ΤΟ ΔΕΟΣ ΤΗΣ ΜΟΡΦΩΣ
Κείμενο:Νίκος Χατζηκωνσταντίνου
Θυμάμαι τότε που είδα για πρώτη φορά τη Μόρφω να ξεπετάει το μικρό της μοσχαράκι ανάμεσα στα μουγκανητά και τις αλλόφρονες οδηγίες της γιαγιάς, ανακατεμένες με ‘κείνη τη διάχυτη μυρωδιά του στάβλου.
Το είχα βιώσει τότε, πέντε το πρωί καθώς γλιστρούσα από το κρεβάτι
-φορώντας δέκα νούμερα μεγαλύτερες παντόφλες- στον στάβλο, ως ένα ιδιαίτερα συγκλονιστικό γεγονός.
Μια σκηνή μέγιστης προσήλωσης καθώς η ψυχή ήταν παρούσα και απένειμε φόρο τιμής σε μια διαδικασία γέννησης σ’ αυτό τον κόσμο, εκφράζοντας Δέος.
Δεν γνωρίζω αν είναι ο κόσμος που
όντας ανίκητος σε δαμάζει και σε υποτάσσει πέρα από τις δυνάμεις σου στο κοινότυπο και χλιαρό ή είναι έτσι γραμμένο το σενάριο ώστε να εξασκήσεις τη θέλησή σου για να διατηρήσεις την εσωτερική σου φλόγα.
Όμως οφείλω να ομολογήσω ότι αυτές οι στιγμές δέους ελαττώνονταν όσο το πρόσωπο έβγαζε τρίχες και ο φόβος μαζί με τον θυμό της εφηβείας έπλητταν κάθε δίαυλο ευαισθησίας όπως μασουλάνε οι κατσίκες τα βλαστάρια.
Αρκετά χρόνια αργότερα, όταν βρέθηκα μέσα στις γέννες και των δύο μου παιδιών, ένιωσα ξανά το ίδιο δέος.
Όταν με ρωτούσαν τι αισθάνθηκα, δεν ήξερα τι ακριβώς ν’ απαντήσω, μπορούσα όμως να το ζωγραφίσω, να το τραγουδήσω και να το χορέψω, μα κάθε περιγραφή -το ήξερα πως- δεν θα απόδιδε στο ελάχιστο την αληθινή εμπειρία.
Γιατί το δέος όταν βιώνεται σε πλημμυρίζει, σε θεώνει, σε τρέφει αληθινά.
Γνώριζα ενδόμυχα πως η επαφή μου μ’ αυτή την αίσθηση δεν είχε ολότελα χαθεί. Ίσως μάλιστα να χρειαζόταν μια περίοδος χωρίς αυτό, ώστε να το αναζητήσω με όλο το πάθος που διέθετα. Σταδιακά και κάθε φορά απροσδόκητα, το Δέος άρχισε να επιστρέφει. Και μαζί με αυτό, η ευγνωμοσύνη για τη ζωή.
Δέος για ένα βιβλίο έμπνευσης, δέος για την άνοιξη, δέος για τη βροχή, δέος για τη μέλισσα στο άνθος, δέος για μια απλή βόλτα δίπλα στη θάλασσα ή στο βουνό, Δέος για τη Ζωή.
Μια ζωή χωρίς δέος για τα απλά και τα “δίχως λόγο”, είναι μια ζωή κουρασμένη, με αρνητικότητα, με αντίσταση και φθορά.
Πριν αρχίσει να επιστρέφει -ακόμη και τώρα στα πρώτα της βήματα- αυτή η αίσθηση, χρειάστηκε “να τα βάλω” με… ό,τι δεν είναι Δέος. Με την κριτική, με λαθεμένες αντιλήψεις, με όποια ιδέα προσπαθεί να ξεχωρίσει και να καταδικάσει καταστάσεις και ανθρώπους στον κόσμο, με αυτά που νιώθω αλλά είναι “too much” να εκφράσω. Κυρίως όμως, να πιστέψω στην αγνή δύναμη αλλαγής που ενυπάρχει στον καθένα μας.
Και γιατί, μπορεί να πείτε, σας τα λέω όλα αυτά;
Γιατί -είμαι σίγουρος πλέον ότι- στον κόσμο μας υπάρχουν πολλοί, πάρα πολλοί ευαίσθητοι και ενσυναισθητικοί άνθρωποι -το πιο πιθανό και εσείς που το διαβάζετε- που στριμώχνονται στο ρινγκ της ζωής από φόβους ψεύτες και αμφιβολίες κλέφτρες και δεν φαντάζονται καν ότι υπάρχει ένας ποιητικός εαυτός να συναντήσουν.
Και είναι, παραδόξως, αυτοί που αλήθεια μπορούν ν’ αγγίξουν το μεγαλείο που κρύβουν οι συνηθισμένες, ταπεινές και καθημερινές μας στιγμές, μεταμορφώνοντας τη ζωή τους και τον κόσμο μας.
Κείμενο:Νίκος Χατζηκωνσταντίνου