TOP

ΕΛΕΝΗ ΘΥΜΙΟΠΟΥΛΟΥ: “Ο ΦΑΥΛΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ ΣΠΑΣΕΙ,ΠΑΝΤΑ,ΩΣΤΟΣΟ,ΥΠΑΡΧΕΙ Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΝΑ ΣΠΑΣΕΙΣ ΤΟ ΝΗΜΑ”

Συνέντευξη:Ευθύμιος Ιωαννίδης

Με σπουδές στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ (κατεύθυνση υποκριτικής), αλλά και στο Τμήμα της Ψυχολογίας του ΑΠΘ, η Ελένη Θυμιοπούλου είναι μία από τις καλύτερες ηθοποιούς του ΚΘΒΕ. Με υπέροχες ερμηνείες τόσο στο θέατρο, αλλά και στον κινηματογράφο, καταφέρνει προϊόντος του χρόνου να εξελίσσεται επαγγελματικά και ομολογουμένως να εντυπωσιάζει. Φέτος, συμπρωταγωνιστεί πλάι σε καταξιωμένες ηθοποιούς στο σπουδαίο έργο του Λόρκα, «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», σε σκηνοθεσία της Εύης Σαρμή και σε παραγωγή του ΚΘΒΕ. Με αφορμή μάλιστα τη συμμετοχή της στην παράσταση, η ταλαντούχα ηθοποιός απάντησε με προσήνεια στις ερωτήσεις που της θέσαμε αναφορικά με το έργο και τον ρόλο που υποδύεται.                                          

 Ελένη, εχουν περάσει 85 χρόνια από τότε που γράφτηκε το έργο και 76 χρόνια από τότε που παίχτηκε για πρώτη φόρα και όμως «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα»  εν έτει 2021 φαντάζει τρομερά επίκαιρο. Τι είναι αυτό  θα έλεγες που το κρατάει «ζωντανό» μέχρι σήμερα;

Τα μεγάλα έργα δεν παύουν ποτέ να είναι επίκαιρα και για μένα “Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα” του Λόρκα είναι πραγματικά ένα μεγάλο και σπουδαίο έργο. Καταδεικνύει το ζήτημα της καταπίεσης σε επίπεδο κοινωνικό, σεξουαλικό, πολιτικό και φυσικά τις μοιραίες συνέπειες που αυτή έχει. Η στέρηση της ελευθερίας, η αποτροπή κάθε αμφισβήτησης, η πατριαρχική κοινωνία, η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η βία ως μέσο επιβολής της εξουσίας και η θέση της γυναίκας στον κοινωνικό και πολιτικό βίο είναι θέματα που μας απασχολούν εξίσου έντονα και σήμερα, στην Ελλάδα του 2021. Χαίρομαι πολύ που αυτό το έργο ανεβαίνει αυτήν τη στιγμή (έστω διαδικτυακά) στο Κ.Θ.Β.Ε. Όταν ξεκινούσαμε τις πρόβες στις αρχές Οκτωβρίου δε θα μπορούσαμε με τίποτα να φανταστούμε πόσο θα κούμπωνε με τη σημερινή επικαιρότητα.

Η πολιτική και η φροϊδική θεωρία, φαινομενικά ασύνδετες, μεταξύ τους βρίσκουν έτσι κοινό τόπο στο έργο του Λόρκα όπου δραματοποιείται η πάλη ανάμεσα στο ένστικτο και την κοινωνική καταπίεση, ανάμεσα στην ελευθερία και την καταστολή. Το έργο αντικατροπτίζει έναν «κόσμο παλιό», προσκολλημένο σε προκαταλήψεις και στερεότυπα. Αυτός ο «κόσμος» παρατηρείται θα έλεγες και σήμερα μέσα στην ελληνική κοινωνία;

Η ελληνική κοινωνία παλεύει χρόνια να ξεπεράσει προκαταλήψεις που φαντάζουν βγαλμένες από το μακρινό παρελθόν αλλά δεν τα έχει καταφέρει ακόμα. Μεγαλώσαμε με στερεότυπα για το τι είναι ηθικό, θηλυκό, πρέπον, φυσιολογικό, κατακριτέο και κάποια έχουν χωνευτεί τόσο βαθιά μέσα μας που είναι πολύ δύσκολο να μην μεταφερθούν συνειδητά ή ασυνείδητα στις επόμενες γενιές. Έχω πει στις κόρες μου, “Δεν υπάρχουν αγορίστικα ή κοριτσίστικα παιχνίδια” αλλά με κάποιον τρόπο έχω ευθύνη κι εγώ που κατέληξαν να διαμορφώσουν μια τέτοια άποψη και πρέπει εκ των υστέρων να βάλω τα πράγματα στη θέση τους.

Στο σπίτι βλέπουμε ωσαύτως την καταπίεση σε όλο της το μεγαλείο: απέναντι στον εαυτό μας, απέναντι στους άλλους, για να διατηρήσουμε θέση ισχύος, απέναντι στην κοινωνία. Και, τέλος, βλέπουμε έναν μικρόκοσμο πολιτικής: τον δυνάστη που επιβάλλει κανόνες, ευνουχίζει συναισθήματα, βάζει παρωπίδες, απαγορεύει, χτυπά, περιορίζει. Η ελπίδα, μέσα σε όλη αυτήν τη ζοφερή κατάσταση πού μπορεί άραγε να αναζητηθεί;

Ο Σαραμάγκου στο “Περί τυφλότητας” λέει ότι “…ακόμα και στο χειρότερο κακό μπορούμε να βρούμε ένα κομματάκι καλού αρκετό για να υπομείνουμε το κακό αυτό με υπομονή.” Πάλι καλά που έχουμε και τη λογοτεχνία… Έτσι και οι κόρες της Μπερνάρντα βρίσκουν κάθε μέρα ένα μικρό κομματάκι καλού και συνεχίζουν να ζουν. Μέσα από το παιχνίδι, την φαντασίωση, το κουράγιο που δίνουν η μια στην άλλη, το γέλιο αλλά και τη σκληρότητα και τον αυτοσαρκασμό υπομένουν τον εγκλεισμό τους άλλες φορές ελπίζοντας σε ένα άλλο μέλλον κι άλλες φορές ζώντας απλώς στο απόλυτο παρόν. Η ελπίδα για τον καθένα μπορεί να είναι κάτι άλλο. Στην πρώτη πράξη του έργου η  Μαγδαλένα λέει για την Αδέλα: “Είναι η μικρότερη απ’ όλες μας κι ακόμα κάνει όνειρα. Και τι δε θα έδινα για να τη δω ευτυχισμένη”. Και η Αμέλια θυμίζει κι αυτή στην μικρή αδερφή “Όλες τα ίδια περνάμε”. Αλληλεγγύη και αγάπη ακόμα και στα δύσκολα…

Η Μπερνάντα λειτουργεί βέβαια περισσότερο ως δυνάστης και λιγότερο ως μάνα, στερώντας από τα παιδιά της την ελευθερία, τον έρωτα και στην ουσία την ίδια τη ζωή. Είναι θα έλεγες κατά βάση η εμμονή της στα χρηστά ήθη και τις αξίες που της επιβάλουν αυτήν την στάση ή και κάτι βαθύτερο και ασυνείδητο;

Ποιος είπε ότι οι έννοιες δυνάστης και μάνα είναι οπωσδήποτε αντιθετικές; Η Μπερνάρντα έχει πάρα πολύ έντονα μητρικά στοιχεία, τα οποία είναι αναγνωρίσιμα στο μεγαλύτερο μέρος των μανάδων που έχω στο μυαλό μου και δεν εξαιρώ τον εαυτό μου. Πόσες μάνες μπορούν να αντισταθούν στην τεράστια εξουσία που έχουν απέναντι στα παιδιά τους; Πόσες φορές δεν έχουν επιβάλει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τη γνώμη τους με το επιχείρημα “εγώ για το καλό σου το λέω;” Πόσο διακριτά είναι τα όρια μεταξύ της διαπαιδαγώγησης και της χειραγώγησης; Η Μπερνάρντα δεν είναι ένα τέρας που ζει για να βασανίζει τις κόρες της αλλά ένα γρανάζι ενός ολόκληρου μηχανισμού καταπίεσης του γυναικείου φύλου. Είναι πολύ πιθανό να έχει υποστεί και η ίδια τη βία που ασκεί και στις κόρες της. Βρίσκεται εγκλωβισμένη μέσα σε ένα ρόλο που της επιβάλλει η κοινωνία την οποία υπηρετεί. Χωρίς να την αθωώνουμε, δεν μπορούμε να ξεχνάμε το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μεγάλωσε ως κόρη και “ανδρώθηκε” ως μάνα. Ζει δυστυχώς σαν να μην έχει άλλη επιλογή.

Αυτόν τον πολύκλωνο βρόχο της στέρησης που τόσο οι κοινωνικές συμβάσεις όσο και ο δεσποτικός χαρακτήρας της μητέρας έχουν κατεργαστεί, καταπνίγοντας το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση των ερωτικών πόθων των γυναικών· η Αδέλα, η μικρότερη κόρη του σπιτιού, τον κόβει απότομα συναντώντας παράνομα τον αρραβωνιαστικό της πρωτότοκης. Τι δύναμη έχει ο έρωτας, όπως τον ενσαρκώνει η Αδέλα;

Ο έρωτας στο έργο είναι το μόνο σύμβολο αντίστασης κι ελευθερίας. Ωστόσο, δεν ξέρω καν αν μπορούμε να το δούμε ως έρωτα αυτό που κινεί την Αδέλα. Περισσότερο θα έλεγα ότι είναι η αίσθηση της απόλυτης αυτοδιάθεσης, το δικαίωμα να ορίσει η ίδια τον εαυτό της όπως και όπου επιθυμεί, κόντρα σε μητρικές απαγορεύσεις και κοινωνικές επιταγές. Η Μαγδαλένα λέει σε κάποιο σημείο του έργου: “Εμείς ούτε τα μάτια μας δεν ορίζουμε” και συμπυκνώνει σε αυτήν τη φράση τη μοίρα των γυναικών της εποχής τους: κάποιος άλλος πάντα (μάνα, πατέρας ή σύζυγος) αποφασίζει για τη ζωή τους.

Η οικογένεια και το περιβάλλον διαδραματίζουν αναμφήριστα καταλυτικό ρόλο για τις ζωές μας. Κατά πόσο, ωστόσο, αναρωτιέμαι είναι εύκολο να ξεφύγουμε από τη σφαίρα αυτής της επιρροής και να διαγράψουμε την προσωπική μας πορεία;

Η όποια προσωπική πορεία χαράσσει ο καθένας μας προκύπτει μέσα από την επιρροή ενός πλήθους παραγόντων. Είναι μάταιο να προσπαθούμε να αποτινάξουμε τις σκιές των γονιών μας από πάνω μας με την ψευδαίσθηση ότι εμείς θα τα κάνουμε όλα διαφορετικά ή πως θα τα κάνουμε όλα καλύτερα. Μεγαλώνουμε ως άτομα ενός κοινωνικού συνόλου σε συγκεκριμένες συνθήκες  και  δεν μπορούμε να τις αγνοούμε. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε ή ότι δεν έχουμε χρέος να τις αμφισβητήσουμε. Χρειάζεται συνεχής αυτοκριτική, αποδοχή του άλλου, ενσυναίσθηση, πίστη και επαγρύπνηση προκειμένου να κάνουμε κάποια βήματα προς τα μπροστά, να πετύχουμε μικρές νίκες σε αυτόν τον ατελείωτο πόλεμο που έχει καταλήξει η ζωή μας.

Στην παράσταση υποδύεσαι την Αμέλια  η οποία στη δεύτερη πράξη του έργου λέει: «Το χειρότερο που μπορείς να πάθεις είναι να γεννηθείς γυναίκα». Πώς αντιλαμβάνεσαι αυτήν την αφοριστική δήλωση;

Κατά την εποχή που γράφτηκε το έργο η πλειονότητα των γυναικών μάλλον θα συμμεριζόταν αυτήν την άποψη. Μια πατριαρχική κοινωνία συντηρούμενη τόσο από άντρες όσο και από γυναίκες μέσα στην οποία η Αμέλια και οι αδερφές της ασφυκτιούν. Το θέμα είναι τι αντίκρυσμα έχει αυτή η φράση σήμερα στον σύγχρονο, δημοκρατικό κόσμο. Δυστυχώς υπάρχουν πάρα πολλές γυναίκες που συνεχίζουν να ασφυκτιούν μέσα στην οικογένεια, στον εργασιακό χώρο, στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, να απολαμβάνουν λιγότερα προνόμια σε σχέση με τους άντρες λόγω φύλου, να κακοποιούνται σεξουαλικά, σωματικά και ψυχολογικά, ακόμα και να δολοφονούνται. Όμως το παρήγορο είναι ότι από τις ίδιες αυτές γυναίκες ξεκίνησε το #metoo και έγινε η αρχή για να τεθούν νέες βάσεις σ’ αυτό το σύστημα παλαιάς κοπής που επιθυμεί να ελέγχει και όχι να προστατεύει τις γυναίκες. Εγώ νιώθω πραγματικά περήφανη για αυτές τις γυναίκες -όπως και για τους άντρες που τις ακολούθησαν όσον αφορά στις καταγγελίες περί κακοποιητικών συμπεριφορών. Όπως λέει και ο Λόρκα “να μη μιλάς και να καίγεσαι, μεγαλύτερη κόλαση δεν υπάρχει”.

Ολοκληρώνοντας τη συνέντευξη, λένε οτι οι καταπιεσμένοι γίνονται οι μεγαλύτεροι και χειρότεροι καταπιεστές. Είναι σαν να μάχεται κανείς τον εαυτό του στον καθρέφτη. Εάν συνεχιζόταν το έργο, θα βλέπαμε άραγε και τις κόρες να εξελίσσονταν σε μικρές Μπερνάρντες;

Ο φαύλος κύκλος της βίας είναι πολύ δύσκολο να σπάσει και όλες οι κόρες που θα απομείνουν στο σπίτι μετά το τέλος του έργου είναι εν δυνάμει μικρές Μπερνάρντες. Κανείς δε διαλέγει τους γονείς του όμως η ζωή δεν είναι αυτά που σου συμβαίνουν αλλά η στάση σου απέναντί τους. Πάντα υπάρχει η επιλογή να σπάσεις το νήμα. Κι αν νιώθεις ότι δεν μπορείς μόνος σου, μπορείς να ζητήσεις βοήθεια. Και να επιτρέψεις στον εαυτό σου να σε εκπλήξει.

Ευχαριστώ πολύ,

Ελένη Θυμιοπούλου

Ευχαριστώ πολύ την Ελένη Θυμιοπούλου για την ενδιαφέρουσα συνομιλία μας και της εύχομαι καλή συνέχεια στην καλλιτεχνική της πορεία

Συνέντευξη:Ευθύμιος Ιωαννίδης

Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.