ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ “ΑΛΕΠΟΥΔΕΣ” ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ
Κριτική: Ευθύμιος Ιωαννίδης
Ποια είναι η Κινγκ
Η Dawn King είναι μια βραβευμένη συγγραφέας που απασχολείται στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση, στην εικονική πραγματικότητα (VR) και στο ραδιόφωνο. Γεννήθηκε στο Στράουντ του Γκλόστερσιρ και σήμερα ζει στο Λονδίνο. Την περίοδο 2004-2005, φοίτησε στο Goldsmiths προκειμένου να εκπονήσει τη διατριβή της στη συγγραφή παραστατικών έργων, από όπου και κέρδισε μια διάκριση. Έλαβε στη συνέχεια χορηγία για τις σπουδές της από τον φορέα Arts and Humanities Research Board. Έκτοτε, έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχουν ανέβει με μεγάλη επιτυχία σε σκηνές του εξωτερικού.
To έργο
H Αγγλία βρίσκεται σε κρίση.Τα χωράφια έχουν πλημμυρίσει, η τροφή σπανίζει και ο φόβος έχει ακραγγίξει κάθε κύτταρο των κατοίκων της χώρας.Υπό το κράτος του φόβου, της ανασφάλειας και της φτώχειας, η κυβέρνηση στέλνει ειδικό ανιχνευτή αλεπούδων προκειμένου να εντοπίσει την αιτία του κακού. Η εδραία πεποίθηση πως οι αλεπούδες ευθύνονται για τα δεινά στη χώρα, οδηγεί στη συλλογική παράνοια, μέσα από ένα ανηλεές κυνήγι μαγισσών, το οποίο έχει ενορχηστρωθεί τεχνηέντως ώστε να παραμείνουν οι κάτοικοι φοβισμένοι και ανήμποροι Η Ντων Κινγκ μας μεταφέρει συνεπώς με το έργο της σε έναν δυστοπικό κόσμο, όπου έχει επικρατήσει ένα συνονθύλευμα αφελών δοξασιών και δεσμευτικών κανόνων, δημιουργώντας μια ιδιότυπη πλην ζοφερή πραγματικότητα. Η φανατική αυτή προσήλωση της κεντρικής εξουσίας σε αυτό το οργουελικό κράμα ιδεοληψίων συνοδεύεται ως εικός από την επίκληση ενός κατασκευασμένου εχθρού, που επιβουλεύεται αδιάκοπα και ακάματα το κοινό καλό και απειλεί να γκρεμίσει τις «βεβαιότητές» τους. «Τον εχθρό αυτόν λοιπόν της πατρίδας» που γεννά στις μύχιες σκέψεις των πολιτών τρόμο, ενσαρκώνει στο έργο η αλεπού, η οποία ένεκα της στερεοτυπικής πονηριάς της, είναι εύκολα αξιοποιήσιμη. Της έχουν μάλιστα προσδώσει επιπλέον υπερφυσικές και μεταφυσικές ικανότητες. Στο έργο της Κινγκ, ωστόσο, οι αλεπούδες μπορούν διαρρήδην να νοηματοδοτηθούν διαφορετικά στο εκάστοτε πλαίσιο. Λειτουργούν ως εκ τούτου ταυτόχρονα ως το εξιλαστήριο θύμα μιας κοινωνίας, στην οποία οι πολίτες έχουν καταστείλει την κριτική τους ικανότητα και την εχουν παραχωρήσει στην πολιτική εξουσία. Μπορούν, ωσαύτως οι πολίτες να κατηγορούν για τα δεινά τους την αλεπού, στις οποίες επιρρίπτουν όλες τις ευθύνες για το κακό και την ατυχία τους, ενώ συνάμα μπορούν να απαλύνουν και την προσωπική ενοχή για την απωθημένη απροθυμία τους και λανθάνουσα ανικανότητά τους να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.
Πρόκειται, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό για μια επινόηση δίχως ίχνος λογικής, όπως παράλογη είναι άλλωστε κάθε επίκληση ενός υποθετικού- δυνητικού εχθρού, στην οποία καταφεύγει για να δομήσει το αφήγημά της μια οποιαδήποτε φανατική ομάδα όσο και ένα οποιοδήποτε ολοκληρωτικό καθεστώς, το οποίο θέλει να συνθλίψει την κριτική σκέψη των υπηκόων της προκειμένου να διατηρήσει αρραγή τη δομή του και να δικαιολογήσει συνάμα στις συνειδήσεις των πολιτών του, την ύπαρξή του…Η Κινγκ στις Αλεπούδες καταθέτει μια μεγάλη παρακαταθήκη, μια «αυτοκρατορία του φόβου» καταφέρνοντας, με αφετηρία την επίκληση ενός εναντίου, να μιλήσει με τόλμη και αξιοθαύμαστη ενάργεια, με ευφυή, αλλά και βαθύ τρόπο, τόσο για τις κοινωνικές παθογένειες όσο και για τα υπαρξιακα αδιέξοδα που γεννώνται όταν η λογική παραχωρείται και εν ευθέτω χρόνο παραλογίζεται…Οι χαρακτήρες δείχνουν συμβιβασμένοι, δεν επιχειρούν την ανατροπή, καθώς αυτή φαντάζει αδύνατη…
Η υπόθεση
Τα βαθιά, στάσιμα νερά ενός βαλτότοπου που συνορεύει με ένα αγρόκτημα κρύβουν μέσα τους το άψυχο σώμα ενός μικρού παιδιού, μόλις τεσσάρων ετών, το οποίο πνίγηκε μια παγωμένη νύχτα του Μάρτη, λίγο έξω από το σπίτι του. Μέσα στο σπίτι του, παγωμένο κι αυτό, γδέρνει τον Σαμουήλ και την Ιουδίθ το λιθάρι της ενοχής και τους ματώνει. Το αγρόκτημά τους μοιάζει με έναν ιμάντα μεταφοράς απελπισίας. Αυτήν τη χαυνωτική συνθήκη θα διαρρήξει ο ερχομός ενός αλλόκοτου επισκέπτη: O Ουίλιαμ Μπλορ, επίλεκτος ανιχνευτής του κόκκινου θηρίου vulpes-vulpes, δίχως ρίζες, ανέστιος, θα εγκατασταθεί στο ακατοίκητο πλέον παιδικό δωμάτιο και θα εργαστεί μεθοδικά για να αποδείξει όσα έχει διδαχθεί…Εκπαιδευμένος από μικρός, είναι εμμονικά προσκολλημένος στην αποστολή του να ξετρυπώσει τα ζώα και δη τις αλεπούδες που ασφαλώς θα ευθύνονται για τα δεινά του αγροκτήματος. Το κυνήγι του, ωστόσο, καθώς προχωρά, το φέρνει αντιμέτωπο με περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις…
Η επιβεβλημένη εντούτοις αυτή πιντερική εισβολή του ξένου στον ιδιωτικό χώρο του ζευγαριού και η υποχρεωτική συμβίωση που τους θέλγει και τους απωθεί ισόποσα και ισχυρώς αναδύει στο μυαλό του Σαμουήλ, σαν αρτεσιανό φρέαρ μέσα από τις λάσπες μια ελπίδα που λάμπει και καίει σαν κάρβουνο και λειτουργεί διαβρωτικά για τις ενοχές του…
Η παράσταση

Η συγγραφή δυστοπικών έργων, πέρα από την προϋπάρχουσα αξιοσέβαστη παράδοση, αποτέλεσε έναν σταθερό μοχλό αντίδρασης στον ρεαλισμό, σε μια περίοδο (οικονομική κρίση 2008) κατά την οποία η λιτότητα προβαλλόταν συστηματικά ως η μοναδική «ρεαλιστική» επιταγή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Η παράσταση αναζητά συνεπώς κάτω από τη μετωπική και θυελλώδη σύγκρουση της επιβεβλημένης συνάντησης τα ημιτόνια της εξουσίας και αγωνίζεται να διατηρήσει τα ερωτήματα ανοιχτά. Αυτό άλλωστε ζητά από τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς το ιδιαιτέρως ευθύβολο και μετα-αποκαλυπτικό έργο της Κινγκ…
Το βαλτώδες τοπίο γύρω καθώς και το εσωτερικό του αγροκτήματος των Ιουδίθ και Σαμουήλ Κόβι, είναι ταυτόχρονα ανοιχτό και κλειστό στον δημόσιο χώρο, πότε περιχαρακώνεται, πότε γίνεται παράθυρο στον κόσμο. Ο σκηνικός χώρος είναι τόσο το εσωτερικό μέρος και ο αύλειος χωρος των Κόβι, όσο και το υγρό και ερεβώδες τοπίο της εξοχής. Οι κόσμοι του ανιχνευτή και των Κόβι είναι τόσο ασύμβατοι μεταξύ τους, ώστε μοιάζουν να είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο. Διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες, διαφορετικοί ρυθμοί, διαφορετικά σχήματα και ρόλοι.
Παρόλα αυτά, αυτοί οι δύο διαφορετικοί κόσμοι σμίγουν. Για την ακρίβεια, ο ένας επιτρέπει στον εαυτό του να παρασυρθεί από τον άλλο· σαν δύο παραπόταμοι που συγκλίνουν και τελικά ενώνονται με το μεγάλο ρεύμα της ζωής, που αναπόφευκτα πηγαίνει μπροστά.
Δεν είναι διόλου εύκολη υπόθεση η σκηνοθεσία ενός έργου πολυδιάστατου, πολυπρισματικού, σαν κι αυτό, γιατί ακριβώς το άνοιγμα της βεντάλιας των δρωμένων δημιουργεί ειδικές συνθήκες που απαιτούν ανάλογη και πρωτίστως προσεκτική διαχείριση. Ως εκ τούτου, η «απόσταση» και η διάθλαση της ιστορίας μετουσιώνεται σε ένα «άτακτο» οδοιπορικό, κεντημένο με φιλοσοφικά θεατρογραφήματα. Ρεαλιστικό και συνάμα σουρεαλιστικό, πλούσιο με τους χυμούς της ζωής αλλά ακόμη πλουσιότερο με τις αναθυμιάσεις της βίας. Δίχως σταθερή και καθαρή σκηνοθετική πυξίδα αυτό το μεταμοντέρνο «υβρίδιο» μπορεί εύκολα να καταλήξει σε ένα αλαλούμ. Και από αυτήν την άποψη η Χριστίνα Χατζηβασιλείου κέρδισε ένα δύσκολο στοίχημα, διδάσκοντας τους ρόλους επάνω σε δύο άξονες: έναν δραματικό (αλά Στανισλάφσκι) και έναν μεταδραματικό (αλά Μπρεχτ) με στοιχεία επικού θεάτρου που παραπέμπουν ευκρινώς στο πολιτικό θέατρο, ακόμα και προς το agit-prop (αγκιτάτσια-προπαγάνδα).
Επιπλέον, η υποβλητική και έμπλεη συμβολισμών σκηνογραφία (κούνια, σταυρός, video wall), καθώς και τα απέρριτα πλήν αρμόζοντα κοστούμια συνεπικουρούν στην ανάπτυξη και την καλλιέργεια κριτικού αναστοχασμού, ενώ παράλληλα αναδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα που διατρέχει το έργο. Η μουσική από την άλλη σε επιμέλεια του Μπάμπη Παπαδόπουλου σε μεταφέρει στην πυκνή βλάστηση και στα ζώα που ζουν εκεί παρά τις έντονες προσπάθειες εξολόθρευσής τους…Σε βοηθούν να αφουγκραστείς τους ήχους της ανέσπερης πραγματικότητας…
Η Ελίζα Αλεξανδροπούλου, ήταν ωστόσο αυτή που βγήκε το δίχως άλλο νικήτρια με το δύσκολο εγχείρημα που έφερε εις πέρας, καταφέρνοντας με τους περίτεχνούς φωτισμούς της να αναπαραστήσει επιτυχώς τη λυγρή, υγρή ατμόσφαιρα που αποπνέει το έργο της σπουδαίας συγγραφέως.

Οι ερμηνείες
Άπαντες, οι ήρωες της σπουδαίας αυτής παράστασης αποδίδονται από μία άρτια, καλοκουρδισμένη και καλοδουλεμένη ομάδα με άψογη άρθρωση του λόγου, τέλεια σκηνική χημεία και πυρακτωμένη εσωτερική ενέργεια που προκαλεί προβληματισμό και εμβολίζει τον εφησυχασμό του κοινού.
Ο Νικόλας Μαραγκόπουλος, αξιοποιώντας πιο συγκεκριμένα, τις τεχνικές της υποκριτικής τέχνης, παρουσιάζει στο κοινό έναν άρτιο καθεστωτικό υπάλληλο, αφού «νιώθει» τον ρόλο του και «συγκινείται» απ’ αυτόν. Ο ταλαντούχος ηθοποιός, πάλλεται επί σκηνής απο ερμηνευτική δεινότητα και με τα αναμφήριστα ασκημένα μέσα που διαθέτει (το σώμα, τη φωνή, την κίνηση, τις χειρονομίες) μορφοποιεί με ενάργεια τον ρόλο του, καθιστώντας παραστατική την κατάσταση και την εντύπωση, το περίγραμμα και το συναίσθημα του ρόλου που υποδύεται. Περιγραφικός, οξυδερκής, αντικειμενικός αντικατοπτρισμός πειραματικού ή εργαστηριακού χαρακτήρα, γεγονότων και δεδομένων που ο ηθοποιός παρατηρεί και παρουσιάζει, προκαλεί αλλά και υφίσταται ο ίδιος τις συνέπειές τους. Παράλληλα, μέσα από κατάλληλη αξιοποίηση των υποκριτικών κωδίκων, μορφοποιεί την αντιφατικότητα του λόγου και της πράξης, την αντίθεση των προθέσεων και των αποτελεσμάτων της δράσης και γενικότερα κατορθώνει να προκαλέσει στη συνείδηση του θεατή έντονους προβληματισμούς και συγκινήσεις. Κίνηση, τοποθέτηση σώματος, βλέμμα, φωνή, όλα προσανατολισμένα σε μια απόλυτα ποιοτική ευθεία, ανταποκρινόμενα υφολογικά πλήρως στον απαιτητικό ρόλο του κρατικού ανιχνευτή που υποδύεται επί σκηνής.
Άξιοι συνοδοιπόροι του ταλαντούχου καλλιτέχνη αποδεικνύονται οι Γιάννης Καραμφίλης, Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου και η Λίλα Βλαχοπούλου οι οποίοι μέσα στο πλαίσιο μιας συμπύκνωσης και εσωτερίκευσης, που ενδεχομένως στερεί την εξωτερικευμένη εκφραστικότητα, ενισχύουν την εσωτερική αισθαντικότητα και ενδυναμώνουν τη μορφοποιητική ικανότητα του ρόλου τους, μακριά καταρχήν από φραστικούς βερμπαλισμούς και κινησιολογικές εξάρσεις, κατορθώνοντας να λειτουργούν σαν ένα πρόσωπο με τρεις διακριτές, κλιμακωτές υποστάσεις. Ακριβείς, άμεσοι και με υπόρρητη συναισθηματική διαφάνεια, όλοι ανεξαιρέτως οι ηθοποιοί αποδίδουν με δεξιοτεχνική σαφήνεια την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα που ερμηνεύουν επί σκηνής και συναρπάζουν.

Συμπερασματικά
Οι Αλεπούδες της Ντων Κινγκ έχοντας βραβευτεί στον διαγωνισμό θεατρικής γραφής Papatango New Writing, έκαναν πρεμιέρα το 2011 στο Finborough Τheatre στο Λονδίνο, ενώ εκτοτε το έργο σημείωσε μεγάλη επιτυχία και δέχτηκε πολύ καλές κριτικές. Συνιστά συνάμα θησαυρό φιλοσοφικό, ηθικό και λογοτεχνικό σε μια κατάθεση της δικής της πολιτικής «αλήθειας». Η Χριστίνα Χατζηβασιλείου μελέτησε βαθιά το σπουδαίο έργο και με την εύστοχη διασκευή του κειμένου και τη δεινή ερμηνευτική απόδοση των ηρώων μάς χαρίτωσε με ένα μωσαϊκό πολυφωνίας και διαλεκτικότητας τόσο μεταξύ των ηθοποιών, όσο και μεταξύ αφηγητών και κοινού. Το αποτέλεσμα της θεατρικής πράξης, η οποία συνιστά το δίχως άλλο δραματοποιημένη μαθητεία ζωής έχει ένταση και αμεσότητα αντιθετικών καταστάσεων σε κυκλικο επαναπροσδιορισμό και ως σχήμα θεατρικής προφορικής αφήγησης, αλλά και ως αφυπνιστικής πράξης. Η δύναμή του δεν έγκειται βεβαίως στην ποσότητα των εργαλείων που χρησιμοποιεί, αλλά στο ξάφνιασμα που προκαλεί η διαφωνία των στιλ. Αποτελεί μάλιστα ένα έργο ορόσημο, διότι μέσω του κεντρικού προβληματισμού του σε συνδυασμό με τον άψογο χειρισμό των εργαλείων της θεατρικότητας, η συγγραφέας καταφέρνει να δημιουργήσει νέες μορφές ορατότητας και να προκαλέσει τη σκέψη και την εκ νέου τοποθέτηση πάνω στις βεβαιότητες. Πρόκειται για έργο με πολιτικό και κοινωνικό πρόσημο, δοσμένο με θέρμη και ανθρωπιά, τόσο σε σκηνοθετικό όσο και σε ερμηνευτικό επίπεδο, για μια πολυσημαίνουσα παράσταση, σε ρυθμούς πόλκας, αρκούντως ενδιαφέρουσα.

Κριτική :Ευθύμιος Ιωαννίδης
Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.
