα, η νεαρή Μοσχούλα λειτουργεί ως σύμβολο του εξιδανικευμένου και αγνού έρωτα. Το περιφραγμένο κτήμα του Κυρ Μόσχου, ως ο προστατευμένος κήπος της Εδέμ. Η θάλασσα συμβολίζει την απόλυτη ελευθερία σε πολλαπλά επίπεδα (ατομικό, ερωτικό, κοινωνικό), ενώ το κοντό σχοινί συμβολίζει του ποικίλους περιορισμούς (εξωτερικούς κι εσωτερικούς) που τίθενται στη ζωή του αφηγητή. Με την εύστοχη πιο συγκεκριμένα δραματοποίηση των κεφαλαίων του έργου και την πηγαία ερμηνευτική απόδοση των ηρώων δημιουργείται κατά συνέπεια ένα μωσαϊκό πολυφωνίας και διαλεκτικότητας τόσο μεταξύ των ηθοποιών, όσο και μεταξύ του αφηγητή και του κοινού. Η έντονη αξίζει να υπογραμμίσουμε αυτή απόταση προς το κοινό και η απόδοση ενός εσωτερικού σχεδόν μονολόγου στις αφηγήσεις, προσδίδει στο έργο αυθεντικότητα και δραματικότητα, καθώς οι θεατές είναι σαν να κρυφακούν κατά κάποιο τρόπο τις ανεκλάλητες ακόμη σκέψεις του Παπαδιαμάντη, που κυοφορούνται και γεννώνται ενώπιόν τους. Η ίδια άλλωστε η σκηνή, η οποία όχι απλώς δεν είναι φορτωμένη, αλλά άκρως λειτουργική, συνηγορεί στο σκηνικό της στάγδην μετάγγισης των υψηλών νοημάτων του έργου στο κοινό. Οι ήρωες «εξομολογούνται» έτσι τις σκέψεις του Παπαδιαμάντη με φόντο τη ζωή σε μια νησιωτική κοινωνία, σε έναν χώρο γεμάτο αταβιστικές μνήμες και προαιώνια χαραγμένα στο νερό ίχνη, τα οποία ήγγικεν επιτέλους το πλήρωμα του χρόνου να καταγραφούν στο χαρτί.
Οι ηθοποιοί που ενσάρκωσαν τις ηθικές απορίες του Παπαδιαμάντη, έδωσαν σταδιακά την εικόνα της ανεμελιάς, των περιορισμών, της ανημποριάς, της αγωνίας, των διλημμάτων, του απολογισμού, ενώ οι ερμηνείες ήταν συλλήβδην αυθεντικές και διαρρήδην εγγεγραμμένες στον άξονα των υπαρξιακών ζητημάτων: της ατομικής ευθύνης και του οντολογικού ζητήματος του θείου εξιδανικευμένου και αγνού έρωτα που οιστρηλατεί αναφανδόν το είναι μας.
Η Λίλη Αδρασκέλα, ο Δημήτρης Γαλανάκης, η Άννα-Μαρία Γάτου, η Άννα Ρίζου και η Βάσια Τσιαούση με τον ιδιαίτερο τρόπο αφήγησής τους αποκαλύπτουν εκ περιτροπής με αριστοτεχνικές εκφραστικές και κινησιολογικές ικανότητες τον ιδιαίτερο ψυχισμό του Παπαδιαμάντη που πάλλεται από ιερή μανία και επιθυμεί διακαώς να επικοινωνήσει τις αλήθειες που έχει με μόχθους κοινωνήσει, χαριτωθεί και απωθήσει. Επιτυχημένη νότα και συντελεστής συναισθηματικής (απο)κλιμάκωσης είναι η παρουσία της Μαρίας Κεβρεκίδου, η οποία προσέδωσε έναν ιλαρό τόνο στο κείμενο, αγγίζοντας τα όρια του γκροτέσκο. Μέσα λοιπόν από την αφήγηση των πέντε και δη μέσω της συνεχόμενης εναλλαγής ρόλων, οι ηθοποιοί δίνουν φωνή τόσο στο υποκείμενο που αναπολεί όσο και στο αντικείμενο της ίδιας του της αναπόλησης.
Οι πολύ δε ικανοί και ταλαντούχοι ηθοποιοί όντες πανταχού παροντες στη διάρκεια της παράστασης, καταθέτουν τω όντι μια μεστή ερμηνεία επί σκηνής και όχι μόνο, η οποία γέμει αυθεντικής και δεινής απεύθυνσης που ξεχειλίζει από ερμηνευτική ωριμότητα παρά το νεαρό της ηλικίας τους. Αποτελούν πράγματι μια καλοκουρδισμένη ομάδα και είναι αναντίλεκτα απολαυστικοί στο σωματικό παίξιμό τους. Προκαλεί άλλωστε δικαιωματικά χαρά να βλέπεις νέα παιδιά να παίρνουν τον ρόλο του ηθοποιού στα σοβαρά και να τον δουλεύουν στις λεπτομέρειες.
Συμπερασματικα, αφεθήκαμε στην ιστορία, και τα συναισθήματα που αυτή μας δημιούργησε, σε ένα λυτρωτικό δούναι και λαβείν με τον θίασο, μέχρι τη στιγμή της αριστοτέλειας κάθαρσης. Θεωρώ πως το σκηνοθετικό σχέδιο γενικότερα απέδωσε καρπούς, καθώς το άρωμα του Παπαδιαμαντικού διηγήματος αποτυπώθηκε σε κάθε στιγμή και με κάθε τρόπο, εκπληρώνοντας τις ψυχογραφικές σκηνοθετικές επιδιώξεις, με ελατήρια μια γνήσια κλασική οπτική, αφήνοντάς μας να χαθούμε στην απόλαυση ενός μαγικού ταξιδιού αισθήσεων και συναισθημάτων.
Κριτική :Ευθύμιος Ιωαννίδης
Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.
