TOP

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΡΟΚΟΣ:ΣΕ ΑΡΚΕΤΑ ΖΩΓΡΑΦΙΚΑ ΜΟΥ ΕΡΓΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΑΦΕΙΣ Η ΚΑΛΑ ΚΡΥΜΜΕΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ,ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΟΡΕΣ ΖΩΓΡΑΦΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΓΜΕΝΕΣ ΠΛΗΡΩΣ ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΚΑΘΕ ΠΙΝΑΚΑ,ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΕΣ ΜΕ ΤΗ ΜΟΡΦΗ ΚΟΛΛΑΖ ΩΣ ΑΥΤΟΥΣΙΑ

Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου

‘’ Η βασική μου ιδιότητα στη βιομηχανία του κινηματογράφου είναι ο ρόλος του κομπάρσου, καθώς έχω εμφανιστεί σε αρκετές ταινίες φίλων, και θα συνεχίσω να το κάνω μέχρι να πάρω κάποιο Όσκαρ. Μιλώντας όμως με την ιδιότητα του εικαστικού, σε αρκετά ζωγραφικά μου έργα υπάρχουν σαφείς ή καλά κρυμμένες κινηματογραφικές αναφορές, τις περισσότερες φορές ζωγραφισμένες και ενταγμένες πλήρως στο θέμα του κάθε πίνακα, και άλλες φορές ενσωματωμένες με τη μορφή κολλάζ ως αυτούσια καρέ.’’

O υπερταλαντούχος εικαστικός Στέφανος Ρόκκος, και ιδιαιτέρως αγαπημένος, μίλησε στο ThessCulture.gr και συγκεκριμένα στην Ιστορικό τέχνης  Αγγελική Κερπιτσοπούλου.

– Πώς βλέπεις τη σύγχρονη παραγωγή της τέχνης στην Ελλάδα;

Παραγωγή πολλών και καλών εικαστικών έργων υπάρχει στην Ελλάδα από πολλούς αξιόλογους νέους και μεγαλύτερους ηλικιακά καλλιτέχνες, η οποία αυξάνεται αισθητά χρόνο με τον χρόνο. Χρειάζεται όμως η έμπρακτη στήριξη από τις γκαλερί, τους συλλέκτες, τα μουσεία και το κράτος για να επιβιώσει, ειδικά σε τέτοιες δύσκολες περιόδους όπως αυτές που διανύουμε ασταμάτητα τα τελευταία 10 τουλάχιστον χρόνια. Μου αρέσει που ολοένα και περισσότερο δημιουργούνται ομάδες καλλιτεχνών από διαφορετικά πεδία, που κάποια όρια έχουν σπάσει και που πιο εφαρμοσμένες, παραδοσιακές μορφές τέχνης που σχετίζονται με τη χειροτεχνία όπως η κεραμική, η μεταξοτυπία και το κέντημα έχουν συστηθεί ξανά στο κοινό, αποδεικνύοντας την αξία τους και βγαίνοντας πια στην πρώτη γραμμή παραγωγής της σύγχρονης τέχνης.

– Ως ιστορικός τέχνης πάντα αναρωτιόμουν πώς βλέπει ένας εικαστικός τη σχέση Επιμελητή και Εικαστικού;

Είναι μια συνεργασία. Δύο συνεργάτες οι οποίοι, αν δουλέψουν μαζί σωστά, μπορούν να πετύχουν εκπληκτικά αποτελέσματα. Ο καλλιτέχνης σε πολλές περιπτώσεις χρειάζεται την έμπειρη και αποστασιοποιημένη από το έργο του ματιά του επιμελητή προκειμένου να αναδειχθεί στο έπακρο το όραμά του, όπως χρειάζεται ο παραγωγός σε ένα άλμπουμ ή σε μια κινηματογραφική ταινία. Ο επιμελητής δίνει το στίγμα του στο τελικό αποτέλεσμα που θα παρουσιαστεί στο κοινό, αν όχι και στην αρχική σύλληψη μιας ιδέας. Ωστόσο, το εικαστικό έργο υπάρχει και χωρίς τον επιμελητή, ενώ ο επιμελητής δεν υπάρχει χωρίς το έργο τέχνης. 

– Το εικαστικό έργο σου χαρακτηρίζεται από τη στενή σχέση του με τη μουσική. Πώς προέκυψε αλήθεια η σχέση αυτή;

Κάποια στιγμή στην εφηβεία μου προσπάθησα να μάθω μουσική, συγκεκριμένα ξεκίνησα μαθήματα κιθάρας, με στόχο στη συνέχεια να μάθω ηλεκτρικό μπάσο και τελικά να φτιάξω ένα συγκρότημα. Στην πορεία όμως κατάλαβα ότι δεν είχα μουσικό ταλέντο και ότι ήμουν φάλτσος. Αυτό με βοήθησε να συνειδητοποιήσω την κλίση μου στη ζωγραφική, να καταλάβω τις δυνάμεις και τα εφόδιά μου, αλλά και να συγκεκριμενοποιήσω την ανάγκη να εντάξω το είδος της μουσικής που αγαπώ στη ζωγραφική μου. Η μουσική ήταν πάντα πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία των έργων μου, μια διέξοδος που μου έδειχνε λύσεις για τη θεματολογία της έκθεσης που με απασχολούσε την κάθε περίοδο, αλλά και για τη μείξη των χρωμάτων και τον χαρακτήρα της γραμμής μου – η οποία σχεδόν ποτέ δεν είναι ίσια. Στο τελικό αποτέλεσμα, λοιπόν, θεωρώ ότι υπάρχει με έναν τρόπο μια μουσικότητα και, ενώ τα έργα μου στέκονται αυτόνομα με ή χωρίς μουσική, είναι εύκολο να θεωρήσει κάποιος ότι αποτίουν φόρο τιμής σε μια Τέχνη που μπορεί μεν να μην κατόρθωσα ποτέ να πλησιάσω παραπάνω, αλλά που επηρεάζει διαρκώς, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, τη ζωγραφική μου.


– Έχεις φιλοτεχνήσει εξώφυλλα δίσκων διαφόρων καλλιτεχνών. Ποιο θα ξεχώριζες, ωστόσο, και γιατί; Επίσης, από ποιον καλλιτέχνη θα επιθυμούσες να φιλοτεχνήσεις το εξώφυλλο του δίσκου του στο μέλλον;

Το «Αυτό το πλοίο που όλο φτάνει»του Παύλου Παυλίδη είναι ένα από τα πιο αγαπημένα μου ελληνικά άλμπουμ και το αγαπημένο μου εξώφυλλο από αυτά που έχουν κυκλοφορήσει με δικά μου έργα, μαζί με το single «Gold Rules» της Piney Gir. Το «Πλοίο» κυκλοφόρησε το 2010, αρχικά μόνο σε cd, από την Archangel. Στο εξώφυλλο απεικονίζεται η γυναίκα του αγαπημένου μου φίλου μουσικού Stef Kamil Carlens, η Laurence, από μια φωτογραφία της που είχα τραβήξει λίγα καλοκαίρια πριν, στη Νάξο. Δίπλα της στέκεται τεράστια η κίτρινη γραφομηχανή του Stanley Kubrick με την οποία έγραψε το σενάριο της Λάμψης, όπως φαίνεται σε ένα ντοκιμαντέρ που είχα δει εκείνη την περίοδο. Στην έκδοση του cd το έργο είναι ελαφρώς ζουμαρισμένο και η γραφομηχανή δε φαίνεται ξεκάθαρα. Στην επανέκδοση σε βινύλιο που ακολούθησε λίγα χρόνια ύστερα  από την Inner Ear, το έργο είναι ολόκληρο και φαίνονται τα δάχτυλα του Kubrick.

Το ακούω συχνά αυτό το άλμπουμ, έχει στιγματίσει μια πολύ συγκεκριμένη φάση της ζωής μου και τη φιλία μου με τον Παυλίδη. Και πιστεύω ότι τελικά το πλοίο που απεικονίζεται στο οπισθόφυλλο έφτασε εκεί που έπρεπε να φτάσει: στη Λάμψη του Παύλου, της Laurence και του Kubrick.

Σχετικά με το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, θα ήθελα να είχα δημιουργήσει ένα εξώφυλλο για τους Roxy Music. Όμως επειδή αυτό δυστυχώς δε συνέβη (και είναι μάλλον απίθανο να συμβεί στο μέλλον), και επειδή κρατώ στα χέρια μου αυτήν τη στιγμή που γράφω το εξαιρετικό «Rough and Rowdy Ways», ένα άλμπουμ με το πιο ενδιαφέρον και αρμονικά ασυνάρτητο artwork που έχω δει τα τελευταία χρόνια, θα περιμένω να μου ζητήσει να χρησιμοποιήσει ένα έργο μου για τον επόμενο δίσκο του ο Bob Dylan. 


– Τα έργα σου έχουν κάτι το κινηματογραφικό; Βλέπεις άραγε τον εαυτό σου και σε αυτόν τον τομέα μελλοντικά;

Η βασική μου ιδιότητα στη βιομηχανία του κινηματογράφου είναι ο ρόλος του κομπάρσου, καθώς έχω εμφανιστεί σε αρκετές ταινίες φίλων, και θα συνεχίσω να το κάνω μέχρι να πάρω κάποιο Όσκαρ. Μιλώντας όμως με την ιδιότητα του εικαστικού, σε αρκετά ζωγραφικά μου έργα υπάρχουν σαφείς ή καλά κρυμμένες κινηματογραφικές αναφορές, τις περισσότερες φορές ζωγραφισμένες και ενταγμένες πλήρως στο θέμα του κάθε πίνακα, και άλλες φορές ενσωματωμένες με τη μορφή κολλάζ ως αυτούσια καρέ. Αν κοιτάξει κάποιος προσεκτικά στα έργα μου των τελευταίων 15 ετών, θα βρει σκηνές από τις ταινίες Le MeprisV for VendettaΟυράνια ΠλάσματαLost in Translation, τον Μαξ Φον Σίντοφ από τον Εξορκιστή, τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο από το Shutter Island, τον Ντόναλντ Σάδερλαντ από το Don’t Look Now, τον Τζον Λιούρι, τον Κρόνενμπεργκ, τον Πολάνσκι, τη Σάσα Γκρέι, την Ζοέ Ντεσανέλ, σκηνές από την πρώτη μικρού μήκους ταινία του καλού μου φίλου Χάρη Λαγκούση για την οποία έκανα την αφίσα στα σπουδαστικά μας χρόνια, την κινηματογραφική αίθουσα «Ολύμπιον» της Θεσσαλονίκης, και πολλές ακόμα σινεφίλ αναφορές. Επίσης, η πρώτη μου συνεργασία με την αγαπημένη μου πια φίλη και συνεργάτιδα Ρηνιώ Δραγασάκη ήταν όταν μου ζήτησε να εικονογραφήσω τέσσερις σκηνές από την πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία Cosmic Candy, που βρισκόταν τότε στο στάδιο της παραγωγής, αντλώντας έμπνευση από το σενάριο που μόλις είχε τελειώσει. Τους τελευταίους μήνες έχω εμπλακεί αρκετά και σε μια ταινία μεγάλου μήκους που βρίσκεται στο στάδιο παραγωγής, για την οποία περιμένω με ενθουσιασμό να ξεκινήσω να δουλεύω.

– Πώς δημιουργήθηκε η ανάγκη να ζωγραφίσεις το No More Shall We Part; Ποια ήταν η διαδικασία που ακολούθησες; Π.χ. άκουγες το άλμπουμ καθόλη τη διάρκεια της δημιουργίας ή χρησιμοποίησες εικόνες που είχαν ήδη σχηματιστεί μέσα σου;

To άλμπουμ «No More Shall We Part» είχε μεγάλο αντίκτυπο και επίδραση στην προσωπική μου ζωή, καθώς και στην καλλιτεχνική μου εξέλιξη, από το 2001 που κυκλοφόρησε. Την εποχή εκείνη, προσπαθώντας να σώσω μια σχέση που είχε ήδη καταρρεύσει, και ψάχνοντας ικανοποιητικές απαντήσεις σε διάφορα υπαρξιακά ερωτήματα που πολύ συχνά με βασανίζουν ακόμα, ένιωσα να ταυτίζομαι με τις βασικές ιδέες που πραγματεύεται το άλμπουμ, τον Θεό και τον Έρωτα. Παράλληλα οραματιζόμουν για κάθε τραγούδι μια ζωγραφική εικόνα, και, μέσα στην αφέλειά μου, έναν γάμο με την κοπέλα που αγαπούσα. Ως μεταπτυχιακός φοιτητής τότε στο Λονδίνο, είχα επιχειρήσει να μετουσιώσω σε εικόνα το τραγούδι The Sorrowful Wife κάνοντας μία από τις πρώτες μου ξυλογραφίες. Εκεί πρωτοχάραξα τον εναρκτήριο στίχο του τραγουδιού I married my wife on the day of the eclipse, που ίσως και να περικλείει την βασική ιδέα του άλμπουμ. Πολλά χρόνια αργότερα, οι εικόνες που είχα πρωτοσκεφτεί για κάθε τραγούδι του με ακολουθούσαν ακόμη. Ήταν η μοναδική φορά που μου συνέβαινε κάτι τέτοιο με ένα καλλιτεχνικό έργο. Ίσως ο τρόπος που στον δίσκο αυτό ο Νικ Κέιβ αποδίδει τον προβληματισμό σχετικά με ορισμένα υπαρξιακά ζητήματα και η λεπτή ισορροπία που διαγράφεται ανάμεσα στη βαθιά πνευματικότητα και τις ανθρώπινες αδυναμίες να είναι αυτό που αναζητώ στη ζωγραφική μου.

Είναι ίσως το άλμπουμ από τη δισκοθήκη μου που έχω ακούσει τις περισσότερες φορές. Δε θυμάμαι την πρώτη φορά που το άκουσα ολόκληρο, θυμάμαι όμως την τελευταία. Ήταν στο εργαστήριό μου στην αρχή των γυρισμάτων του μικρού μήκους ντοκιμαντέρ που συνόδευε την έκθεση, παρέα με τις σκηνοθέτριες Ρηνιώ Δραγασάκη και Αρασέλη Λαιμού. Μέσα στα τρία χρόνια της υλοποίησης του πρότζεκτ δεν το άκουγα σχεδόν καθόλου. Την περασμένη εβδομάδα, όμως, άκουσα το Sorrowful Wife μέσα σε ένα αυτοκίνητο στα Κύθηρα. Κάθε φορά που το ακούω σφίγγεται το στομάχι μου. 


– Προέρχεσαι από μια άκρως καλλιτεχνική οικογένεια. Πώς διαμόρφωσε αυτό την καλλιτεχνική σου ταυτότητα, αν το έκανε;

Μεγαλώσαμε, ο αδερφός μου κι εγώ, μέσα στα εργαστήρια των γονιών μας σε μια μονοκατοικία. Καταλάβαμε από νωρίς πώς είναι η ζωή ενός καλλιτέχνη και αποδεχθήκαμε ως κάτι το φυσικό τη δημιουργία, την έμπνευση, αλλά και τις καθημερινές δυσκολίες που προκύπτουν. Ο πατέρας μου είναι ο γλύπτης Κυριάκος Ρόκος, η μητέρα μου η χαράκτρια Ρουμπίνα Σαρελάκου, ο αδερφός μου ο ζωγράφος Δημήτρης Ρόκος και θαυμάζω το έργο τους. Ο καθένας έχει την προσωπική του σφραγίδα. Οι δουλειές μας είναι εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους, αλλά υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής: σε μια εύκολη πρώτη προσέγγιση, μπορεί κάποιος να εντοπίσει μια εμμονή, μια ανάλυση και μια προσοχή στη λεπτομέρεια. Αναμφισβήτητα και εκ των πραγμάτων η οικογένειά μου έχει διαμορφώσει την καλλιτεχνική μου ταυτότητα, παρά τις διαφορετικές μας πορείες. 

– Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια; Ετοιμάζεις κάποιο πρότζεκτ;

Αυτήν την περίοδο ετοιμάζω κάτι που θα ανακοινωθεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Πρόκειται για μια ωραία έκπληξη που ορίζει για εμένα το τέλος της δεκαετίας που διανύουμε, σε προσωπικό και καλλιτεχνικό επίπεδο. Μου αρέσουν οι μικρές επετειακές εκπλήξεις, με βοηθούν να θυμάμαι και να επαναπροσδιορίζομαι. Επίσης, δουλεύω πάνω σε μια πολύ ενδιαφέρουσα έκδοση, καθώς και στην κινηματογραφική ταινία που ανέφερα προηγουμένως, παράλληλα με τη δημιουργία καινούργιων έργων για την επόμενη ατομική μου έκθεση, που όμως θα αργήσει.

Το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους “Stefanos Rokos: Nick Cave & The Bad Seeds’ No More Shall We Part, 14 paintings 17 years later” συνεχίζει το ταξίδι του στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας!Το NMSWP documentary, σε σκηνοθεσία Ρηνιώς Δραγασάκη/ Rinio Dragasaki και Αρασέλης Λαιμού/ Araceli Lemos, βρίσκεται ανάμεσα στις 47 ελληνικές ταινίες μικρού μήκους που επιλέχθηκαν και θα προβληθούν στις 26ες Νύχτες Πρεμιέρας • Athens International Film Festival, οι οποίες θα διεξαχθούν από τις 23 Σεπτεμβρίου έως τις 4 Οκτωβρίου 2020.��Δείτε περισσότερα για τη διοργάνωση στον παρακάτω σύνδεσμο http://www.cinemagazine.gr/nea_eidiseis/arthro/

CLICK:ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΕΓΑΚΗΣ

Συνέντευξη:Αγγελική Κερπιτσοπούλου

Η Αγγελική Κερπιτσοπούλου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη. Θεωρητικός της τέχνης και των Νέων Μέσων και Ψηφιακής Κουλτούρας. Κύρια ενδιαφέροντα των ερευνητικών της εργασιών είναι η αναζήτηση του είναι του κάθε πράγματος ή έννοιας, καθώς και η κοινωνική αλλαγή τόσο μέσα από την τέχνη όσο και από τα νέα μέσα.

Πρόσφατα ξεκίνησε τις σπουδές της στο τμήμα Μουσειολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμού του Αριστοτελείου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.