TOP

ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ “Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΣΚΥΛΟΥ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΛΕΓΑΝ ΠΙΣΤΟ” ΣΤΟ METROPOLITAN – THE URBAN THEATER

Κριτική: Ευθύμιος Ιωαννίδης

Ο Luis Sepulveda (Λουίς Σεπούλβεδα) γεννήθηκε το 1949 στο Ovalle, στον βορρά της Χιλής. Συμμετείχε σε φοιτητικές και συνδικαλιστικές κινητοποιήσεις ενάντια στο στρατοκρατικό καθεστώς της χώρας του, κατηγορήθηκε για προδοσία και καταδικάστηκε σε φυλάκιση είκοσι οκτώ ετών. Ύστερα, ωστόσο, από δυόμισι χρόνια εγκλεισμού του στη φυλακή, και με την παρέμβαση της Διεθνούς Αμνηστίας, αποφυλακίστηκε, εντούτοις υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τον τόπο του. Έγραψε ποιήματα, θεατρικά έργα, διηγήματα, δημιούργησε θεατρικές ομάδες στο Περού, το Εκουαδόρ και την Κολομβία και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Έζησε έξι μήνες στον Αμαζόνιο με τους ινδιάνους Σουάρ όπου και αποκόμισε εμπειρίες που άλλαξαν την αντίληψή του για τον κόσμο και του πρόσφεραν το υλικό για το πρώτο του μυθιστόρημα: «Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης». Στρατεύτηκε στο διεθνές τάγμα «Σιμόν Μπολίβαρ» και συμμετείχε στον απελευθερωτικό αγώνα της Νικαράγουας. Το 1980 εγκαταστάθηκε στην Ευρώπη και συνδέθηκε με την οικολογική οργάνωση Greenpeace. Ταξίδεψε σ’ όλον τον κόσμο. Του απονεμήθηκαν τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά βραβεία. Έφυγε από τη ζωή στην Ισπανία τον Απρίλιο του 2020 χάνοντας τη μάχη με τον κορονοϊό.

To έργο

Η «ιστορία ενός σκύλου που τον έλεγαν Πιστό» είναι το τέταρτο παιδικό βιβλίο του, αδικοχαμένου στη μάχη με τον κορωνοϊό, Luis Sepúlveda. Μολονότι χαρακτηρίζεται παιδική, η ιστορία του Πιστού στην πραγματικότητα απευθύνεται σε ανθρώπους κάθε ηλικίας. Αφηγητής σε αυτό το πόνημα είναι, τι έκπληξη αλήθεια, ένα γερμανικό ποιμενικό, ο Afmau, που στη γλώσσα φυλής των Mapuche, σημαίνει «Πιστός». Μέσα δε, από τις 73 σελίδες του βιβλίου του, ο Sepúlveda μεταλαμπαδεύει τη σοφία, την κουλτούρα και τον τρόπο του ζειν του Λαού των Mapuche, των Ανθρώπων της Γης.

Η υπόθεση

Η «Ιστορία ενός σκύλου που τον έλεγαν Πιστό» αφηγείται τη δίωξη των ιθαγενών από τους λευκούς, προκειμένου να εκμεταλλευτούν τη γη και την ξυλεία της, μέσα από τα μάτια ενός σκύλου που ανατρέχει στη ζωή που έζησε μαζί τους. Είναι δύσκολο να είσαι σκύλος στην υπηρεσία μιας ομάδας ανθρώπων που σου φέρονται σκληρά. Είναι δύσκολο να είσαι δεμένος με μια αλυσίδα σ’ ένα δέντρο και να μη νοσταλγείς τη μακρινή εποχή που έπαιζες ελεύθερος, συντροφιά μ’ έναν μικρό ινδιάνο… Είναι δύσκολο να ξεχάσεις τη μέρα που βρέθηκες χαμένος στο χιόνι, τότε που πίστεψες πως είχε έρθει το τέλος σου. Είναι δύσκολο να ξεχάσεις ότι χρωστάς τη ζωή σου σ’ εκείνον τον ιαγουάρο που σε τάισε όταν ήσουν κουτάβι. Η ζωή όμως έχει γυρίσματα, και ο γερμανικός ποιμενικός που τον έλεγαν Πιστό, και πρωταγωνιστεί στην (τέταρτη) ιστορία για παιδιά του Λουίς Σεπούλβεδα, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σκληρή πραγματικότητα που θυμίζει σε πολλά την αγνοημένη και περιθωριοποιημένη φυλή των ινδιάνων Μαπούτσε — φυλή από την οποία κατάγεται και ο ίδιος ο Σεπούλβεδα, και αποτελεί το ένα δέκατο του πληθυσμού της Χιλής. Η ιστορία ενός σκύλου που τον έλεγαν Πιστό αναζητά την οικουμενική αξία που μαρτυρά το ίδιο το όνομα του πρωταγωνιστή (Αφμάου = Πιστός στη γλώσσα των Μαπούτσε), που εκτός από πιστός και γενναίος, αποδεικνύει ότι διαθέτει και μια αλάθητη μνήμη…

Πρόκειται για ένα έργο που η καρδιά του χτυπάει δυνατά για τα αρχαία δάση του πλανήτη και για τις φυλές που ζουν ακόμα σε αυτά, σε αρμονία με τη Μάνα Γη κι όσα απλόχερα μας δίνει, όσο και να τη κακομεταχειριζόμαστε. Ένα έργο τραγικά επίκαιρο μετά τις πρόσφατες τεράστιες φωτιές στον Αμαζόνιο, αλλά και με τον τρόπο που η κυβέρνηση της Βραζιλίας μεταχειρίζεται τους αυτόχθονες του Αμαζονίου.  Ωσαύτως, η παράσταση υποστηρίζει αυτόν τον αγώνα και μας μεταφέρει στη φυλή των Mapuche, των «Ανθρώπων της Γης», των ιθαγενών της Νότιας Χιλής που εκδιώχθηκαν βίαια από τις εστίες τους από τις μεγάλες εταιρείες υλοτομίας, που καταστρέφουν τους τελευταίους πνεύμονες του πλανήτη και σβήνουν βίαια τη μνήμη και την αρχαία γνώση των φυλών του κόσμου. Ενα έργο όμως «ελπιδοφόρα επίκαιρο» αφού η Χιλή βρίσκεται σε τροχιά ξεριζώματος του συντάγματος του δικτάτορα Πινοσέτ και μετάβασης σε μια πραγματική δημοκρατία.

Οι ερμηνείες

Δεν είναι διόλου εύκολη υπόθεση η σκηνοθεσία ενός έργου πολυδιάστατου, πολυπρισματικού, σαν κι αυτό, γιατί ακριβώς το άνοιγμα της βεντάλιας των δρωμένων δημιουργεί ειδικές συνθήκες που απαιτούν ανάλογη και πρωτίστως προσεκτική  διαχείριση. Ως εκ τούτου, η «απόσταση» και η διάθλαση της ιστορίας μετουσιώνεται σε ένα «άτακτο» οδοιπορικό, κεντημένο με φιλοσοφικά θεατρογραφήματα. Ρεαλιστικό και συνάμα σουρεαλιστικό, πλούσιο με τους χυμούς της ζωής αλλά ακόμη πλουσιότερο με τις αναθυμιάσεις του θανάτου. Δίχως σταθερή και καθαρή σκηνοθετική πυξίδα αυτό το μεταμοντέρνο «υβρίδιο» μπορεί εύκολα να καταλήξει σε ένα αλαλούμ. Και από αυτήν την άποψη ο Κώστας Γάκης κέρδισε ένα δύσκολο στοίχημα, διδάσκοντας τους ρόλους επάνω σε δύο άξονες: έναν δραματικό (αλά Στανισλάφσκι) και έναν μεταδραματικό (αλά Μπρεχτ) με στοιχεία επικού θεάτρου που προσιδιάζει στο πολιτικό θέατρο, ακόμα και προς το agit-prop (αγκιτάτσια-προπαγάνδα).

 Αξιοποιώντας πιο συγκεκριμένα,  τις τεχνικές της υποκριτικής τέχνης, παρουσιάζει στο κοινό έναν ανθρωποποιημένο σκύλο, αφού «νιώθει» τον ρόλο του και «συγκινείται» απ’ αυτόν. Ο ταλαντούχος ηθοποιός, σκηνοθέτης, μουσικός, δραματουργός και συγγραφέας, Κώστας Γάκης πάλλεται επί σκηνής  απο ερμηνευτική δεινότητα και  με τα αναμφήριστα ασκημένα μέσα που διαθέτει (το σώμα, τη φωνή, την κίνηση, τις χειρονομίες)  μορφοποιεί με ενάργεια τον ρόλο του,  καθιστώντας παραστατική την κατάσταση και  την εντύπωση, το περίγραμμα και το συναίσθημα του ρόλου που υποδύεται.  Περιγραφικός, οξυδερκής,  αντικειμενικός αντικατοπτρισμός πειραματικού ή εργαστηριακού χαρακτήρα, γεγονότων και δεδομένων που ο ηθοποιός  παρατηρεί και παρουσιάζει, προκαλεί αλλά και υφίσταται ο ίδιος τις συνέπειές τους. Παράλληλα, μέσα από κατάλληλη αξιοποίηση των υποκριτικών κωδίκων,  μορφοποιεί την αντιφατικότητα του λόγου και της πράξης, την αντίθεση των προθέσεων και των αποτελεσμάτων της δράσης και γενικότερα κατορθώνει να  προκαλέσει στη συνείδηση του θεατή έντονους προβληματισμούς και συγκινήσεις.  Κίνηση, τοποθέτηση σώματος, βλέμμα, φωνή, όλα προσανατολισμένα σε μια απόλυτα ποιοτική ευθεία, ανταποκρινόμενα υφολογικά πλήρως στον απαιτητικό ρόλο του σκύλου που υποδύεται επί σκηνής.

Άξιοι συνοδοιπόροι του ταλαντούχου καλλιτέχνη αποδεικνύονται οι Ελευθερία Μάζαρη, Ιωάννα Παπακωνσταντίνου και ο  Γιάννης Βασιλώττος οι οποίοι μέσα στο πλαίσιο μιας συμπύκνωσης και εσωτερίκευσης, που ενδεχομένως στερεί την εξωτερικευμένη εκφραστικότητα, ενισχύουν την εσωτερική αισθαντικότητα και ενδυναμώνουν την μορφοποιητική ικανότητα του ρόλου τους, μακριά καταρχήν από φραστικούς βερμπαλισμούς  και  κινησιολογικές εξάρσεις, κατορθώνοντας να  λειτουργούν σαν ένα πρόσωπο. Ακριβείς, άμεσοι και με υπόρρητη συναισθηματική διαφάνεια, όλοι ανεξαιρέτως οι ηθοποιοί αποδίδουν με δεξιοτεχνική σαφήνεια την πολυπλοκότητα του χαρακτήρα που ερμηνεύουν επί σκηνής και συναρπάζουν.

Άπαντες, οι ήρωες της σπουδαίας αυτής παράστασης αποδίδονται από μία άρτια, καλοκουρδισμένη και καλοδουλεμένη ομάδα με άψογη άρθρωση του λόγου, τέλεια σκηνική χημεία και πυρακτωμένη εσωτερική ενέργεια που προκαλεί προβληματισμό και εμβολίζει τον εφησυχασμό του κοινού.

Η παράσταση

 Εκτός όμως από τον ηθοποιό και την υποκριτική του δεξιότητα, ένας άλλος κώδικας επικοινωνίας του θεατή με το σκηνικό θέαμα, είναι αυτός της εικαστικής και γενικότερα της οπτικο-ακουστικής πλαισίωσης της παράστασης.

Ως εκ τούτου ένας ολόκληρος κόσμος, σχεδόν απτός αναδιατάσεται και ξεδιπλώνεται στην άδεια σκηνή, η οποία παραμένει καθόλη τη διάρκεια της παράστασης δίχως σκηνικά, οπτικά εφέ, ή εναλλαγή ενδυμάτων. Η σκηνοθετική οπτική του Κώστα Γάκη πάνω στο αφήγημα του Λουίς Σεπούλβεδα “Ιστορία ενός σκύλου που τον έλεγαν Πιστό” ερείδεται καταρχήν στα αρχετυπικά υλικά της θεατρικής σύμβασης:  τους ηθοποιούς, το σανίδι, τα φώτα και τη μουσική.  H απλή άλλωστε  και λιτή σκηνογραφία, καθώς  και τα απέριττα κοστούμια των ηθοποιών, τα οποία δεν ευνοούν τον εντυπωσιασμό του κοινού από τον καλλιτεχνικό φόρτο και την αισθητική εκζήτηση, αλλά (το αντίθετο μάλιστα), αποθαρρύνουν τον εκμαυλισμό της συνείδησής του, επιτρέποντας με περιτεχνο τρόπο  την πρόκληση και συνεπίκρουρη  ανάπτυξη και του κριτικού στοχασμού.

Οι ζωντανές μουσικές συνθέσεις του Κώστα Γάκη που υποστηρίζονται με ζήλο από τις πολύ καλές φωνές των ηθοποιών, διαθέτουν πρωτοτυπία και έμπνευση και είναι καλοδουλεμένες, αποτυπώνοντας μια ιδιαίτερη απότυπωση της βιωμένης τραγωδίας μέσα από τις αντιφάσεις και τις επιλογές των ηρώων. Οι μουσικές και τα τραγούδια της παράστασης σε μεταφέρουν στα πυκνά δάση του πλανήτη μας και στις φυλές που ζουν ακόμα σ’ αυτά παρά τις έντονες προσπάθειες εξολόθρευσής τους από τους Δυτικούς. Σε βοηθούν να αφουγκραστείς τους ήχους της Γης και τις μυστικές συνομιλίες ανάμεσα στα πλάσματά της.

 O Παναγιώτης Πλασκασοβίτης, από την άλλη βγήκε το δίχως άλλο νικητής με το δύσκολο εγχείρημα  που έφερε εις πέρας, καταφέρνοντας με τους περίτεχνούς φωτισμούς του να αναπαραστήσει επιτυχώς τη λυγρή, υγρή, εντούτους κοσμοαλλαχτική  ατμόσφαιρα που αποπνέει το αφήγημα του σπουδαίου συγγραφέα, ενώ δεινή είναι και η συνεισφορά της Τζωρτζίνα Βαρδουλάκη, στη διδασκαλία της σωματικής εκφραστικής αποτύπωσης.

Συμπερασματικά

Η «Ιστορία ενός σκύλου που τον έλεγαν Πιστό» αποτελεί μια συγκλονιστική παρακαταθήκη του σπουδαίου ακτιβιστή, δημοσιογράφου και συγγραφέα, Luis Sepulveda . Συνιστά συνάμα θησαυρό φιλοσοφικό, ηθικό και λογοτεχνικό σε μια κατάθεση της δικής του βιωματικής «αλήθειας». Ο Κώστας Γάκης, από κοινού με τη Νατάσα- Φαίη Κοσμίδου, μελέτησε βαθιά το σπουδαίο έργο και με την εύστοχη διασκευή του κειμένου και τη δεινή ερμηνευτική απόδοση των ηρώων μάς  χαρίτωσε με ένα μωσαϊκό πολυφωνίας και διαλεκτικότητας τόσο μεταξύ των ηθοποιών, όσο και μεταξύ αφηγητών και κοινού. Η έντονη αξίζει να υπογραμμίσουμε αυτή απόταση προς το κοινό και η απόδοση ενός καταρχήν εσωτερικού μονολόγου στις αφηγήσεις, προσδίδει στο έργο αυθεντικότητα και δραματικότητα, καθώς οι θεατές είναι σαν να κρυφακούν κατά κάποιο τρόπο τις ανεκλάλητες σκέψεις των ανθρώπων της Γης. Το αποτέλεσμα της θεατρικής πράξης, η οποία συνιστά το δίχως άλλο δραματοποιημένη μαθητεία ζωής έχει ένταση και αμεσότητα αντιθετικών καταστάσεων σε κυκλικο επαναπροσδιορισμό και ως σχήμα θεατρικής προφορικής αφήγησης, αλλά και ως αφυπνιστικής πράξης. Ο Κώστας Γάκης με εμβρίθεια μάς ξεναγεί στα άδυτα των αδύτων της υποκριτικής τέχνης την ώρα που ο Πιστός μας μαθαίνει τι θα πει αφοσίωση κι αυτοθυσία.

Κριτική :Ευθύμιος Ιωαννίδης

Xαίρετε, είμαι ο Ευθύμιος, είμαι φιλόλογος και συντάκτης της πολιτιστικής ιστοσελίδας Thess culture.gr. Aγαπώ πολύ τη μουσική, τις τέχνες, την ανάγνωση και το θέατρο, ενώ συνεντεύξεις μου και κριτικές μου έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς στον ηλεκτρονικό τύπο. Διαχειρίζομαι παράλληλα τις σελίδες «Ορθογραφία και ορθοέπεια», «Βιβλιοφιλία και βιβλιολογία» και υπήρξα επί πολλά έτη ενεργό μέλος και συντονιστής στις λέσχες ανάγνωσης των βιβλιοθηκών του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου.